Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 20 Μαϊος 2010 18:59

ΛΑΘΟΣ ΣΤΡΟΦΗ

Γράφτηκε από τον

του Νικόλα Μάστορα Γκουλέμα
http://www.elicas.gr

...αρκεί να προσπαθήσουμε όπως και όσο χρειάζεται!Αδυνατούμε εδώ και μέρες, να προσδιορίσουμε τί ακριβώς είναι αυτό που έχει πάει τόσο λάθος, κι έχει φέρει το ευρώ σε τόσο δεινή θέση. Η ανακοίνωση του τόσο ελπιδοφόρου μηχανισμού στήριξης δεν φαίνεται να καθησυχάζει τις περίφημες αγόρες όπως πολλοί θα ήλπιζαν. “Το ευρώ σε υπαρξιακή κρίση”, “εφιάλτης για το ευρώ”, έγραφε το γερμανικό περιοδικό Spiegel, “πάνε να λύσουν το πρόβλημα του χρέους με περισσότερο χρέος” συμπλήρωναν οι NY Times, “αν απέδειξε κάτι ο μηχανισμός στήριξης είναι το αβυσσαλέο χάσμα μεταξή Παρισιού και Βερολίνου” συμπλήρωνε ο βρετανικός Guardian. Διαβάζοντας απόψεις οικονομολόγων, άλλοι θαυμαστές ορθοδόξων κι άλλοι θαυμαστές  ριζοσπαστικών οικονομικών θεωριών, μπορεί κάποιος να δει πως όλοι τελικά συμφωνούν σε ένα πράγμα. Το προβλημα της Ευρώπης είναι πολύ μεγαλύτερο απο ένα πρόβλημα χρέους, ένα νομισματικού τύπου πρόβλημα. Αυτά είναι τα συμπτώματα, συμπτώματα ενός δομικού προβλήματος της Ευρώπης, ενός προβλήματος στόχου, ενιαίου σκοπού και εναρμονισμένων πολιτικών για την Ευρώπη.

Τις τελευταίες 2 δεκαετίες, μετά την επανένωση των 2 Γερμανιών, μπροστά στο φόβο κατάρευσης της Γερμανικής ανταγωνιστικότητας, λόγω της κακής κατάστασης της οικονομίας της Ανατολικής Γερμανίας, οι Γερμανοί εργαζόμενοι, δέχτηκαν τρομακτικές πιέσεις στους μισθούς τους, σε σχέση πάντα με την παραγωγική δυναμική της χώρας τους. Μπορεί δλδ. οι μισθοί τους να ήταν πολύ καλοί συγκριτικά με τους μισθούς άλλων χωρών, αλλά στην αναλογία του τί παρήγαγε η κάθε χώρα και πόσο πλήρωνε τον εργαζόμενο γι’ αυτό, οι Γερμανοί εργαζόμενοι ήταν σαφώς αδικημένοι. Παρ’ όλα αυτά με θυσίες πολλές, τα κατάφεραν και κράτησαν την ανταγωνιστικότητα τους σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα. Χαρακτηριστικό είναι πως ακόμα και σε χρονιές με μειωμένους ρυθμούς ανάπτυξης οι Γερμανοί μπορούσαν να έχουν πλεονασματικούς προϋπολογισμούς.

Από την άλλη πλευρά, οι χώρες του νότου, λόγω των εργασιακών τους  παραδόσεων, αλλά και λόγω πολιτικών επιλογών, δεν ήθελαν, δεν μπορούσαν, ή ακόμα και δεν όφειλαν, να ακολουθήσουν τη Γερμανία σε αυτή τη λογική. Το αποτέλεσμα όμως για τη Γερμάνια, ήταν να κάνει αυτό για το οποίο κατηγορούταν και η Κίνα, να διατηρεί δλδ. πολύ μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα,  να επιτυγχάνει πολύ υψηλή παραγωγικότητα, χωρίς να αυξάνει τους μισθούς κι έτσι κάνει ολόκληρη την Ευρώπη λιγότερο ανταγωνιστική απέναντι της.

Το πρόβλημα λοιπόν στην Ευρώπη, δεν είναι ότι η Ελλάδα δεν ήταν φρόνιμη, ή ότι η οικονομία της Ισπανίας και της Ιταλίας βρίσκονται σε μαύρα χάλια, αυτοί είναι λόγοι που απλά επιβαρύνουν μια ήδη βεβαρημένη κατάσταση. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, και ειδικά οι χώρες του νότου, δέχτηκαν πολύ μεγαλύτερες εισροές κεφαλαίου, από αυτές που μπορούσε να αντέξει η οικονομία τους προκειμένου να μείνει ανταγωνιστική.  Το γεγονός αυτό οδήγησε σε αυξήσεις τιμών πολύ μεγαλύτερες από αυτές που είχαμε στην Γερμανία κι έτσι η Ελλάδα μαζί με τα άλλα άτακτα παιδιά της Ευρωζώνης, είδαν το νέο ενιαίο νόμισμα, το ευρώ, να καταπίνει την ανταγωνιστηκότητα τους.  Όλα αυτά οδήγουν σε ακόμα μεγαλύτερες  δυσαρμονίες όταν έρχονται σε  συνδυασμό με το ότι η ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική χαράσετε από την Φρανκφούρτη, η οποία λαμβάνει πρωτίστως υπόψιν της, τις ανάγκες των οικονομιών του κέντρου, της Γερμανίας κατά πρώτο λόγο, και εμμένει τόσο έντονα σχετικά με τους δημοσιονομικούς στόχους έτσι ώστε να μην ξεφεύγει το έλλειμα και πλήξει τα συμφέροντα των κεντρικών οικονομιών, πραγμά που δυστυχώς έρχεται πολλές φορές σε αντίθεση με τα ζητούμενα για την πραγματική οικονομία.

Η δημιουργία όμως ενός τόσο ανομοιογενούς και συνάμα άκαμπτου μορφώματος, όπως αυτό της οικονομικής υπόστασης της Ευρώπης, προκειμένου να αντέξει τα χτυπήματα των αγορών, και τις πιέσεις που προκαλεί η ανομοιογένεια αυτή, έπρεπε να βρει ένα ελαστικό σημείο που θα δεχόταν τις πιέσεις και που θα δημιουργούσε μια υποτυπώδη ευλιγισία στο μόρφωμα αυτο. Αυτό το σημείο δεν είναι άλλο απο την αγορά εργασίας, για την ακρίβεια μία λογική ενός μηχανισμού ελαστικής αγοράς εργασίας. Αυτό όμως, εκ των πραγμάτων, δεν είναι το ίδιο σε όλες τις χώρες, διότι πολύ απλά, όλες οι χώρες δεν είναι το ίδιο. Αλλες συνθήκες διαμορφώνονται στην Ελλάδα όταν πιέζεται το εργατικό της δυναμικό, άλλες στην Γερμανία, άλλες στην Γαλλία, και άλλες στην Πορτογαλλία. Αυτό έχει να κάνει με πολλά πράγματα, όπως με το τί κράτος πρόνοιας έχει κάθε χώρα, τί εργατικές παραδόσεις έχει, πόσο μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές τριβές μπορεί να αντέξει κ.α. που ως εκ τούτου δημιουργούν μεγάλες αποκλίσεις, οι οποίες αποκλίσεις τελικά διογκώνουν το πρόβλημα αντί να το λύνουν.

Για όλους αυτούς τους λόγους, αποφασίσαμε σαν Ευρώπη, πως πρέπει να αναγκάσουμε κάποιες χώρες να πάρουν πολύ σκληρά μέτρα λιτότητας προκειμένου να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους και σιγά σιγά να ξεπληρώνουν τα χρέη τους. Ή μήπως όχι; Εκτός του ότι είναι άδικο να τιμωρείς τους εργαζόμενους και το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού μιας χώρας προκειμένου να αναδομήσεις την οικονομία της, είναι και παράλογο για την επιβίωση του οικονομικού συστήματος και για την εξασφάλιση των δανειστών, κι αυτό διότι ουσιαστικά επιχειρούμε εσκεμέννα να επιδεινώσουμε την ύφεση. Η θεωρία που ακολουθούμε ονομάζεται εσωτερική υποτίμηση. Προσπαθώντας να προφυλάξουμε συμφέροντα που έχουν να κάνουν με το ευρώ σαν νόμισμα, δημιουργούμε εσκεμμένα τόσο μεγάλη ανεργία στη χώρα μας, για να πέσουν οι τιμές και οι μισθοί, ώστε η χώρα να γίνει ανταγωνιστική. Η αύξηση της ανεργίας θα προκαλέσει μεγαλύτερη προσφορά στην αγορά εργασίας, αυτό είναι κάτι που θα ρίξει τους μισθούς, γεγονός που με την σειρά του θα ανεβάσει την ανταγωνιστικότητα μας. Με πολύ απλά λόγια, η έκρηξη της ανεργίας που περιμένουμε λόγω των μέτρων, δεν είναι μια παράπλευρη απώλεια, αλλά ένας από τους κύριους στόχους των μέτρων. Η τελευταία χώρα του δυτικού κόσμου που επιχείρησε αυτήν την “εσωτερική υποτίμηση”, μιας και είχε κι αυτή το νόμισμα της σε σταθερή ισοτιμία με το δολλάριο, ήταν η Αργεντινή από τα μέσα του 1998 έως τα τέλη του 2001, αποτέλεσμα ήταν μία ύφεση που οδήγησε τη μισή χώρα κάτω από τα όρια της φτώχειας. Τελικά επαναδιαπραγματεύτηκε το χρέος της.

Πρόκειται για μία πολύ σκληρή μέθοδο η οποία σχεδόν ποτέ δεν φέρνει αποτελέσματα. Το ότι η  ίδια η Ελληνική κυβέρνηση μας λέει πως το χρέος μας είναι στο 115% του Α.Ε.Π. μας σήμερα, κι αν όλα πάνε σύμφωνα με πρόγραμμα, σε δυόμιση χρόνια το χρέος μας θα έχει φτάσει το 149% του Α.Ε.Π., ενώ το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει γι’ αυτό το χρόνο μία μείωση 4% του Α.Ε.Π. φτάνει από μόνο του για να μας προετοιμάσει για την πλήρη αποτυχία της λογικής που μας έχουν επιβάλει οι «εταίροι» μας και το ΔΝΤ. Απλά δεν βγαίνουν τα νούμερα.

Είναι παράλογο, και μπορείς να διακρίνεις αυτόν τον παραλογισμό στις αγορές, οι οποίες ζητούν ακόμα περισσότερες περικοπές. Τα μέτρα που υιοθετούνται για την μείωση του δημόσιου χρέους είναι μέτρα βαθύτατης ύφεσης. Είναι μέτρα που χτυπούν ευθέως την κατανάλωση, οι επενδύσεις είναι άκρως απίθανο να πάρουν τα πάνω τους μιας και υπάρχει έντονη ανησυχία και ανασφάλεια στην ελληνική αγορά, γεγονός που δεν δημιουργεί κάποιο ελκυστικό πλαίσιο για ενδεχόμενους επενδυτές, ενώ δύσκολα να ανεβούν και οι εξαγωγές εφ’ όσον δεν υπάρχει η δυνατότητα της υποτίμησης του νομίσματος, για άμεση αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Αν η χώρα δεν καταφέρει να μπεί σύντομα σε τροχιά όπου θα μπορεί αυτόνομα να πλησιάσει τις αγορές, θα αναγκαστεί να οδηγηθεί στην περίφημη αναδιάρθρωση του χρέους, αυτό είναι επαρκές από μόνο του για να εγγυηθεί την κατάρευση του τραπεζικού μας συστήματος, μιας και μεγάλο όγκο  χρεογράφων του ελληνικού δημοσίου ανήκουν σε ελληνικές τράπεζες.

Από την άλλη μεριά του ατλαντικού, ο άλλος μεγάλος παίκτης στην παγκόσμια αγοράς, η Η.Π.Α. έχουν επιλέξει έναν τελείως διαφορετικό δρόμο από αυτόν της Ευρώπης. Ο Ομπάμα πιστεύει πως πρέπει να υπάρχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές και όρια για το εύρος των δραστηριοτήτων που μπορεί να αναλάβει μια τράπεζα. Προσπαθεί να δημιουργήσει ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα με μικρότερες και καταθετικού χαρακτήρα τράπεζες, οι οποίες θα υποχρεούνται να παρουσιάζουν μεγαλύτερα αποθέματα ρευστότητας έτσι ώστε να αναγκάζει περισσότερο χρήμα να κυκλοφορεί στην αγορά, που με την σειρά του θα δημιουργεί πλούτο, ενώ ταυτόχρονα οι τράπεζες μένουν και με λιγότερα αποθέματα για δανειακές συνναλαγές, οι οποίες καταλήγουν στην δημιουργία υπέρογκου χρέους την  πραγματική οικονομία. Παρ’ όλα αυτά η Ευρώπη δυστυχώς, κάνει πως δεν βλέπει τι γίνεται στην άλλη μεριά του ατλαντικού, σφυρίζει αδιάφορα και εμμένει σε καταστροφικές αναχρονιστικές και αποτυχημένες πολιτικές αυστηρής λιτότητας.

Παραδοσιακά η Ε.Ε. ήταν μια βραδυκίνητη και με αργούς ρυθμούς εξελισσόμενη πολιτική δομή. Όταν υπάρχεις και εξαρτάσαι όμως από ένα οικονομικοπολιτικό περιβάλλον που μεταβάλεται ταχύτατα μέρα με την μέρα, η ικανότητα της Ευρώπης για να αντιδρά άμεσα και να προσαρμόζεται στις όποιες συνθήκες είναι αυτό που θα κρίνει την επιβίωση της ή όχι. Χρειάζεται προσπάθεια και αποβολή των όποιων κοντόφθαλμων οικονομικών και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Η ευρώπη είναι η τελευταία διεθνής πολιτική δομή αλληλέγγυων κρατών, που η ενοποίηση τους, είναι αυτόσκοπός κι όχι κάποιο μέσο για την επίτευξη ενός στρατιωτικού ή εμπορικού ζητούμενου, η τελευταία ρομαντική ιδέα του δυτικού κόσμου του 21ου αιώνα. Είναι όπως σωστα είπε ο πράσινος Ευρωβουλευτής, κ. Κον-Μπεντίτ, η τελευταία ουτοπία για την οποία αξίζει να προσπαθήσουμε. Αρκεί να προσπαθήσουμε όπως και όσο χρειάζεται.

Περισσότερα άρθρα του Νικόλα Μάστορα Γκουλέμα μπορείτε να βρείτε στο http://www.elicas.gr

Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 20 Μαϊος 2010 19:48
ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ ΓΚΟΥΛΕΜΑΣ

O Νικόλας Μάστορας Γκουλέμας, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κοζάνη ανάμεσα σε μια ομάδα Προσκόπων και σε αυλές σχολείων με μια μπάλα στο χέρι.

Τα καλοκαίρια έβαζε βενζίνη στο πρατήριο του πατέρα του μέχρι τα 18 του όπου και έφυγε Θεσσαλονίκη για σπουδές. Μετά από μια 10ετή περιπλάνηση ανάμεσα σε σχολές, πτυχία, θεατρικά εργαστήρια και λογιών λογιών εργασίες, επέστρεψε στην Κοζάνη στην οποία πλέον εργάζεται και κατοικεί.