Η Κοζάνη και το Ναύπλιο το 1821, μια χρήσιμη σύγκριση
Διαβάζοντας πρόσφατα την επιστολή που έστειλαν οι Κοζανίτες στο Σουλτάνο τον Απρίλιο του 1821 δηλώνοντας υποταγή, ξεκίνησα μια κουβέντα με γνωστούς και φίλους για το θέμα. Οι απόψεις φυσικά πολλές και αντικρουόμενες. Κάποιοι ήταν όλο υπαινιγμούς για το θάρρος των ανθρώπων που ζούσαν στην πόλη εκείνη την εποχή, έχοντας απέναντι αυτούς που υπενθύμιζαν την προσφορά Κοζανιτών αγωνιστών στα διάφορα πεδία των μαχών του '21. Άλλοι, υπαινίσσονταν το αν η επιστολή αντιπροσώπευε το σύνολο των κατοίκων ή απλώς την άρχουσα τάξη που είχε πολλά να χάσει από μια εξέγερση...
Υπήρχαν και μερικοί που με βάση την επιστολή επιχειρηματολογούσαν υπέρ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της αρμονικής συμβίωσης των λαών που ο εθνικισμός κατέστρεψε ή το ότι η πόλη απολάμβανε ήδη πολλά προνόμια για να έχει λόγους να επαναστατήσει.
Νομίζω έχει παρέλθει προ πολλού η εποχή που το 1821 αντιμετωπιζόταν ως ένα ομηρικό έπος αγνών ηρώων, ασύλληπτα θαρραλέων, χωρίς ελαττώματα και πάθη, -σχεδόν αγίων -εναντίων του «Απόλυτου Κακού», των Τούρκων, εικονογραφημένων ως απολίτιστων βαρβάρων, και άκαρδων δυναστών. Πιστεύω πως έχει σχεδόν περάσει και η φάση των τελευταίων ετών όπου είχαμε φτάσει στο άλλο άκρο. Το να αντιμετωπίζαμε δηλαδή την Οθωμανική αυτοκρατορία ως υπόδειγμα φιλελεύθερης και ειδυλλιακής αυτοκρατορίας, που σέβεται τη θρησκεία και τη γλώσσα των υπηκόων της, και που διαλύεται μόνο εξαιτίας των «κακών» ιδεολογικών και στρατιωτικών δυνάμεων της Δύσης, ενώ παράλληλα θεωρούσαμε τις Βαλκανικές επαναστάσεις ως ξεσπάσματα αγροίκων και ανεύθυνων πλιατσικολόγων.
Θεωρώ πως σήμερα αυτή η παλινδρόμηση έχει τελειώσει, και πως μπορούμε να δούμε το παρελθόν πιο ψύχραιμα, χωρίς θυμούς, ουρλιαχτά, μιζέριες ή αγιοποιήσεις. Η ιστορία φυσικά γράφεται και διαβάζεται υποκειμενικά, αλλά καλό είναι να συζητιέται – αναθεωρείται, έστω και μέσα σε αυτό το υποκειμενικό πλαίσιο. Μέσα από ένα υποκειμενικό πρίσμα λοιπόν, η επιστολή των Κοζανιτών μου θύμισε τις δηλώσεις εθνικοφροσύνης που εξαναγκάζονταν να υπογράψουν οι αριστεροί τα πέτρινα χρόνια της Μεταξικής δικτατορίας. Γιατί; Γιατί δεν είχαν άλλη επιλογή πέρα από το κελί. Πόσο δίκαιο είναι να συγκρίνεις την Κοζάνη του 1821, με τις ηρωικές, Ιερές πόλεις, του Μεσολογγίου και της μαρτυρικής Νάουσας της ίδιας εποχής; Ήτανε πιο γενναίοι οι κάτοικοι του Ναυπλίου και των Καλαβρύτων που «σήκωσαν μπαϊράκι» μέσα στην πόλη τους εκείνη την Άνοιξη, ή είχαν λιγότερα να χάσουν; Δύσκολα ερωτήματα. Θα μας βοηθούσε αν ταξιδεύαμε λίγο σε εκείνη την εποχή.
Φανταστείτε αρχικά τους επαναστάτες στο Ναύπλιο - η επιλογή της πόλης είναι τυχαία. Είναι στην Πελοπόννησο, μια απομακρυσμένη από το αυτοκρατορικό κέντρο περιοχή με 50.000 Μουσουλμάνους που ζούνε κυρίως στις πόλεις. Οι Χριστιανοί, πολλαπλάσια υπέρτεροι, παίρνουν τα όπλα, κλίνουν τα περάσματα και πολιορκούν τους Τούρκους στα κάστρα των πόλεων. Ο Οθωμανικός στρατός είναι ακόμα απασχολημένος με τις εξεγέρσεις στη Μολδοβλαχία, τη Χαλκιδική και τον Αλί Πασά στην Ήπειρο. Μέχρι να ξεμπερδέψει με αυτούς, και να περάσει –αν περάσει- τα μπλόκα που του έχουν στήσει οι Ρουμελιώτες σε Αλαμάνα, Κωπαϊδα κλπ, η ακρόπολη του Ναυπλίου θα έχει πέσει στους Χριστιανούς. Οι Χριστιανοί με τη σειρά τους μπορούν να οχυρωθούν οι ίδιοι μέσα σα κάστρα, περιμένοντας την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Ακόμα και αν κάτι πάει στραβά, και ο στρατός του Σουλτάνου φτάσει πριν την κατάληψη της ακρόπολης, οι επαναστάτες προλαβαίνουν να διαφύγουν στα βουνά με τις οικογένειές τους, οργανώνοντας από εκεί ανταρτοπόλεμο. Το ανάγλυφο της Πελοποννήσου, της Στερεάς και της Κρήτης προσφέρεται για τέτοιο αγώνα.
Τι συμβαίνει σε Μακεδονία και Θράκη όμως; Εκεί η εικόνα είναι τελείως διαφορετική. Μετά την κατάληψη των Βαλκανίων από τους Οθωμανούς, αυτές οι περιοχές εποικίστηκαν από ένα μεγάλο αριθμό Τούρκων, κάτι που συνέβαλε επίσης και σε μερικό εξισλαμισμό των ντόπιων. Εκεί Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι είναι μισοί-μισοί, και μάλιστα οι δεύτεροι δεν περιορίζονται μόνο στις πόλεις όπως συμβαίνει στο νότο, αλλά ζούνε, γνωρίζουν και ελέγχουν ένα μεγάλο τμήμα της υπαίθρου. Η ύπαιθρος της Μακεδονίας και της Θράκης δεν είναι μόνο χαράδρες και γκρεμοί όπως ο Μοριάς, αλλά κυρίως πεδιάδες και οροπέδια όπου ο καπνός από μια φωτιά φαίνεται από χιλιόμετρα μακριά. Η Κοζάνη, δεν είναι αετοφωλιά όπως η Αράχοβα ή η Δημητσάνα, ώστε ο πληθυσμός να αντιληφθεί έγκαιρα κάποιον κίνδυνο και να προλάβει να κρυφτεί στο βουνό. Ούτε έχει κάστρο όπως η Μονεμβασιά., ούτε βάλτους να την προστατεύουν όπως το Μεσολόγγι. Ούτε το καταφύγιο των Αγγλοκρατούμενων Επτανήσων είναι δίπλα όπως στη Μεθώνη, την Καλαμάτα και την Πύλο. Ούτε βρίσκεται στα ριζά κάποιου βουνού όπου ο πληθυσμός μπορεί –αν χρειαστεί - να διαφύγει όπως η Βέροια και η Νάουσα. Είναι μια πόλη στο κέντρο περίπου ενός οροπέδιο, κυκλωμένη σε τρεις μεριές από χωριά ετοιμοπόλεμων Γιουρούκων και η μόνη δίοδος διαφυγής είναι μέσω των Χριστιανικών χωριών στο νότο. Για πού; Για τα βουνά που βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά... Το μόνο πράγμα που «προστατεύει» την Κοζάνη, είναι ένα φιρμάνι που κατάφερε ο Τράντας, και το οποίο απαγορεύει σε Μουσουλμάνους και Εβραίους να μπαίνουν στην πόλη. Όσο οι κάτοικοι της πόλης σέβονται το Σουλτάνο, τόσο οι περίοικοι Γιουρούκοι και Κονιάροι σέβονται την απόφαση του Σουλτάνου και δεν εισβάλουν στην πόλη. Σημειώνεται ότι το 1821, οι Κοζανίτες ηλικίας άνω των 50 θυμόταν καλά την περίπτωση που δε σεβάστηκαν το Σουλτάνο, επαναστατώντας στα Ορλωφικά, με αποτέλεσμα η πόλη να λεηλατηθεί το 1770. Δυστυχώς, παρά την υπογραφή δήλωσης νομιμοφροσύνης και τη αποστολής της στο Σουλτάνο, η πόλη δε γλίτωσε τα δεινά της Επανάστασης. Η χρεοκοπημένη Οθωμανική αυτοκρατορία, έστελνε στρατεύματα μισθοφόρων – κυρίως από την Αλβανία- για να καταστείλει την εξέγερση, τα οποία όμως δεν μπορούσε να πληρώσει. Έτσι τα άφηνε κατά την επιστροφή στις εστίες τους να λεηλατούν χωριά και πόλεις των Χριστιανών. Η Κοζάνη λεηλατήθηκε το 1824 και το 1830.
Γίνεται νομίζω σαφές, όχι μόνο γιατί στάλθηκε η εν λόγω δήλωση στο Σουλτάνο, αλλά και γιατί ενώ η Ελληνική Επανάσταση είχε ξεκινήσει από το Ιάσιο της Ρουμανίας, και επεκτάθηκε μέχρι την Κρήτη, έδωσε καρπούς μόνο στην Πελοπόννησο. Αξίζει επίσης να σημειωθούν άλλα δύο στοιχεία. Πρώτον, ότι και από στρατηγικής άποψης η Κοζάνη δεν είχε καμία σημασία, δεν φύλαγε κάποιο πέρασμα όπως η Βέροια, τα Σέρβια ή η Ναύπακτος. Άρα δεν υπήρχε και λόγος να διακινδυνέψει. Δεύτερον, οι κάτοικοι της Κοζάνης όπως και των περισσότερων πόλεων στα Βαλκάνια, ήταν έμποροι και βιοτέχνες χωρίς καμία επαφή με την τέχνη του πολέμου. Δεν ήταν μισθοφόροι όπως οι Σουλιώτες, ούτε ημιπαράνομοι κλέφτες και πειρατές όπως οι κτηνοτρόφοι στην Πίνδο και οι πλοιοκτήτες σε Ύδρα και Μάνη. Μία Επανάσταση έχει πολλά στάδια, στην ένοπλη φάση της, χρήσιμοι –και ασφαλείς- είναι αυτοί ξέρουν σκοποβολή και ξιφασκία, όχι Γαλλικά και πιάνο.
Σίγουρα, συγκρίνοντας την Κοζάνης με το Ναύπλιο του 1821 μπορούμε να δούμε και να συζητήσουμε κι άλλα στοιχεία. Συγκρίνοντας τις συνθήκες και την αντίδρασή της πόλης με άλλων πόλεων, όπως τα Γιάννενα, τη Θεσσαλονίκη ή την Καβάλα της ίδιας εποχής ασφαλώς θα δούμε διαφορετικά πράγματα. Δε θέλω να συγκρίνω το θάρρος ή τη λιποψυχία των κατοίκων των διαφόρων πόλεων, γιατί ούτε οι ομαδοποιήσεις μου αρέσουν, ούτε ξέρω τι υπάρχει και υπήρχε στην ψυχή κάθε ανθρώπου. Δεν ξέρω καν το πώς θα αντιδρούσα εγώ σε παρόμοιες καταστάσεις. Ίσως να δικαιολογώ τη «δήλωση υποταγής» των Κοζανιτών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υποβαθμίζω το θάρρος των Ναυπλιωτών –και όλων των άλλων- να τα βάλουν με μια αυτοκρατορία εκθέτοντας την πόλη και τις οικογένειές τους. Πέρα από τις προσωπικές επιδιώξεις που ενδεχομένως να είχε ο καθένας, πήραν αυτήν την απόφαση έχοντας μόνο μια χούφτα καταπιεσμένους τρελούς στο πλάι τους, σκόρπιους από το Δούναβη έως τα Σφακιά που τους συνέδεε μια πίστη σε έναν Θεό, το όραμα ενός δίκαιου ανεξάρτητου κράτους, και η ελπίδα παρέμβασης των Μεγάλων Δυνάμεων. Σκέφτομαι τους Ναυπλιώτες, πού ένα Απριλιάτικο πρωί του 1821 άφησαν την οικογένειά τους στην πόλη και τα γύρω χωριά, οπλίστηκαν με φτυάρια και σούβλες, στήνοντας ενέδρα στους Τούρκους που κατευθύνονταν προς το Άργος, αναγκάζοντάς τους να κλειστούν στην ακρόπολη του Ναυπλίου. Έλεγαν «Ελευθερία ή θάνατος» και το πίστευαν... Όσο συνειδητοποιώ τι ακριβώς τόλμησαν, ανατριχιάζω!
Ο Νικόλαος Σταμκόπουλος είναι Διπλωματούχος Μηχανικός Περιβάλλοντος ΔΠΘ και Πτυχιούχος Βαλκανικών Σπουδών ΠΔΜ