ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ: Το περιοδικό “κιβωτός της συλλογικής μας μνήμης” | Του Μιχάλη Πιτένη
Η ποιότητα του περιεχομένου, η διάρκεια, η συνέχεια και η συνέπεια στον σκοπό που τέθηκε απ’ την αρχή, είναι κάποιοι απ’ τους βασικούς δείκτες αξιολόγησης οποιουδήποτε περιοδικού εντύπου. Σ’ όλους αυτούς τους δείκτες το
πρόσημο είναι αναμφίβολα θετικό για το περιοδικό ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ που εκδίδει ανελλιπώς από τον Μάϊο του 1982 ο Σύλλογος Κοζανιτών της Θεσσαλονίκης.
Σήμερα, φαίνεται να τίθεται εμφαντικά το ερώτημα για το πώς θα καταφέρει το περιοδικό να συνεχίσει την πορεία του λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει, ερώτημα που έθεσε προ ημερών η ίδια η Πρόεδρος του Συλλόγου κ. Δήμητρα Παπαδέλη- Παπαναστασίου, απ’ τους άοκνους και σταθερούς εργάτες της έκδοσης του, σημειώνοντας ότι: “Τα Ελιμειακά κλείνουν φέτος τα σαράντα χρόνια (!) κυκλοφορίας και προσφοράς στον τόπο και θα είναι κρίμα να αναστείλουν ή να διακόψουν παντελώς την έκδοσή τους για οικονομικούς και μόνον λόγους. Απευθύνουμε και πάλι έκκληση προς τους τοπικούς φορείς να επιδείξουν τη δέουσα ανταπόκριση και υπευθυνότητα για τη συνέχιση αυτής της έκδοσης, κάτι που στο παρελθόν συνέβαινε αδιάλειπτα. Δεν θα είναι καθόλου τιμητικό για όλους τους Κοζανίτες να διακοπεί επί των ημερών μας αυτή η προσπάθεια, που έχει να προσφέρει πολλά ακόμη στην ιστορία και στην παράδοση αυτού του τόπου.”
Φυσικά τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ δεν είναι το πρώτο και σίγουρα όχι το τελευταίο περιοδικό που βρίσκεται αντιμέτωπο μ’ αυτό το αμείλικτο και πολλές φορές δυσεπίλυτο ερώτημα. Οι καιροί άλλαξαν, μαζί και οι συνήθειες μας, και η ψηφιακή τεχνολογία που πολλές φορές προσφέρεται με ελάχιστο ή και μηδαμινό κόστος, τείνει να εξαλείψει τέτοιου είδους εκδόσεις, αν δεν αποφασίσουν, ή προνοήσουν αν προτιμάτε, να αφήσουν το χαρτί και να περάσουν στην οθόνη. Αυτή είναι όμως η μία πλευρά του θέματος, προφανώς η πιο δημοφιλής, αλλά υπάρχει και η άλλη που σε πολλές περιπτώσεις οδηγεί σ’ έναν λογικό συμβιβασμό, ο οποίος είναι η ψηφιακή και ταυτόχρονα έντυπη έκδοση. Προσωπικά, ως λάτρης του τυπωμένου χαρτιού, επιλέγω σε κάθε περίπτωση την δεύτερη, σεβόμενος αφενός το γεγονός της εξοικείωσης, ιδιαίτερα των νεότερων, με την σημερινή τεχνολογία και αφετέρου εκτιμώντας, όσο κι αν διαφωνούν ορισμένοι, πως δεν έχει έρθει ακόμα το τέλος της ιστορίας των εντύπων.
Όπως βέβαια δεν έχει τελειώσει, κι ούτε θα έπρεπε σε καμιά περίπτωση να τελειώσει η ιστορία ενός περιοδικού σαν τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ και μάλιστα για οικονομικούς λόγους. Η άποψη μου σίγουρα επηρεάζεται από κάποιον, ασυγχώρητο πολλές φορές, ρομαντισμό και συναισθηματισμό μου, ωστόσο είναι, πρέπει να ομολογήσω, πολύ περισσότερο ωφελιμιστική και εξηγούμαι γιατί.
Από την πρώτη μέρα της έκδοσης τους τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ υπηρέτησαν αυτό που κατέθεσε ο Διευθυντής Σύνταξης τους και βασικός στυλοβάτης τους ο κ. Στράτος Ηλιαδέλης στο Γ’ Συνέδριο Τοπικής Ιστορίας ότι: “...κινητήρια δύναμη για την έκδοση αυτή αποτέλεσαν και αποτελούν οι συνεργάτες μας, κυρίως οι νεότεροι ερευνητές και συγγραφείς με τις πρωτότυπες εργασίες τους, που με βάση τη σύγχρονη επιστημονική μεθοδολογία διασώζουν σημαντικά, άγνωστα ή δυσπρόσιτα στοιχεία της αρχαιολογίας, ιστορίας και παράδοσης, ιδιαίτερα δε εκείνα που αφορούν το σπουδαίο κεφάλαιο της διασποράς στη Μεσευρώπη από την εποχή της τουρκοκρατίας μέχρι τα νεότερα χρόνια.” Σ’ όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε τα πολύ ξεχωριστά αφιερώματα- μονογραφίες για σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες της Κοζάνης (Παύλος Παπασιώπης, Νίκος Π. Δελιαλής, Γιάννης Δόδουρας κ.α.), που κάποιες σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να ΄χαν παραμείνει στο περιθώριο της ιστορίας ή και να ‘χαν ξεχαστεί, τα αφιερώματα σε χαρακτηριστικά στοιχεία της πόλης που, δυστυχώς, έχουν χαθεί (βλέπε παλιά Αρχοντικά), σε ήθη και έθιμα άγνωστα και λησμονημένα.
Τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ αποτέλεσαν, επίσης, το βήμα και η ευκαιρία ορισμένων πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων, λαογράφων και επιστημόνων να κάνουν εκεί την πρώτη τους δημοσίευση ενώ, ταυτόχρονα, συνέχιζαν με αξιοθαύμαστη επιμονή την δημοσίευση κειμένων στο ιδιαίτερο κοζανίτικο γλωσσικό ιδίωμα, κείμενα που χάρη στην γλώσσα τους αποτυπώνουν σε μεγάλο βαθμό και την κοινωνική εξέλιξη της πόλης.
Έτσι, όποιος πάρει στα χέρια του τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ και είναι κάποιας ηλικίας μπορεί πραγματικά να συγκινηθεί, αλλά το σίγουρο είναι πως όλοι, ανεξάρτητα ηλικίας, κάτι θα μπορέσουν να μάθουν για την Κοζάνη που έφυγε, για την ιστορική της διαδρομή, τις σημαντικές της προσωπικότητες, και κάτι που για μένα μετράει πάρα πολύ, γι’ αυτόν “τον κόσμο τον μικρό τον μέγα”, όπως πολύ εύστοχα τον περιγράφει ο στίχος του Οδυσσέα Ελύτη. Αυτόν τον κόσμο που θα τον βρουν στις διάφορες ηθογραφίες, στην αναπόληση συνηθειών που χάθηκαν και καταγράφονται σε πολλά τεύχη, στις μικρές και μεγάλες στιγμές μιας κοινωνίας που έχει αλλάξει πάρα πολύ αλλά που υπήρξε κάποτε η Κοζάνη.
Για όλα αυτά, τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν ως “η κιβωτός της συλλογικής μας μνήμης”, της μνήμης του κάθε Κοζανίτη ανεξάρτητα από ηλικία, μόρφωση και τόπο διαμονής.
Ο σπουδαίος Ιταλός συγγραφέας Ίταλο Καλβίνο στο βιβλίο του “Αόρατες πόλεις” , γράφει πως “… η πόλη δεν μιλάει για το παρελθόν της, το περιέχει στις γραμμές ενός χεριού, γραμμένο σε γωνιές δρόμων, σε γρίλιες παραθύρων… ” Αυθαιρετώντας θα προσέθετα πως η πόλη βρίσκει το παρελθόν της και σε περιοδικά σαν τα ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ. Και εδώ έρχεται ο ωφελιμιστικός λόγος που αναφέρω πιο πάνω. Όσοι γράφουν για την πόλη θέλοντας να αναφερθούν και στο παρελθόν της, πασχίζοντας να ερμηνεύσουν το παρόν της, είτε πρόκειται για ένα άρθρο είτε για ένα βιβλίο, σ’ αυτό το περιοδικό προστρέχουν, κάτι στο οποίο συνηγορεί και το γεγονός πως υλικό του έχει αξιοποιηθεί και χρησιμοποιηθεί σε διάφορες άλλες εκδόσεις.
Είναι κρίμα λοιπόν και άδικο για όλους να σταματήσει το περιοδικό την πορεία του. Ακόμα και αν ο Σύλλογος Κοζανιτών της Θεσσαλονίκης δεν είχε καμιά ανάγκη οικονομικής στήριξης αυτής της έκδοσης, οι τοπικοί φορείς, όποιοι κι αν είναι αυτοί, θα ΄πρεπε να προστρέξουν μόνοι τους για να συνδράμουν. Τρόποι υπάρχουν πάντα. Η έλλειψη χρημάτων, δικαιολογία που δεν μπορεί με τίποτα να σταθεί. Βούληση να υπάρχει και όλα γίνονται και χρήματα βρίσκονται. Για να στηριχθεί όχι μόνο η έντυπη έκδοση αλλά και η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός και της ψηφιακής μορφής του περιοδικού.
Ο σεβασμός στην μνήμη και την ιστορία μας, σε ό,τι συνθέτει το παρελθόν μας, δεν εξαρτάται από το πόσο χρήματα κοστίζει, αλλά από το αν έχουμε πραγματικά συνειδητοποιήσει την αξία του για το παρόν και το μέλλον μας.