Η ΜΑΤΙΑ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΘΕΣΗ- ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΦΤΑΧΡΟΝΗ ΤΥΡΑΝΝΙΑ (1967-1974)-Γ. ΤΣΙΡΙΔΗ, Τα ρυάκια που έγιναν ποταμός | της Τασας Σιόμου
(Η κοινωνία των πολιτών στη δικτατορία των συνταγματαρχών).
Συρματοπλέγματα βαριά
ζώνουν τη δόλια μου καρδιά.
Κουράγιο δόλια μου καρδιά
τα σίδερα να σπάσεις…
Το μετακατοχικό βαρύ ρεμπέτικο τραγούδι δεν αποτυπώνει μόνο τις περιπέτειες του διχασμού του εμφυλίου, αλλά κι αυτές της δικτατορίας:
Τα συρματοπλέγματα ως κατάργηση του κοινοβουλευτισμού, των σωματείων και των συλλόγων, ως απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, ως φίμωση της ελευθεροτυπίας, ως φυλακίσεις, εκτοπισμοί, εξορίες (8000 οι συλλήψεις τις πρώτες μέρες), ως βασανιστήρια των αντιφρονούντων, κυρίως Αριστερών, ως δίκτυο χαφιέδων, ως γενικευμένη τρομοκρατία.
Αυτή η εκτροπή της δημοκρατίας από στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά και η αντίσταση σ΄αυτή από την κοινωνία των πολιτών, έγινε αντικείμενο πολύχρονης μελέτης του Γ. Τσιρίδη, ιστορικού, γιου συναδέλφων στην Κοζάνη. Επίκεντρο ήταν η διατριβή του, δουλεμένη με κοινωνιολογικές μεθόδους αλλά και ζωντανεμένη με πλήθος μαρτυριών από πολίτες που βίωσαν την αυταρχική περίοδο.
« βγαίνοντας από τη σχολή… με πάνε στην ασφάλεια κι άρχισαν να με δέρνουν, να με δέρνουν να με δέρνουν. Πόναγα μέρες. Δε με βασάνισαν γιατί δεν ήμουν οργανωμένος. Μόνο τους οργανωμένους βασανίζανε για να πουν τους άλλους…»( Ολ. Δαφέρμος)
Όμως, υπάρχει κουράγιο να σπάσουν τα σίδερα κι η δημοκρατία που βίαια καταλύεται αλλά σταδιακά επαναφέρεται, να αποκατασταθεί, αφού παρόλη την καταστολή η πολιτική ζωή συνεχίστηκε με άλλους τρόπους:
Εξαρχής στήνονται παράνομες αντιστασιακές οργανώσεις, κατά τους συνωμοτικούς όρους της προδικτατορικής περιόδου, οι οποίες αν και σταδιακά εξαρθρώνονται από την ασφάλεια, το μήνυμα το περνούν, με την ίδρυσή τους και με τις απολογίες- μανιφέστα δημοκρατίας των συλληφθέντων στις δίκες τους: δεν πέσαμε, δε λυγίσαμε, δε συναινούμε!!
Κι όταν η χούντα κάτω από τη διεθνή κατακραυγή κάνει απόπειρες φιλελευθεροποίησης, το δημόσιο χώρο, όπου αυτή υποχωρεί, τον γεμίζουν σαν τα ρυάκια νόμιμοι ή ημινόμιμοι φορείς που συνήθως υποκρύπτουν το πολιτικό κάτω από το πολιτιστικό. Τα νέα σχήματα είναι πλέον ορατά, επομένως, ίσως, όχι τόσο επικίνδυνα και η επωνυμία των μελών τους συνδέεται με τη συλλογικότητα.
Τότε εκδίδονται βιβλία και περιοδικά που υπονοούν την αντίθεσή τους στο καθεστώς ( τα νέα κείμενα 1 και 2, ο καφές και η δημοκρατία, του Αζίζ Νεσίν, το Ζ του Β. Βασιλικού, η καταγωγή της οικογένειας, του Έγκελς… τα οποία αλληλοδανείζονται. Παράλληλα πλήθος θεατρικών και κινηματογραφικών έργων, τραγουδιών και σατιρικών ανέκδοτων διαμορφώνουν ελεύθερες συνειδήσεις.
Στο Πανεπιστήμιο παρότι δρα το περιβόητο Σπουδαστικό της ασφάλειας κι οι φιλοκαθεστωτικές οργανώσεις, παρότι ορισμένοι φοιτητές στερούνται τη φοιτητική τους ιδιότητα κι άλλοι βίαια στρατεύονται, στήνονται Φοιτητικοί Πυρήνες γύρω από τους οποίους ολοένα και περισσότεροι συσπειρώνονται, με αιτήματα όχι μόνο φοιτητικά, αλλά ευρύτερα, με κεντρικό το «ψωμί, παιδεία, ελευθερία».
Σημειωτέον πως το 30% του διδακτικού προσωπικού εκδιώκονται, παραιτούνται ή συλλαμβάνονται.
« πήρα υποτροφία και δεν μου τη έδωσαν, διότι δεν ερχόταν το χαρτί κοινωνικών φρονημάτων από την ασφάλεια…» ( Ρήγος)
« κάνει το μάθημα ο Μαγκάκης στο τρίτο έτος όπου του γίνεται αποθέωση και τον συλλάβανε κατευθείαν…το μάθημα το μετέτρεψε σε κήρυγμα για την ελευθερία και τη δημοκρατία και ότι αυτά τα πράγματα δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή…έντιμος με πραγματική προσήλωση στις αρχές της δημοκρατίας» (Αλεξόπουλος).
Ταυτόχρονα λειτουργούν οι εθνοτοπικοί σπουδαστικοί σύλλογοι κι αυτοί με συγκαλυμμένη αντιδικτατορική δράση( Το αρχείο του φοιτητικού συλλόγου Κοζανιτών που διέσωσε ο πρόεδρός του , ο αείμνηστος Τάκης Πάπιστας, αξίζει να μελετηθεί).
Τότε λειτουργούν κι οι περίφημες Παρέες, αυθόρμητες άτυπες ομάδες, οι πολιτικές Παρέες, τα πιο αφανή τμήματα της κοινωνίας των πολιτών που κινούνται στον ιδιωτικό χώρο, δεμένοι με εμπιστοσύνη και αλληλεγγύη κι αντιχουντικές διαθέσεις που σταδιακά γίνονται προφανείς.
‘Όλα ξεκίνησαν από την παρέα που είχαμε φτιάξει μαζί με κάποιους από τους συμμαθητές μου στην περιοχή που μέναμε, Ζωγράφου, Αμπελόκηποι- Ιλίσια. Όταν γίναμε φοιτητές, έδρα της παρέας έγινε η πλατεία Μαβίλη… Σιγά-σιγά η παρέα πλάταινε κι έγινε πόλος έλξης, που μέσα στα χρόνια της πολιτικής νέκρας είχε μια ιδεολογική ζωντάνια»( Δ. Παντάκας)
«Επαφές δεν είχα. Σε οργάνωση μέχρι τότε δεν ανήκα. Και οι επαφές που ήρθαν, ήρθαν από τα ταβερνεία και τα τραγούδια, από κάποιο βιβλίο. Πηγαίναμε σιγά σιγά στην ταβέρνα, στις μπουάτ στην Αρλέτα, στο Μητροπάνο, στη Μπέλλου…» ( Τριανταφυλλόπουλος).
Κι όλοι μαζί οι δρώντες, ποικίλων ηλικιών, κοινωνικών τάξεων και κομματικών αποχρώσεων, αποτελούν τα ρυάκια που γίνονται ποτάμι, ενδυναμώνουν την κοινωνία των πολιτών και συνθέτουν το μαζικό αντιδικτατορικό κίνημα, το οποίο συνενωμένο με το φοιτητικό αντιδικτατορικό κίνημα φτάνει στην κορύφωσή του με τα γεγονότα της Νομικής και του αιματοβαμμένου Πολυτεχνείου..Το τέλος της Χούντας, πλέον, εξαγγέλλεται…
Πολύτιμες οι απόψεις του Γ. Τσιρίδη για μια κριτική και δρώσα κοινωνία των πολιτών και σήμερα, που πρέπει να τσακίσει τα πλέγματα της νέας φίμωσης του τύπου, τα πλέγματα της εσωτερικής κατασκοπείας, της ακρίβειας, της υποβάθμισης της Δημόσιας Εκπαίδευσης, της παράλυσης του Συστήματος Υγείας , γεμίζοντας τα στεγνά ρυάκια με συναδέλφωση και πίστη στους αγώνες!
Τάσα Σιόμου