Όλο το Φως που δεν μπορούμε να δούμε - σειρά του Netflix | γραφει ο Ελισσαίος Βγενόπουλος
Τις μεγαλύτερες φανφάρες για τον επικείμενο πόλεμο, τα πιο δυνατά ουρλιαχτά για την επίθεση που κοντοζυγώνει, τους πιο πύρινους λόγους για το επερχόμενο αιματοκύλισμα τους βγάζουν εκείνοι που δεν θα ρίξουν ούτε μια σφαίρα,
όσο θα διαρκέσει η σφαγή. Αυτοί οι ίδιοι είναι, που καθώς ακούγονται τα τύμπανα του πολέμου, οι πρώτες πολεμικές ιαχές, θα παρουσιάσουν την σύρραξη που πλησιάζει σαν μια πράξη αυτοάμυνας, την οποία είναι αδύνατο το έθνος ν’ αποφύγει.
Το "Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε" είναι μια σειρά που σκαρφάλωσε στις πρώτες θέσεις του Netflix και βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα, βραβευμένο με Πούλιτζερ, του Άντονι Ντοερ. Με φόντο τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η ιστορία αυτή συνθέτει τις ζωές δύο βαθιά διαφορετικών χαρακτήρων, της Μαρί Λορ Λεμπλάν και του ο Βέρνερ Πφέννιχ, σε μια ιστορία αγάπης, ανθεκτικότητας και της διαρκούς δύναμης της ανθρώπινης σύνδεσης.
Η Μαρί Λορ Λεμπλάν, την οποία ενσαρκώνει εξαιρετικά η τυφλή ηθοποιός Άρια Μία Λομπέρτι, είναι μια νεαρή Γαλλίδα, που ζει στη μαγευτική παραθαλάσσια πόλη Σεν Μαλό της Γαλλίας. Παρά το γεγονός ότι είναι τυφλή από νεαρή ηλικία, ο κόσμος της αποτυπώνεται με γλαφυρό τρόπο μέσα από τις έντονες περιγραφές που της παρέχει ο πατέρας της, τον υποδύεται πειστικά ο Μάρκ Ράφαλο, και το αδάμαστο πνεύμα της. Αναζητώντας καταφύγιο από τον επερχόμενο πόλεμο, η Μαρί Λορ και ο πατέρας της βρίσκουν καταφύγιο στο Σεν Μαλό, όπου ο θείος Ετιέν, τον οποίο υποδύεται ο Χιου Λόρι, τους παρέχει ασφαλές καταφύγιο. Η αποτύπωση της αναπηρίας της Μαρί Λορ αποδίδεται με ευαισθησία και αποχρώσεις, τονίζοντας τη σημασία των άλλων αισθήσεών της και το μωσαϊκό του εσωτερικού της κόσμου.
Στην άλλη πλευρά αυτής της ιστορίας βρίσκεται ο Βέρνερ Πφέννιχ, τον οποίο υποδύεται ο εξαιρετικά Λουίς Χόφμαν. Ο Βέρνερ είναι ένας πανέξυπνος νέος με κλίση στη μηχανική και τη ραδιοφωνική τεχνολογία. Οι θαυμαστές του ικανότητες τον οδηγούν στη στρατολόγηση από το καθεστώς του Χίτλερ, όπου κατατάσσεται σε μια μονάδα που έχει ως αποστολή τον εντοπισμό παράνομων ραδιοφωνικών μεταδόσεων. Αυτή η πορεία του χαρακτήρα είναι μια απόδειξη της σαγηνευτικής γοητείας ενός αυταρχικού καθεστώτος που εκμεταλλεύεται τα ταλέντα των νεαρών μυαλών για τους δικούς του σκοτεινούς σκοπούς. Καθώς ο Βέρνερ παλεύει με την ηθική πολυπλοκότητα της κατάστασής του, η ταινία εμβαθύνει στα θέματα της συνενοχής και του αγώνα για τη διατήρηση της ακεραιότητας του ατόμου σε έναν κόσμο που πάει στραβά.
Η καρδιά της ιστορίας βρίσκεται στον μυστικό δεσμό που μοιράζονται η Μαρί Λορ και ο Βέρνερ. Η σύνδεσή τους ξεπερνά τα όρια της εθνικότητας και των περιστάσεων, προσφέροντάς τους μια σανίδα σωτηρίας ελπίδας και παρηγοριάς μέσα στο χάος της Ευρώπης του πολέμου. Η κοινή τους αγάπη για τις ραδιοφωνικές εκπομπές γίνεται σύμβολο της διαρκούς σύνδεσής τους και το φως που τους καθοδηγεί μέσα από τις πιο σκοτεινές ώρες του πολέμου.
Η απεικόνιση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην ταινία είναι ρεαλιστικά αποτυπωμένη. Σιγά, σιγά η σειρά μας βυθίζει στην ενστικτώδη εμπειρία της σύγκρουσης, παρακολουθώντας την καταστροφή, το φόβο και την απόγνωση που καθόρισαν την εποχή. Το Σεν Μαλό, ειδικότερα, χρησιμεύει ως μικρόκοσμος του αντίκτυπου του πολέμου στον άμαχο πληθυσμό, καθώς η πόλη γίνεται πεδίο μάχης για δυνάμεις που δεν ελέγχονται. Η ταινία αποτυπώνει την ατμόσφαιρα της εποχής, με σχολαστική προσοχή στην ιστορική ακρίβεια και τις λεπτομέρειες της εποχής.
Καθώς η αφήγηση εκτυλίσσεται, συνυφαίνει τις ζωές της Μαρί Λορ και του Βέρνερ, φέρνοντάς τους αμείλικτα κοντά, παρά τις τεράστιες φυσικές και ιδεολογικές διαφορές που τους χωρίζουν. Η σύνδεσή τους αποτελεί απόδειξη της ανθρώπινης ικανότητας για ενσυναίσθηση και κατανόηση, ακόμη και μπροστά σε τεράστιες αντιξοότητες και πολύ σκληρές συνθήκες.
Το " Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε" δεν είναι απλώς μια πολεμική ταινία- είναι ένας στοχασμός πάνω στην ικανότητα του ανθρώπινου πνεύματος να βρίσκει φως στις πιο σκοτεινές συνθήκες. Εξερευνά θέματα αγάπης, θυσίας και τις επιλογές που κάνουμε στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μας.
«Όταν έχασα το φως μου, Βέρνερ, οι άλλοι είπαν ότι ήμουν γενναία. Όταν έφυγε ο πατέρας μου, οι άλλοι είπαν ότι ήμουν γενναία. Αλλά δεν ήταν γενναιότητα. Δεν έχω άλλη επιλογή. Ξυπνάω και ζω τη ζωή μου. Κι εσύ το ίδιο δεν κάνεις;»
«Όχι, πολλά χρόνια τώρα» της αποκρίνεται. «Αλλά σήμερα, σήμερα ίσως».
Ο σκηνοθέτης Σον Λέβι μεταφέρει επιδέξια τις περιπλοκές του μυθιστορήματος του Άντονι Ντερ στην οθόνη, διατηρώντας μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της πολύπλοκης αφήγησης και του συναισθηματικού βάθους των χαρακτήρων. Η σειρά είναι κινούμενη εντός των Ακαδημαϊκών πλαισίων δεν εκπλήσσει με την πρωτοτυπία της, ούτε με την ευρηματικότητά της αλλά αφηγείται με άνεση και διαύγεια την ιστορία, συνθέτοντας άψογα τις ζωές της Μαρί Λορ και του Βέρνερ με φόντο τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ρυθμός είναι λειτουργικός, παρασύροντας σιγά, σιγά τον θεατή στον ζοφερό κόσμο του πολέμου και επιτρέποντας στην ιστορία να εκτυλίσσεται απρόσκοπτα και με έντονο ενδιαφέρον.
Ο Σον Λέβι έχει αποσπάσει από τους ηθοποιούς του πειστικές ερμηνείες. Η Άρια Μία Λομπέρτι με τη λεπτή και ευαίσθητη ερμηνεία που αποτυπώνει την ουσία του χαρακτήρα της. Η απεικόνιση μιας τυφλής νεαρής γυναίκας, μόνης, ανάμεσα στις φωτιές του πολέμου, τον τρόμο και την απόγνωση είναι ενδιαφέρουσα και περιεκτική. Ο Λουίς Χόφμαν ως Βέρνερ απέδωσε τις συγκρούσεις και τα ηθικά διλήμματα του χαρακτήρα του με αυθεντικότητα και βάθος. Η χημεία τους στην οθόνη είναι αισθητή, αποτελώντας τον συναισθηματικό πυρήνα της σειράς.
Οι φωτισμοί στο " Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε" είναι ένα βασικό στοιχείο της σειράς, καθώς παίζει καθοριστικό ρόλο στη μετάδοση των αισθητηριακών εμπειριών της Μαρί Λορ Λεμπλάν. Οι ανεπαίσθητες αλλαγές στο φωτισμό βοηθούν τον θεατή να κατανοήσει την οπτική της και τον κόσμο στον οποίο ζει. Αυτή η προσοχή στη λεπτομέρεια προσθέτει βάθος και αυθεντικότητα στην αφήγηση. Τα κοστούμια οι χώροι και τα ντεκόρ της σειράς μας μεταφέρουν πίσω στη δεκαετία του 1940 με σχολαστική ακρίβεια. Ένα πρόβλημα που φαίνεται να υπάρχει στο τελικό αποτέλεσμα είναι ότι όλος ο κόσμος μέσα στη σειρά μιλάει αγγλικά, ακόμα και οι γηγενείς Γάλλοι αλλά και οι νεοφερμένοι Γερμανοί.
Η κινηματογράφηση με τα σαρωτικά πλάνα της όμορφης παραθαλάσσιας πόλης του Σεν Μαλό στη Γαλλία και τα σκληρά, κατεστραμμένα από τον πόλεμο τοπία παρέχουν μια εκπληκτική αντίθεση που αντικατοπτρίζει την ταραγμένη εποχή στην οποία διαδραματίζεται η ιστορία. Η χρήση του χρώματος και της σύνθεσης ενισχύει τη διάθεση και την ατμόσφαιρα κάθε σκηνής, οι αποχρωματισμοί των βομβαρδισμών της πόλης τονίζουν την απόγνωση των ηρώων μας και την βαρβαρότητα της εποχής.
Οι περισσότεροι πόλεμοι, μπορεί και όλοι, να έγιναν στο όνομα της Ειρήνης κι αυτό γιατί έχουμε δημιουργήσει ένα σύμπαν εχθρικό, που βασίζεται στον πόλεμο και στην αντιπαλότητα και ντρεπόμαστε βαθιά για αυτό και με κάποιο τρόπο πρέπει να το μασκαρέψουμε.