Η ψυχολογία των μαζών | του Γιάννη Τζιουρά*
Ή μήπως έχει μεταστοιχειωθεί και αυτός ο όρος και εννοούμε κάθε πρόσωπο που λαχταρά εξουσία;) η κοινωνία; Οι πολίτες δηλαδή; Είναι και αυτοί ένα συμπαγές σώμα αθώων πολιτών που απλά κολακεύονται, επαναστατούν, παιδεύονται, ανησυχούν; Ο λαϊκισμός βρίσκει έδαφος μονάχα σε όσους είναι μοιραίοι, άβουλοι και βολεμένοι συγχρόνως. Αυτοί μονάχα πείθονται από τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα. Υπάρχουν λοιπόν τουλάχιστον τρία κομμάτια στην ελληνική κοινωνία σήμερα. Το ένα, στο ένα άκρο της είναι καταπονημένο και αδιαφορεί αν θα πληρώνει φως, νερό, τηλέφωνο σε ευρώ ή δραχμές, επομένως δεν ανησυχεί γιατί δεν έχει τίποτε να χάσει. Το άλλο κομμάτι, στο άλλο άκρο, είναι ευκατάστατο και μαθημένο να αδιαφορεί για την τύχη της χώρας, αρκεί το ίδιο να μη διακινδυνεύσει τα κεκτημένα του. Μένει όμως ένα άλλο κομμάτι στη μέση, το πιο δυναμικό, ανήσυχο και ελπιδοφόρο. Και αυτό είναι που πρέπει να καταλάβει γιατί έγιναν όλα αυτά και τι πρόκειται να επακολουθήσει στη χώρα τα επόμενα χρόνια. Αυτό το κομμάτι έχει κάθε δικαίωμα να εκπροσωπηθεί στην εξουσία, ιδιαίτερα στις δύο από τις τρεις μορφές της, την νομοθετική και την εκτελεστική.
Η οικονομική ζωή έχει γίνει εξαιρετικά πολύπλοκη και ιδιαίτερα η κρίση την οποία βιώνουμε (παρόλο που έχει ουσιαστικές κοινωνικές διαστάσεις) στο οικονομικό της σκέλος είναι ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο φαινόμενο και προσφέρεται για άλλοθι, αφορισμούς και εύπεπτα επιχειρήματα, πλην όμως αποπροσανατολιστικά, που εντείνουν όπως έγινε αντιληπτό, τη συλλογική παρακμιακή πορεία μας. Ο Μακιαβέλλι γράφοντας στον Ηγεμόνα αναφέρει πως ο λαός πείθεται πολύ πιο εύκολα από ένα δημαγωγό. Παρότι διαφωνώ εν μέρει, τουλάχιστον προσωπικά δεν θεωρώ πως ο λαός είναι ένα ομογενοποιημένο σώμα και πως ισχύει αυτός ο κανόνας καθολικά, βλέπουμε σήμερα, έπειτα από δύο τουλάχιστον χρόνια κρίσης, έπειτα από τόσες αναλύσεις και σοβαρές ή διαστρεβλωτικές απόψεις, να κυριαρχεί μια διυποκειμενικότητα. Μια αντίληψη, ίσως αίσθηση, πως ο στόχος είναι καθαρός, εύκολος, τα μέσα διαθέσιμα και άρα τι πιο απλό και εύπεπτο να τελειώνουμε μια ώρα νωρίτερα με τα προβλήματα και να γυρίσουμε χαρούμενοι στον παράδεισό μας.
Δυστυχώς κάποια πράγματα η ιστορία απέδειξε πως δεν διαρκούν παντοτινά. Επίσης η ιστορία απέδειξε πως πολλές είναι οι κατακτήσεις του ανθρώπου που δεν μπορούν να θεωρηθούν μη ανατάξιμες. Ακόμη η ιστορία κρίνει πρόθυμα την απόσταση μεταξύ αυτών που λέμε και αυτών που γίνονται. Σε περιόδους κρίσης, έδειξε επίσης πως η Δημοκρατία μπορεί να μετεξελιχθεί εύκολα σε δικτατορία, τουλάχιστον το δημοκρατικό κράτος δύναται να μεταστοιχειωθεί σε φασιστικό. Η συμμετοχή σε μια κοινωνία απαιτεί διαρκή αγώνα που εγγενώς περιλαμβάνει την έννοια της δυναμικότητας, του ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Είναι ένας διαρκής αγώνας για διατήρηση των «κεκτημένων» (άραγε υπάρχουν αυτά;). Στο αγώνα αυτό, εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που είναι σκεπτόμενο, ανησυχεί, νιώθει ανασφάλεια αλλά δεν κουβαλά συμπλέγματα ούτε είναι προκατειλημμένο, έχει κάθε δικαίωμα να παλέψει για τα δικαιώματά του, για την διατήρηση όλων όσων έχει κατορθώσει μέχρι τώρα. Αυτό το κομμάτι δεν ξελογιάζεται. Πείθεται. Πιστεύει. Δρα.
Ένα φαινόμενο που είχε παρατηρήσει ο A. de Tocqueville στην Δημοκρατία των ΗΠΑ, όταν του ζητήθηκε από την Γαλλική κυβέρνηση, ήταν το φαινόμενο της «τυραννίας της πλειοψηφίας». Είχε γράψει λοιπόν ο σπουδαίος αυτός θεωρητικός του φιλελευθερισμού πως σε μια δημοκρατία υπάρχει μια μειοψηφία ικανή, η οποία αδυνατεί να αναδειχθεί κάποιες φορές εξαιτίας του βάρους της πλειοψηφίας. Σε κάθε περίπτωση, προσωπικά δεν στέκομαι στην ρήση του Σαίξπηρ πως η δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα που εγγυάται πως δεν θα κυβερνηθούμε καλύτερα από όσο μας αξίζει. Κανένας απαισιόδοξος δεν άλλαξε ποτέ τον κόσμο και εδώ είναι που χρειάζονται μεγάλες δόσεις αισιοδοξίας αλλά και αποφασιστικότητας για να αλλάξουμε τη χώρα μας. Ας αφήσουμε πίσω τις θεωρίες συνομωσίας, το διεφθαρμένο ρόλο των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, τον ύποπτο ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, την ηγεμονικών τάσεων Γερμανία, τις ανάλγητες αγορές, και ας επικεντρωθούμε στο να βγούμε από την κρίση κοιτάζοντας τον εαυτό μας στον καθρέφτη.
Ο στόχος είναι να βγούμε στις αγορές ομολόγων. Εάν πιστεύουμε πως θα σωθούμε πείθοντάς τες πως κάνουν λάθος να δανείζουν τις ΗΠΑ ή την Ιαπωνία με χαμηλά επιτόκια, ας το επιχειρήσουμε. Αν πάλι θέλουμε να επαναστατήσουμε κατά του διεθνούς οικονομικού συστήματος ας το επιχειρήσουμε κι αυτό. Δεν πρόκειται να καταφέρουμε τίποτα. Ποιοι όμως να επαναστατήσουμε; Η Ελλάδα ωφελήθηκε όλα αυτά τα χρόνια. Υπάρχουν πάρα πολλές χώρες και λαοί στον κόσμο που δικαιούνται να επαναστατήσουν κατά των ανισοτήτων που διατηρούνται στον σύγχρονο κόσμο. Η Ελλάδα όχι μόνο δεν περιλαμβάνεται στις χώρες αυτές αλλά ας αναρωτηθεί κανείς γιατί οι αγορές που την εμπιστευόταν μέχρι πριν δύο χρόνια τώρα έπαψαν. Γιατί ενόσω της έδιναν την ευκαιρία να αναπτυχθεί εκείνη τι έκανε. Αναπτυχθήκαμε όπως οι άλλοι εταίροι μας; Παρόλο που κάποιοι από αυτούς είναι θύματα της συστημικής κρίσης έχουν τις προϋποθέσεις να βγουν συντομότερα από αυτή. Αν λοιπόν εμείς δεν πιστεύουμε κάτι τέτοιο, που μάλλον δεν το πιστεύουμε, γιατί να το πιστεύουν οι αγορές;
Εάν θέλουμε να παραμείνουμε ανεπτυγμένο κράτος υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που πρέπει να γίνουν. Υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν. Είναι πολύ δύσκολο, ακόμη και αν οι συγκυρίες είναι ευνοϊκές. Είναι όμως αδύνατο, αδιάφορο των συγκυριών, εφόσον επικρατήσει τελικά ο λαϊκισμός, από όπου κι αν αυτός προέρχεται. Όπως έγραφε και ο G. Le Bon η ακριβής μέρα, που έχει οριστεί για να πεθάνει μια μεγάλη πεποίθηση, είναι αυτή που αρχίζει να αμφισβητείται η αξία της. Θα είναι η Κυριακή των εκλογών αυτή η μέρα για το λαϊκισμό; Και αν ακόμη είναι, είναι δύσκολο να εξαλειφθεί, διότι ακόμη και, σοβαρά κλονισμένη η πεποίθηση, οι θεσμοί που προέρχονται από αυτή θα διατηρήσουν για ένα διάστημα τη δύναμή τους μέχρι να εξαλειφθούν. Και κλείνω με τα λόγια του Einstein, ένα πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί από το επίπεδο σκέψης το οποίο το δημιούργησε. Αυτό το επίπεδο σκέψης δεν είναι ένα, ή δύο, ή τρία κόμματα ή ο βολεμένος από τον κόσμο τους που μετακινείται από εδώ εκεί. Είναι η ίδια η νοοτροπία. Το επίπεδο σκέψης γενικά και ειδικά. Είναι το σύστημα του λαϊκισμού. Η πεποίθηση του λαϊκισμού που συντηρεί στην εξουσία τους θιασώτες της αλλά και όλους όσους τους επικροτούν και συνευθύνονται για την κατάντια στην οποία έχει περιέλθει η χώρα.
o Γιάννης Τζιουράς*,
ειναι Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμων,
Υπ. Διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου, Νομική ΑΠΘ