Τα ελλείμματα της αστικής τάξης στην Ελλάδα | Tου Πάσχου Mανδραβέλη
πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι επιτυχημένοι επιχειρηματίες του παρελθόντος (μεταξύ αυτών και έμποροι) ήταν του εξωτερικού, ή έστω προσανατολισμένοι στο εξωτερικό. Σήμερα, αν εξαιρέσουμε τους εφοπλιστές, η συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής αστικής τάξης είναι εσωστρεφής· κοιτάζει πώς θα τα βολέψει οίκαδε, αντί να προσπαθεί να ανοιχτεί στον διεθνή ανταγωνισμό.
Η εξήγηση αυτού του φαινομένου δεν έχει να κάνει με γονίδια ή έμφυτες ροπές. Εχει να κάνει με τη διάρθρωση της οικονομίας, ειδικά μετά τον Πόλεμο. Οι ελληνικές επιχειρήσεις υπήρξαν είτε προστατευόμενες από τον διεθνή ανταγωνισμό είτε ποικιλοτρόπως επιδοτούμενες. Η στρέβλωση της ελληνικής οικονομίας είναι το μεγάλο κράτος που λειτουργούσε ως μαύρη τρύπα που καταπίνει και επιχειρηματικές δεξιότητες. Είναι απλό: όταν ο μεγαλύτερος πελάτης μιας οικονομίας είναι το κράτος, κανείς επιχειρηματίας δεν θα κερδίσει λειτουργώντας για την αγορά. Το συγκριτικό πλεονέκτημα των περισσότερων «επιτυχημένων» ελληνικών επιχειρήσεων ήταν οι γνωριμίες με τους εκάστοτε υπουργούς και ουχί η αυξημένη παραγωγικότητα ή η καινοτομία. Με το βαρύ και ασήκωτο κράτος στο επίκεντρο της οικονομικής δραστηριότητας, λειτουργούσε μια παραλλαγή του νόμου του Γκρίσαμ: οι κακές επιχειρήσεις έδιωχναν τις καλές. Δεν μπορούσε να υπάρξει ανταγωνισμός. Υπήρχαν εκείνοι που είχαν μεράκι, κι εκείνοι που «είχαν τις άκρες». Τα προβλήματα των δεύτερων «ρυθμίζονταν» (συνήθως μετά τα μεσάνυχτα στη Βουλή) και οι πρώτοι –στην καλύτερη περίπτωση– πάλευαν ως Σίσυφοι με τη γραφειοκρατία. Οι «ατσίδες», φυσικά, κέρδισαν· έφτιαξαν τη νέα «αστική τάξη» της χώρας.
Αυτό δημιούργησε ένα συγκεκριμένο επιχειρηματικό ήθος που το βλέπουμε, αφενός, στις ακριβοπληρωμένες ξαπλώστρες της Μυκόνου κι, αφετέρου, στους κλαυθμούς των επιχειρηματικών φορέων «να πέσουν λεφτά στην αγορά». Ετσι έμαθαν: είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και οι στρεβλώσεις στο λιανεμπόριο, οι ολιγοπωλιακές δομές που κάνουν τα ελληνικά προϊόντα πιο ακριβά στα εγχώρια σούπερ μάρκετ απ' ό,τι στα ευρωπαϊκά, ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν. Το πρόβλημα της ακρίβειας κρυβόταν με τις απανωτές αυξήσεις μισθών –που έδιναν από δανεικά οι κυβερνήσεις– πρωτίστως στον δημόσιο τομέα. Ετσι φτιάχτηκε το ελληνικό αναπτυξιακό θαύμα: με δανεική ρευστότητα, που κυκλοφορούσε για λίγο σε μαγαζιά με υπερβολικά ενοίκια, για να καταλήξει στην εισαγωγή όλο και πιο ακριβών προϊόντων εξωτερικού.
Δεν μπορεί να υπάρξει ανάταξη της χώρας χωρίς την ηγέτιδα τάξη των επιχειρηματιών, που θα ρισκάρουν, θα καινοτομήσουν, θα ανακαλύψουν νέες ευκαιρίες, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας για να συμπαρασύρουν την ελληνική οικονομία προς την ανάπτυξη. Δυστυχώς, αυτή δεν υπάρχει και δεν πρόκειται να δημιουργηθεί, όσα λεφτά και αν πέσουν στην αγορά. Οσο το κράτος ρίχνει βαριά τη σκιά του στην οικονομία, επιτρέπει σε πολιτικούς, συνδικαλιστές και πολιτικά κυκλώματα να επιλέγουν τους κερδισμένους και χαμένους της αγοράς. Και αυτοί ποτέ δεν επιλέγουν με κριτήρια οικονομικής αποδοτικότητας, αλλά με άλλα που τα βαφτίζουν «κοινωνικά».
πηγή:ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ