Περί των φαύλων διαρκείας | Του Β.Π. Καραγιάννη
ότι παρέπεσαν τα χειρόγραφα στο τυπογραφείο, κατά τη μαρτυρία του Γιώργη Παυλόπουλου
"Χρόνια αμνημόνευτα σαν νάταν ξένα..."
Τέτοιες μέρες, μέρα μάλλον, θυμόμαστε κι αντιγράφω απ' ευθείας από το καθαρό που λέμε, από του Γ. Π. Σαββίδη "Το εφήμερον σπέρμα" (1973-1978)" εκδ. Ερμής 1978, το εγκαυστικό διαρκείας ποίημα του Γ. Σ. "Το απομεσήμερο ενός φαύλου" ότι φαύλοι στην πρώτη γραμμή της πολιτικής υπάρχουν κάθε στιγμή της μέρας, των εποχών και των χρόνων
Το απομεσήμερο ενός φαύλου
Τράβα αγωγιάτη, καρότσα τράβα,
τράβα να φτάσουμε γοργά στην Κάβα!
Φύσα βαπόρι, βόα μηχανή,
να 'ρθούμε πρώτοι εμείς! - οι στερνοί.
Τα στερνοπαίδια και τ' αποσπόρια
και τ' αποβράσματα και τ' αποφόρια
μιας μάχης που ήτανε γι' άλλα κορμιά
για μάτια αλλιώτικα κι άλλη καρδιά.
Πολιτικάντηδες, καραβανάδες,
ψιλικατζήδες, κολλυβιστάδες,
μούργοι, μουνούχοι και θηλυκά -
τράβα αγωγιάτη! βάρα αμαξά!
Φτωχή Πατρίδα, στα μάγουλά σου
μαχαίρια γράφουνε το γολγοθά σου•
μάνα λιοντόκαρδη, μάνα ορφανή,
κοίτα αν αντέχεις τέτοια πομπή:
το ματσαράγκα, το φαταούλα
με μπογαλάκια και με μπαούλα•
τη χύτρα που έβραζε κάθε βρωμιά
λες και την άδειασαν όλη μεμιά
σ' αυτούς ανάμεσα τους ήπιους λόφους
όπου μας κλείσανε σαν υποτρόφους
ενός αδιάντροπου φρενοβλαβή
που στο βραχνά του παραμιλεί.
Δες το σελέμη, δες και το φάντη
πώς θυμιατίζουνε τον ιεροφάντη
που ρητορεύεται λειτουργικά
μπρος στα πιστά του μηρυκαστικά.
Μαυραγορίτες από τα Νάφια
της προσφυγιάς μας άθλια σινάφια,
γύφτοι ξετσίπωτοι κι αρπαχτικοί,
λένε, πατρίδα, πως πάνε εκεί
στα χώματά σου τα λαβωμένα
γιατί μαράζωσαν, τάχα, στα ξένα
και δεν μπορούνε χωρίς εσέ -
οι φαύλοι: τρέχουνε για το λουφέ.
(Cava dei Tirreni, 7. 10. 1944).