Ιστορικά ορνιθοσκαλίσματα (1912 κ.λπ.) | Του Β.Π. Καραγιάννη
στο Μουσείο Μακεδονικού αγώνα στο Μπούρινο, παιδαριώδες ως έργο, φέρει πινακίδα με την υπόμνηση πως αυτός ήταν το αηδόνι της Μακεδονικής ελευθερίας αν και κάθε άλλο παρά ως αηδών εκελάηδησε, ως πρώτη χελιδών αυτής, απλώς εφτερούγησε... Στην ανώνυμη στάση των αστικών λεωφορείων (καιρός είναι ο κυρ' Δήμος να ονομάσει αυτές με τους τοπικούς ήρωες της εποχής μας, όπως είναι λ.χ. εκείνο το γκαρσόνι στη μνήμη του οποίου διεξάγεται τοπικό τουρνουά ποδοσφαίρου) δίπλα από το καθίδρυμα των οπαδών του Πάοκ σημαιοστολισμένο, σε ένα ιδιωτικό οικόπεδο με πρώην τσουκνίδες, ανεφύει εσχάτως επί βράχου μνημείο πατριωτικόν. Φέρει στη βάση του γραμμένα: «Καπετάνιος Γεώργιος Σαργκάνας. Απελευθέρωση Κοζάνης 1912». Μια φωτογραφία ταφικού λόγου κι αισθητικής μόλις καρφώθηκε εκεί με τον καπετάνιο σε πλήρη εξάρτυση και με βλέμμα αταλάντευτου Μακεδονομάχου.
- Αλήθεια πότε αποκάλυψες αυτήν την πλάκα κ. Δήμαρχε ή μήπως όλο είναι ό,τι λέει το ουσιαστικό ιδιωτικής, συγγενικής πρωτοβουλίας.
Λοιπόν, ως αδιδάκτωρ κι ανεπιστήμων, αλλά κι από χωριό δεν γνωρίζω τον ήρωα. Η «Ιστορία της Κοζάνης» (1924) του Π. Λιούφη δεν νομίζω να τον αναφέρει ούτε κι η μυθιστορία του Μιχ. Παπακωνσταντίνου με φώτισε. Γνωρίζει κάποιος να μας πει κάτι περί του ήρωος αυτού;
Εν τω μεταξύ δεν πέρασα κι από την πλατεία όπου διεξήχθη η πανηγυρική δοξολογία κατά πανηγυρτζίδικο τρόπο και λόγο. Ο κατά τεκμήριον άγιος μητροπολίτης απηγόρευσε δια φιρμανίου, τους ένδον του ναού, λόγους και μόνο οι ημερήσιες διαταγές των στρατιωτικών σωμάτων θα διαβάζονται εκεί - και καλά έκανε- ότι οι λήροι και οι ληρολόγοι των επετείων ας διαχέονται στην πλατεία, με τη συνοδεία μαλλιού της γριάς, καραμελομένων πετειναριών, πασατέμπου, φυστικιών κ. α. Εντός μόνον οι δικοί του θα ακούγονται που είναι τουλάχιστον και ηγιασμένοι.
Ανέφερα πριν τον Μχ. Ππκνστντν. κι αυτές τις μέρες ο Δήμος του περιποιεί την οφειλόμενη και μετά θάνατον τιμή – εν ασθενεία ευρισκόμενος, του έδωσε το «Χρυσό μετάλλιο της πόλεως» αλλά μάλλον δεν του έφτανε εκεί στον κόσμο του επέκεινα που είναι και φαίνεται ότι τραβούσε η ψυχή του κι άλλον δημοτικόν έπαινο, λιβανωτό ως η κνίσα των Ολυμπίων. Ονοματοθέτησε το δημοτικό υπαίθριο πάρκιν που αντικατέστησε τα πρώην ΚΤΕΛ, μετ' όνομά του, λόγω γειτνιάσεως με το πολιτικό γραφείο του, εκεί στην κατ' ευφημισμόν πλατεία. Ηδη τον έχει ανακηρύξει, υποθέτω με ομοφωνία του Δ.Σ., ως τον ανώτερον πολιτικόν άνδρα (άρα στο μέλλον μπορεί να υπάρξει και ανώτατος κι όλοι ψιλιάζονται ποιός μπορεί να είναι) της σύγχρονης, τοπικής ιστορίας. Η ανακήρυξη δεν έγινε δια απλής πλειοψηφίας, διότι με μια τέτοια την έπαθε ο Θεός, ναι ο Θεός, όταν σε ΚΟΒΑ (ήγουν Κομματική Οργάνωση Βάσης) του προπολεμικού ΚΚΕ Μαγνησίας θεωρήθηκε ως μη υπάρχων, όταν μπήκε το ζήτημα περί υπάρξεώς Του ή μη και με πλειοψηφία 4 προς 3 κρίθηκε Ανύπαρκτος. Δεν έχω υπ' όψιν μου αν το τμήμα ιστορίας του εν λόγω κόμματος αναθεώρησε αυτή την απόφαση που ίσχυε ως δεδικασμένο σ' όλο τον χώρο του ή ο Στάλιν παραμένει η μόνη κι αδιαφιλονίκητη θεότης του. Στην εκδήλωση οι ομιλητές θα διεξέλθουν πολύπλευρα την προσωπικότητά του κι εφ' όλης της ύλης κι αντιύλης του, και θα φωτιστούν πτυχές του βίου και του έργου του. Δεν θα αρκεστούν φυσικά στις εμετικές πολιτικοληρολογίες των επιφανών ημιμαθών, ότι στο σινάφι τους εξείχε –παρά το χαμηλόν ύψος του- καμπαναριά απ' αυτούς, κυρίως ως πολιτικο-λόγιος κάτι σαν τους ιατροφιλόσοφους που παρήγαγε παλιά η πόλη.
Το απόγευμα διεξήχθη η απελευθέρωση κανονικά από τον αρχαιολογικό θίασο ιππέων Αιανής (δεν ξεχνάμε ότι είναι ιστορική πρωτεύουσα των απανταχού Κοζανιτών ) με τον κ. Τζήκα τον Ελασίτη του καιρού –παντός καιρού- ιππέων άλλων πόλεων και χωριών, πρόσκοποι εννοείται και οι Κρήτες ξανά εννοείται, (δεν χάνουν κανένα εορτασμό), αιμοδότες κ.α. Εισήλθαν εν πομπή και ήπιο καλπασμό και βρήκαν κόσμο στην πλατεία και τη μπάντα του Α' ΣΣ στρατού να παιανίζει και να διαδηλώνει πως η «Ελλάδα πότε δεν πεθαίνει...», όποτε ως ακροατές ησυχάσαμε, ας λέει ό,τι θέλει η τρόικα εσωτερικού εξωτερικού. Ο πρώτος, τότε, καβαλάρης έφτασε ως πρόσκοπος ανιχνευτής και μετά ακολούθησε ημιταξιαρχία ιππικού η οποία «εισήλασε εν υπερηφάνω και χαρμοσύνω ελαφρώ καλπασμώ» στην πόλη. Εκείνοι τότε δεν βρήκαν Τούρκους οι αφού είχαν ήδη φύγει για το Μοναστήρι ή τη Βέροια. Αρα ουδεμία μάχη έγινε, άσχετα τι δείχνουν οι χρωμολιθογραφίες της εποχής οι οποίες μάλιστα εμφανίζουν την Κοζάνη με μιναρέ κτηρίου που ουδέποτε ηξιώθη ν' αποκτήσει.
Θυμίζω πως και η απελευθέρωση της πόλης από τους Γερμανούς το ίδιο άσφαιρη υπήρξε αφού με την υποστολή της σημαίας στην πλατεία ανεχώρησαν οι τότε (και νυν) κατακτητές μας ανεξάρτητα αν τους κυνηγούσαν οι αγωνιστές του ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, (ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ) ακατάπαυστα.
Τελικά όλα άσφαιρα κι αναίμακτα έγιναν, κι ευτυχώς, στη σύγχρονη ιστορία της πόλεως.
Η Επανάσταση του 1879 στο Μπούρινο στα χαρτιά υπήρξε μόνον και στη διακήρυξή της προς την παγκόσμια κοινότητα. Μόλις άρχισαν να έρχονται οι Τούρκοι προς τα κει, λάκισαν δώθε κείθε οι επαναστάτες.
Οι απελευθερώσεις εκ των ΤουρκοΓερμανών διεξήχθησαν ειρηνικά.
Ο σεισμός της 13ης Μαίου 1995 ήταν εντελώς αναίμακτος.
Είχε πάντα άγιο αυτή η πόλη αλλά δεν ξέρω ποιόν, τον άγιο Νικόλαο ή τον άγιο Νικάνορα, μπορεί και τους δύο εκ περιτροπής εφημερεύοντες.
Οι άξιες λόγου μάχες της περιοχής έλαβαν χώρα στο Σαραντάπορο και στις Πόρτες για ν' ακολουθήσει το ολοκαύτωμα των Σερβίων.
Οι Τούρκοι φεύγοντες κι ο Ελληνικός στρατός κυνηγώντας τους, την 24ην Οκτωβρίου συναντήθηκαν στο Αμύνταιο όταν η Ε' ελληνική μεραρχία έπαθε ένα κάζο μεγάλο από λίγους Τούρκους άτακτους και διαλύθηκε! Πανικόβλητος ο στρατός έφτασε μέχρι τις παρυφές της Κοζάνης και αυτό πανικόβαλε ακόμα περισσότερο τους κατοίκους της πόλεως που την εγκατέλειψαν.
Γράφει ο Π. Λιούφης:
«...Εν μέσω όμως της γενικής χαράς και του ενθουσιασμού εκ των χαρμοσύνων γεγονότων και αγγελμάτων ατυχές σοβαρόν επεισόδιον συμβάν εις την Ε' Μεραρχίαν εν Σόροβιτς ταχθείσαν ως πλαγιοφυλάκην ενέβαλεν πανικόν, και τη 24 Οκτωβρίου η πόλις διαπυνθανομένη τα ατυχή εν Σόροβιτς συμβάντα και βλέπουσα τους στρατιώτας εν αλλοφροσύνη εκφεύγοντας και ρίπτοντας τα όπλα ευρέθη εν δυσκόλω καταστάσει. Οι πλείους όθεν των κατοίκων καταλιπόντες οικίας, καταστήματα και λοιπά πράγματα ετράπησαν εις Σέρβια και τας παρακειμένας προς Νότον κωμοπόλεις και χωρία εν ταραχή και υπό βροχήν. Και ην σπαρακτική η εικών της αποχωρήσεως και ομοία προς την υπό του Πλουτάρχω εν τω βίω Θεμιστοκλέους διαγραφομένην αποχώρησιν των Αθηναίων κατά τα Μηδικά...»
Καλά εκείνοι οι λόχοι που συστήθηκαν στην πόλη μετά την απελευθέρωση και οπλίσθηκαν από τις αποθήκες των Τούρκων, οι στρατιώτες τους καμάρωναν στις καρτ ποστάλ της εποχής, δεν αισθάνθηκαν την ανάγκη να σταθούν και να πολεμήσουν για την πόλη τους; Ολα από τους νότιους τα περίμεναν...
ΥΓ1. Το μεσημέρι στην πρόσοψη του Δημαρχείου καρφώθηκε αναθηματική πλάκα (άλλη πλάκα κι αυτή) μαρμάρινη που πάνω της ιχνογραφήθηκε στρατιώτης του λόχου Εθελοντών Κοζάνης του 1912. Για το λόχο αυτό και την σχεδόν ξακαρδιστική του δράση γράφει ο συγγραφέας και νομικός Κ. Τσιτσελίκης (1828-1938) που μετείχε σ' αυτόν, στο διήγημά του «Το γιατρικό της παπαδιάς».
ΥΓ2. «Οταν η πόλη, βαλμένη στα καράβια, άρχισε να φεύγει, ήταν ένα θέμα οίκτου να τη βλέπει κανείς...» (Πλουτάρχου Βίοι τ. δεύτερος, εκδ. Γαλαξία)