Του Τάσου Σισηρόπουλου
Όπως προκύπτει από Δελτίο Τύπου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το δεύτερο τρίμηνο του 2010, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας μειώθηκε κατά 3,7% σε σχέση με το αντίστοιχο δίμηνο του 2009 και κατά 1,8% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2010. Εκτιμήσεις οικονομικών κύκλων και τραπεζών ανεβάζουν τη συνολική μείωση του Α.Ε.Π. σε 4% για το τέλος του 2010.
Από τα αναλυτικά στοιχεία του δελτίου τύπου διαπιστώνεται ότι η μείωση των μεγεθών που συνθέτουν το Α.Ε.Π. της χώρας ήταν καθολική (με εξαίρεση το Αγροτικό Εισόδημα που παρουσίασε μικρή αύξηση 1,9%) είτε αυτό εξετάζεται με τη μέθοδο της τελικής δαπάνης είτε με την εισοδηματική μέθοδο.
(1)Μέθοδος της τελικής δαπάνης
Το ΑΕΠ είναι ίσο με την Ιδιωτική Κατανάλωση + τις Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου + τις Δημόσιες Δαπάνες + τις Εξαγωγές μείον Εξαγωγές (Εμπορικό Ισοζύγιο) : [ΑΕΠ = C + (I + Δinv) + G + (X-M)].
(2)Εισοδηματική Μέθοδος
Το ΑΕΠ είναι ίσο με το Αγροτικό Εισόδημα + τους Μισθούς & Συντάξεις + τις Προσόδους Περιουσίας & Επιχειρηματικής Δράσης Ιδιωτών & Δημοσίου + την Αποταμίευση δημοσίων & ιδιωτικών Α.Ε., συνεταιρισμών κ.λπ. + τους Άμεσους φόρους επί των Α.Ε. – τους Τόκους του Δημοσίου Χρέους.
Η αρνητική αυτή εξέλιξη οφείλεται στην προσπάθεια της χώρας μέσα από την εφαρμογή σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής να περιορίσει το έλλειμμα και να ξαναφέρει την αξιοπιστία στις διεθνείς αγορές.
Αναλυτικότερα, τα δημοσιονομικά μέτρα που εφαρμόζονται έχουν ως επιπτώσεις:
Τη μείωση της Ιδιωτικής Κατανάλωσης τόσο εξαιτίας της μείωσης των ατομικών εισοδημάτων όσο και λόγω της ψυχολογικής πίεσης που υφίστανται οι πολίτες ως αποτέλεσμα της οικονομικής αβεβαιότητας, η οποία τελικά οδηγεί τους περισσότερους στον περιορισμό των καταναλωτικών δαπανών κυρίως σε ανελαστικές δαπάνες.
Τη μείωση των Ακαθαρίστων Επενδύσεων Παγίου Κεφαλαίου λόγω της μειωμένης ρευστότητας των επιχειρήσεων, του περιορισμού της χρηματοδότησης εκ μέρους του τραπεζικού συστήματος αλλά και του συνολικού δυσμενούς οικονομικού – επιχειρηματικού περιβάλλοντος που επικρατεί στην αγορά και επιβαρύνεται περαιτέρω από τη μείωση της κατανάλωσης.
Τη μείωση των Δημοσίων Δαπανών κυρίως λόγω της περικοπής των μισθών και των συντάξεων του δημοσίου τομέα.
Η μείωση των εξαγωγών σε μικρότερο ποσοστό από αυτή των εισαγωγών βελτίωσε μεν το εμπορικό ισοζύγιο, το οποίο όμως κινείται πάντοτε σε αρνητικά επίπεδα και κατά συνέπεια δεν μπορεί να συμβάλλει στην αντιστάθμιση της μείωσης των βασικών μεγεθών του Α.Ε.Π.
Με βάση τα ανωτέρω λοιπόν, από πού μπορεί να προκύψει ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας χωρίς να υπονομευθεί η αποτελεσματικότητα των δημοσιονομικών μέτρων;
Η απάντηση έρχεται αβίαστα: από την αύξηση των «Ακαθαρίστων Επενδύσεων Παγίου Κεφαλαίου», δηλαδή με απλά λόγια των Επενδύσεων (Δημοσίων και Ιδιωτικών), διότι θα οδηγήσουν:
Σε αύξηση του παραγόμενου προϊόντος και εισοδήματος με συνέπεια την αύξηση της κατανάλωσης.Σε αύξηση των θέσεων εργασίας και καταπολέμηση της ανεργίας με συνέπεια την εξασφάλιση συνθηκών κοινωνικής δικαιοσύνης και ευημερίας.Σε βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου μέσω της αύξησης των εξαγωγών. Σε εξασφάλιση της επιτυχίας των δημοσιονομικών μέτρων λόγω της αύξησης των δημοσίων εσόδων μέσω της φορολογίας.
Ουσιαστικά η πολιτεία θα πρέπει να έχει ως πρώτο ζητούμενο τη βελτίωση του αρνητικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την αύξηση των επενδύσεων.
Η περαιτέρω βελτίωση των διαδικασιών αδειοδότησης των επιχειρήσεων σε συνδυασμό με τη βελτίωση του νομικού – θεσμικού πλαισίου άσκησης της επιχειρηματικότητας,
η αύξηση της ροής χρηματοδότησης των επενδύσεων τόσο από το ΕΣΠΑ όσο και από το τραπεζικό σύστημα,
η αποτελεσματική οργάνωση των μηχανισμών και δομών υποστήριξης των επιχειρήσεων,
ü η αύξηση της εφαρμοσμένης έρευνας στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και ινστιτούτα και η διασύνδεση των αποτελεσμάτων τους με τις ανάγκες των επιχειρήσεων και της αγοράς ,
η αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων μέσω της ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών και καινοτομίας,
αποτελούν παράγοντες που μπορούν να δώσουν ώθηση στην εγχώρια και ξένη επιχειρηματικότητα σε κεντρικό αλλά και περιφερειακό επίπεδο και να οδηγήσουν σε αύξηση του Α.Ε.Π.
Τάσος Σιδηρόπουλος
Οικονομολόγος – Υπ. Διδάκτωρ
Διευθυντής Προγραμμάτων της ΑΝΚΟ