Βία, σ’ ό,τι αντιστέκεται στη βία…| του Χρήστου Παπαδόπουλου
Ο κ. Σαμαράς, η κυβέρνηση του και οι διάφοροι εμφυλιοπολεμικοί σύμβουλοι του, έχουν βαλθεί να διαφωτίσουν τον ελληνικό τι είναι βία και ποιοι την ασκούν. Να του υπενθυμίζουν καθημερινά (μέσω της συστημικής ενημέρωσης),
ότι θα κάνουν τα απαραίτητα για να αφανίσουν όσους την επιδιώκουν…!
Αφού λοιπόν το πολιτικό σύστημα εξέθρεψε, ανέχτηκε, χρησιμοποίησε το μόρφωμα της ναζιστικής Χρυσής Αυγής για την προώθηση των πολιτικών επιλογών του. Αφού έκρυψε επιμελημένα πίσω απ’ αυτό, τον δικό του βίαιο φασισμό των μνημονίων, έρχεται τώρα να καθαρθεί μέσα σε μια ψευδεπίγραφη «αντιφασιστική» κολυμβήθρα. Θεωρεί, ότι συλλαμβάνοντας την ηγεσία της Χρυσής Αυγής, επιτέλεσε το «ιερό» καθήκον της προς τη δημοκρατία. Έκλεισε τους λογαριασμούς της με το φασισμό, όπως τον γνώρισε η ανθρωπότητα, μέσα από τον ναζισμό.
Καιρός είναι τώρα να ασχοληθεί «…χτυπώντας πλέον τις μολυσματικές εστίες ανομίας και της άλλης όχθης[1] … Το σκυλολόϊ του ΣΥΡΙΖΑ, των αντεξουσιαστών[2]…», όπως ομολογεί ο σύμβουλος του Σαμαρά, Φαήλος Κρανιδιώτης. Και γι’ όσους δεν έλαβαν καλά το μήνυμα αυτό του πολιτικού συμβούλου, βγήκε ο ίδιος ο Σαμαράς από τη Ουάσιγκτον για να αποσαφηνίσει «Πρέπει να αντιμετωπίσουμε και το άλλο άκρο που μιλάει για έξοδο από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ»[3]. Επομένως από τη μια πλευρά είναι η περίπτωση της Χρυσής Αυγής και από την άλλη πλευρά μια αντιπολίτευση, που ζητάει έξοδο από το ευρώ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Αυτή, η τόσο απλοϊκά «αθώα» θεωρία των δυο άκρων, είναι η πολιτική πλατφόρμα του Αντώνη Σαμαρά. Είναι η πολιτική αντιπαράθεση, που κατά τη λαϊκή ρήση «όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια». Είναι σαφές ότι οι κυβερνώντες αδυνατούν να αντιμετωπίσουν με ευθύ πολιτικό λόγο τις συνέπειες των πολιτικών επιλογών της. Αδυνατούν να αντιπαρατεθούν παλληκαρήσια και με ευθύτητα με τους επικριτές των επιλογών τους. Νομίζουν, πως είναι ευκολότερο, να ενοχοποιήσουν με ΚΥΠατζίστικες σκευωρίες, όσους δεν αποδέχονται τα μνημόνια, χαρακτηρίζοντας τους τρομοκράτες… Αδιαφορούν αν αυτή η επιλογή της είναι το προοίμιο, για ένα νέο διχασμό, για ένα νέο εμφύλιο. Η κυβέρνηση με αναφορές του είδους ότι «δεν θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ κόμμα εντός κοινοβουλευτικού τόξου»[4], επιδιώκει να πλήξει την αξιοπιστία του κύριου αντιπάλου της, αλλά και την ανάγκη να δώσει πειστικές απαντήσεις για τις συνέπειες των πολιτικών επιλογών της.
Αν λοιπόν οι επιλογές της συστημικής συγκυβέρνησης προέκυψαν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης ως δηλαδή μια «κατάσταση εξαίρεσης» κατά τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν (μια κατάσταση όπου η ανάγκη μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα), τότε θα πρέπει να αναγνωρίσει παράλληλα ότι αυτές οι επιλογές, που κατά την κρίση των ίδιων των στελεχών της κινούνται στα όρια της ανομίας, μπορεί να απειλήσουν την ίδια τη δημοκρατία.
Με τέτοιες όμως θεωρήσεις επιχειρείται η συστηματική διαστρέβλωση των αυτονόητων. Για παράδειγμα τι είναι βία; Γιατί ασκείται η βία; Ποιοι καταφεύγουν στη βία και γιατί;
Ως γνωστό υπάρχουν πολλά είδη βίας, σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική, ενδοοικογενειακή, θρησκευτική κ.α., μα χειρότερη απ’ όλες είναι η φτώχεια όπως έχει πει ο Γκάντι. Γι’ αυτή τη βία, δεν μιλάει καθόλου η κυβέρνηση. Ποιος άραγε οδήγησε τον ελληνικό λαό στη ραγδαία φτωχοποίηση του; Ποιος υποτίμησε με συνοπτικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες την οικονομία της χώρας; Ποιος κατάργησε το υποτυπώδες κοινωνικό κράτος; Ποιος χάρισε τα αποθεματικά των ελληνικών ασφαλιστικών ταμείων στους ξένους δανειστές; Ποιος συρρίκνωσε και ιδιωτικοποίησε τη δημόσια υγεία; Ποιος στέλνει καθημερινά, ολοένα και περισσότερους εργαζόμενους στην ανεργία; Ποιος οδηγεί στην ανασφάλεια και στην απόγνωση χιλιάδες πολίτες; Ποιος οδηγεί στην αυτοχειρία χιλιάδες παγιδευμένους σε αδιέξοδα πολίτες; Ποιος έχει φορτώσει στις πλάτες του λαού, αναρίθμητα χαράτσια και φόρους; Ποιος ξεπουλάει τη εθνική περιουσία, στους ξένους τοκογλύφους; Ποιος δε διστάζει να κατασχέσει την περιουσία των πολιτών, ως αντάλλαγμα των φόρων που επιβάλει με κοινοβουλευτική δικτατορία; Ποιος φράζει την ελληνική φωνή στα πέρατα του κόσμου, κλείνοντας τα κρατικά μέσα ενημέρωσης; Για πόσα ακόμη αναρίθμητα ερωτήματα ευθύνονται αυτοί που υιοθέτησαν την «κατάσταση εξαίρεσης», αδιαφορώντας παντελώς για τις συνέπειες της; Για τη βία αυτή θα μιλήσει ποτέ κανείς από τους συγκυβερνώντες; Αλήθεια, απέναντι σ’ όλα αυτά πως θα πρέπει να συμπεριφερθεί ο ταλαιπωρημένος ελληνικός λαός; Τι συνιστούν οι αμείλικτοι κυβερνώντες αυτού του τόπου; Σιωπή; Αποδοχή; Υπομονή; Επιβράβευση;
«Στου αλλουνού τον κώλο, σαράντα ξυλιές δεν είναι τίποτε», λέει ο σοφός λαός, και όσοι δεν αποδέχονται κάτι τέτοιο, έρχεται τότε το επίσημο κράτος δια των δυνάμεων του υπουργείου «Προστασίας του Πολίτη» να τους το υπενθυμίσει, στις συγκεντρώσεις, στα συλλαλητήρια, στις διαμαρτυρίες…
Απάντηση σ’ όλα τα παραπάνω ερωτήματα έρχεται ως μόνιμη επωδός, πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα απ’ αυτόν που έχουν επιλέξει οι κυβερνήτες-υπηρέτες του σημερινού πολιτικού συστήματος. Δεν υπάρχει άλλη λύση στο αδιέξοδο, πέρα της εφαρμοζόμενης. Δεν μπορεί όμως να διαφεύγει της προσοχής σ’ όλους αυτούς, που αυτοπαγιδεύτηκαν στα δικά τους αδιέξοδα, ότι «Η έλλειψη διεξόδων είναι πάντοτε η μητέρα και της βίας…» (Κώστας Τσουκαλάς).
Ή μήπως γι’ αυτούς βία είναι μόνο, η αντίσταση στη βία των μνημονίων;