Εδώ… Πολυτεχνείο; | του Γιάννη Τζιουρά*
Ήταν φθινόπωρο του 1964 όταν φοιτητές του Πανεπιστημίου του Berkley της Καλιφόρνια, έστησαν πάγκους σε διάφορα μέρη του Πανεπιστημίου πληροφορώντας συμφοιτητές τους για το κίνημα των ατομικών δικαιωμάτων ....
που λάμβανε ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις στην αμερικανική κοινωνία. Η πρύτανης του ιδρύματος, και τέως συνταγματάρχης του γυναικείου σώματος πεζοναυτών, απαγόρευσε τις δραστηριότητες αυτές, μεταξύ άλλων και εκείνες που αφορούσαν την πληροφόρηση φοιτητών για πολιτικά θέματα, τις ομιλίες εξωπανεπιστημιακών για θέματα πολιτικής καθώς και δραστηριότητες εράνων για την υποστήριξη κινημάτων ατομικών δικαιωμάτων. Εκείνες τις μέρες, στις 1 Οκτωβρίου, ζητήθηκε από ένα φοιτητή η επίδειξη της αστυνομικής του ταυτότητας από την ομάδα αστυνόμευσης του ιδρύματος. Εκείνος τους αρνήθηκε και έτσι ζητήθηκε η συνδρομή της αστυνομίας η οποία και προέβη στη σύλληψή του. Αμέσως πλήθος φοιτητών περικύκλωσαν το αστυνομικό αυτοκίνητο που θα τον μετέφερε στο τμήμα, ακινητοποιώντας το για πάνω από 32 ώρες. Τις επόμενες ώρες η αμερικανική δικαιοσύνη αθώωσε τον φοιτητή δίνοντας το έναυσμα για την ανατροπή της κατάστασης, που ξεκινούσε από το εσωτερικό των ιδρυμάτων. Δύο μήνες αργότερα και υπό τους ήχους της Joan Baez οι φοιτητές ζητούσαν στα πλαίσια του κινήματος «Ελευθερίας του Λόγου» την άρση όλων των παραπάνω απαγορεύσεων από τη διοίκηση του ιδρύματος.
Τους επόμενους μήνες παρόμοια κινήματα εξαπλώθηκαν παντού ενώ το Μάρτιο του 1967 ένας φοιτητής της Νομικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια ανακάλυψε στη βιβλιοθήκη του Διεθνούς Δικαίου ένα φάκελο με έγγραφα που συσχέτιζαν το Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων, ένα ερευνητικό κέντρο χρηματοδοτούμενο από το Πανεπιστήμιο, με το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ και αφορούσε τη συνεργασία για τον πόλεμο του Βιετνάμ. Ο φοιτητής ξεκίνησε να δίνει στη δημοσιότητα, μέσω πανεπιστημιακών εφημερίδων, πληροφορίες από τα έγγραφα αυτά, ώσπου το FBI ξεκίνησε έρευνα για τον ίδιο. Ένα χρόνο αργότερα, και αφού το γεγονός έλαβε τεράστιες διαστάσεις, φοιτητές στο πλαίσιο των αντιπολεμικών κινημάτων κατά του πολέμου του Βιετνάμ, ζήτησαν τη διακοπή της συνεργασίας του ερευνητικού κέντρου με την Αμερικανική κυβέρνηση, πράγμα που οδήγησε σε εξεγέρσεις και καταλήψεις πολλών ιδρυμάτων, τις οποίες επακολούθησαν επεμβάσεις της αστυνομίας για την παύση τους. Ήταν οι μέρες, που ακολούθησαν τη δολοφονία του Martin Luther King... και... η αμερικανική ιστορία διεκδίκησης των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών βρίσκεται στο ζενίθ της.
Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού μερικά χρόνια αργότερα, τον Φλεβάρη του 1973, και σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, αλλά για παρόμοιους λόγους, φοιτητές του Πολυτεχνείου Αθηνών αποφάσισαν να απόσχουν από τα μαθήματά τους αντιδρώντας για την καταπάτηση κάθε ατομικού και πολιτικού δικαιώματος από τη Χούντα των συνταγματαρχών. Λίγες μέρες αργότερα φοιτητές της Νομικής Αθηνών αντιδρώντας στην υποχρεωτική στρατολόγηση όσων αντιδρούσαν στις νοσηρές διαστροφές των χουντικών, κατέλαβαν το κτήριο της Νομικής και ζητούσαν την ανάκληση του «νομοθετικού διατάγματος» 1347 περί αντιδραστικών νέων. Την επόμενη μέρα, και στο ίδιο μήκος κύματος, στο πλευρό τους και οι φοιτητές της Ιατρικής. Ακολούθησαν συμπλοκές με την αστυνομία, η οποία αν και δεν παραβίασε το πανεπιστημιακό άσυλο προέβη σε συλλήψεις και ξυλοδαρμούς στο πλήθος που συγκεντρώθηκε για να προστατεύσει την έξοδο των φοιτητών. Τους μήνες που πέρασαν, το φοιτητικό κίνημα, με υποστήριξη της κοινωνίας, συνέχισε τις διαδηλώσεις οι οποίες λάμβαναν διαστάσεις σε κάθε μέρος της Ελλάδας. Από τη Θεσσαλονίκη ως την Πάτρα, και από τις διαδηλώσεις των αλιεργατών στην ιχθυόσκαλα Καβάλας έως τις απεργίες των χειριστών της ΔΕΗ στο λιγνιτωρυχείο της Μεγαλούπολης, και από τις κινητοποιήσεις των κατοίκων των Αγ. Θεοδώρων για την ιδιωτικοποίηση των νερών από την Motor Oil ως την ανταρσία του αντιτορπιλικού «Βέλος» στην Ιταλία, η Ελλάδα ήταν ένα καζάνι που έβραζε. Οι ξυλοδαρμοί για την καταστολή τους και τα βασανιστήρια που ακολούθησαν οδήγησαν στο αποκορύφωμα της 17ης Νοεμβρίου όταν ένα από τα τανκς που είχαν συγκεντρωθεί έξω από την είσοδο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου τη γκρέμισε τραυματίζοντας φοιτητές και καταστέλλοντας με τη βία την κατάληψη. Τις ώρες που ακολούθησαν οι δικτατορικές αστυνομικές δυνάμεις καταστολής προσέθεταν νεκρούς στον περίγυρο χώρο του Πολυτεχνείου, μεταξύ αυτών δύο ανήλικων παιδιών και φοιτητών. Κι από εκεί και έπειτα ξεκινά η δική μας ιστορία των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, ιστορία που με το πρόσχημα του «δε φτάνει ο σχολικός χρόνος για τη διδασκαλία της, μιας και βρίσκεται στο τέλος του βιβλίου» δεν διδάσκεται σε μαθητές που βρίσκονται στο κατώφλι της πολιτικής τους ενηλικίωσης. Κάτι σαν omerta δηλαδή.
Αν μη τι άλλο... τιμή και δόξα στους εκείνους νεκρούς αλλά και ζωντανούς στους οποίους εξ' ολοκλήρου χρεώνεται η Δημοκρατία που απολαμβάνουμε σήμερα. Είναι διαφορετικό πράγμα όμως η Δημοκρατία από την ποιότητα της δημοκρατίας που έχουμε σήμερα. Πολλοί από τους ζωντανούς συνεχίζουν να αγωνίζονται για την ποιότητα της δημοκρατίας καθημερινά. Γιατί η δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα μεταλλασσόμενο, και το οποίο δίχως καθημερινή βούληση για την ποιότητά της, δύναται να οδηγεί σε εκπτώσεις από τις αξίες της. Όπως έλεγε και ο A. Hoffman, ένας από τους φοιτητές της εποχής των εξεγέρσεων του Μπέρκλει, «Η δημοκρατία δεν είναι κάτι που μπορείς να ακουμπήσεις το καπέλο σου. Είναι κάτι δυναμικό και κάτι που κάνεις. Αν σταματήσεις τότε καταρρέει η δημοκρατία».
Σήμερα, 40 χρόνια μετά, εκείνοι οι ζωντανοί μεγάλωσαν. Είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία συνταξιούχοι. Σχεδόν όλοι τους έχουν παιδιά, ενώ αρκετοί από αυτούς εγγόνια. Όμως... αν κάνουμε έναν απολογισμό και μια αντίστοιχη προβολή στα επόμενα 40 χρόνια (μια εφαρμογή του futurism δηλαδή)... τι θα δούμε; Αρκετοί από αυτούς τους συνταξιούχους εξαργύρωσαν με το χειρότερο τρόπο τους αγώνες του Πολυτεχνείου. Κι ενώ ξεκίνησε να ανασυγκροτείται ένα κράτος θέτοντας από την αρχή τα θεμέλια των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών, πολλοί παρέκκλιναν από τις αξίες αυτές στο όνομα των οποίων κάποιοι συνομήλικοί τους (αλλά και πολλοί από αυτούς) αγωνίστηκαν. Από τη δημιουργία προϋποθέσεων στην οικονομία που έδινε εργασιακές ευκαιρίες σχεδόν σε όλους, παρέκκλιναν στην καλλιέργεια νοοτροπιών που εξαργύρωνε τις θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα με την αλίευση ψήφων. Μάλιστα, και ενώ το δημόσιο μεγάλωνε, μειωνόταν σταδιακά η αποτελεσματικότητά του, αφού η πλειοψηφία των προϊσταμένων ήταν υπεύθυνη, αν και ακατάλληλα, για την διαχείρισή του. Οι δημόσιες επιχειρήσεις στελεχωνόταν στη συντριπτική του πλειοψηφία από παρατρεχάμενους του πελατειακού κομματικού συστήματος δίχως αξιοκρατία, και οι οποίοι απολάμβαναν το άσυλο, ως ιδιοκτήτες, των δημοσίων αγαθών που διαφέντευαν. Ενίοτε γινόντουσαν βασιλικότεροι του βασιλέως. Αυτό σιγά-σιγά, με το πέρασμα των χρόνων δημιούργησε μικρές νομενκλατούρες που πλέον ρύθμιζαν από την εναλλαγή μονοκομματικών κυβερνήσεων ως τη διαχείριση του δημοσίου πλούτου.
Οι αξίες της κεντροαριστεράς για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη καθώς και ισονομίας αλλά και παροχής ίσων ευκαιριών για όλους, έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης ή καλύτερα σφετερισμού από την πλειονότητα των πολιτευομένων της, οι οποίοι αμαύρωσαν, όπως φαίνεται σήμερα, το όνομα αυτών των αξιών. Οι ευθύνες της δεξιάς αφορούσαν την καλλιέργεια ενός κλίματος επίπλαστης ευημερίας και μάλιστα, ενώ θα ανέμενε κανείς τη ρήξη, στο κρίσιμο χρονικά σημείο της πλήρους δημοσιονομικής εκτροπής, με τις δυνάμεις της συντήρησης, αντιθέτως γίναμε μάρτυρες της πλήρους σύμπνοιας με την καθεστηκυία τάξη που έπλεε σε πελάγη ασυδοσίας. Από τις αθρόες προσλήψεις στο δημόσιο τομέα για δήθεν «κοινωνικούς λόγους» και δίχως αξιοκρατία έως την επιδότηση ιδιωτών για να μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους στα Βαλκάνια στο πλαίσιο σχεδίων ανασυγκρότησης των τελευταίων, μαθηματικά βαδίζαμε στην ανατροπή του ισοζυγίου εργαζομένων ιδιωτικού-δημοσίου τομέα. Όμως αυτοί η γενιά του Πολυτεχνείου δεν λάμβανε υπόψη της πως... η βόμβα της ανατροπής αυτής θα έσκαγε στα χέρια της... και μάλιστα θα έχει επίπτωση και στα παιδιά της, αν όχι και στα εγγόνια της.
Όταν συνεχίστηκε με πλειοψηφίες πάνω από 80% η συνεχής εκχώρηση «εθνικής κυριαρχίας», και δη δημοσιονομικής φύσεως, σε υπερεθνικούς οργανισμούς στα πλαίσια της συμμετοχής μας σε ισχυρό νόμισμα μιας επισφαλούς νομισματικής ένωσης, και απολαμβάναμε το φθηνό δανεισμό αλλά και την αναδιανομή πλούτου άλλων ευρωπαίων φορολογουμένων, η ελίτ αυτή, στα πλαίσια της θεωρίας της εξάρτησης, λειτουργούσε προς όφελος των χορηγών της. Χρήματα που έπρεπε να επενδυθούν στην αναπτυξιακή οικονομία με στόχο τη δημιουργία προϋποθέσεων για εργασιακές ευκαιρίες της ελληνικής κοινωνίας, πήγαιναν σε φαραωνικά έργα μέσω τριγωνικών μεθόδων που εξασφάλιζαν οι μίζες να πηγαίνουν στη χρηματοδότηση του εκλογικού αγώνα των πολιτευτών. Χρήματα που έπρεπε να δημιουργήσουν δομές ανάλογες των ανεπτυγμένων του διεθνούς συστήματος, στους οποίους μας κατέτασσαν οι αγορές δανείζοντάς μας φθηνά, φθηνότερα από άλλους λαούς, διασπαθιζόταν σε πρακτικές αλίευσης ψήφων, μιας και το δημόσιο λειτουργούσε σαν περιστασιακός εργοδότης κρατώντας ομήρους τους εκλογείς. Έτσι... απλώθηκε το δημόσιο. Κάθε χωριό και σχολή, κάθε κοινοτάρχης επανεκλογή. Και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής περιφέρειας; Η ελληνική γη και οι θησαυροί της (όχι εκείνοι που ευαγγελίζονται οι πολέμιοι της παγκόσμιας συνομωσίας για την Ελλάδα); Αυτό ήταν μια άλλη ιστορία. Ήταν προτιμότερο να κάνουμε πως καλλιεργούμε και να τζογάρουμε τους πόρους της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής στο χρηματιστήριο. Άλλωστε δια στόματος υπουργών διαβεβαιωνόταν πως η οικονομία πάει καλά αφενός, αφετέρου αν γινόταν έλεγχος για την αξιοποίηση των επιδοτήσεων και κάτι δεν πήγαινε καλά η επανεκλογή του τοπικού βουλευτή ήταν υπό αμφισβήτηση. Μα... υπήρχαν όμως κι εκείνοι που ξέρουν πως δουλεύει η οικονομία. Εκείνοι τι έλεγαν;
Εκείνοι σήμερα, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, ήταν καλά κλεισμένοι στα καβούκια ευτυχίας και ηρεμίας τους. Πολλοί από αυτούς έγιναν διδάσκοντες στα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα με κριτήρια την κομματική τους πειθαρχία και με μόλις ένα πτυχίο και ένα διδακτορικό αμφίβολης υπόστασης, γινόμενοι μάλιστα οι αυθεντίες της κοινής και μη γνώμης. Τώρα... τι λένε στου άνεργους γονείς των φοιτητών που καλούνται να εξακολουθούν να χρηματοδοτούν με φόρους από το υστέρημά τους τα ιδρύματα αυτά; Τώρα σιγοντάρουν τις καταλήψεις εκείνων οι οποίοι ως ιδιοκτήτες δημοσίων αγαθών αρνούνται να απογραφούν, αλλά και εκείνης της ισχνής μειοψηφίας φοιτητών που μόνη της αποφασίζει την κατάληψη των σχολών, αποφασίζοντας για το πώς πρέπει να λειτουργεί ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα. Μα... αν απογραφούν θα αποκαλυφθεί ποιοι μπήκαν από το παράθυρο. Και τότε; Τι θα πουν στους γονείς οι καθηγητές; Συνεχίστε να μας χρηματοδοτείτε; Εμείς αρνούμαστε να αναδιπλωθούμε εξαιτίας της κρίσης χρέους που άθελά μας δημιουργήσαμε; Και... αν φύγουν τα κόμματα από τα πανεπιστήμια; Πως χτιζόταν οι μέχρι πρότινος κομματικές και πολιτικές καριέρες; Πως εκλεγόντουσαν οι διδάσκοντες; Μα χρειάζονται τα κόμματα στα πανεπιστήμια. Για την ελευθερία της έκφρασης!
Κι εμένα μου λείπουν οι εκπομπές της ΕΡΤ, οι οποίες ήταν καλύτερες από τις αηδίες των εθνικής εμβέλειας και με αμφίβολης άδειας εκπομπής καναλιών. Αλλά μου λείπουν και οι ευκαιρίες και η ισονομία που υποτίθεται πως το Σύνταγμα επιβάλλει. Πολλοί δάσκαλοί μου όμως... παρότι ιερείς του Συντάγματος και των νόμων, συνηγορούν στην μη εφαρμογή των τελευταίων. Και ναι, από τις φωνές του Πολυτεχνείου των εκπομπών του '74 η εκφωνήτρια σήμερα στελεχώνει μία από τις δίχως αξιοκρατία θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρότι αγωνίστηκε, αλλά οι αποψινές φωνές του Πολυτεχνείου δεν έχουν καμία δικαιολογία σ' αυτό που κάνουν. Απλά είναι τα θύματα μιας πολιτικής πρακτικής που καλλιέργησε την πεποίθηση πως το κράτος ταυτίζεται με το δημόσιο και πως οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πρέπει να χαίρουν της ίδια αντιμετώπισης που επιφυλάσσει το Σύνταγμα στου πολίτες του. Διότι... το Κράτος, μπορεί δεν μπορεί, πρέπει να καταβάλλει συγκεκριμένους μισθούς στου υπαλλήλους του παραβιάζοντας την αρχή της ισότητας, όταν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα λόγω της κρίσης που διέρχεται η ιδιωτική οικονομία ως εκ της αναξιοπιστίας του ελληνικού δημοσίου, δεν χαίρουν της ίδιας συνταγματικής προστασίας, μιας και αυτοί μπορούν να πτωχεύσουν ή να απολυθούν.
Το Πολυτεχνείο, όπως και κάθε άλλη αξία στην πολιτική ιστορία, διεθνή και εθνική, σπιλώθηκε γρήγορα και μάλιστα με τον ποιο αισχρό τρόπο. Την εξαργύρωση του αίματος των ανωνύμων αγωνιστών από μια ελίτ που έχει πλέον τα πλοκάμια της σε κάθε άκρη του δημοσίου τομέα, και που μάλιστα δημοκρατικά έχει κατοχυρώσει. Κι εκείνοι που δεν φταίνε για την κατάντια στην οποία έχει περιέλθει σήμερα η ελληνική κοινωνία, πολλοί από εκείνους που σιωπηρά αγωνίστηκαν ή έμειναν ανώνυμοι στον αγώνα για τη Δημοκρατία, κολακεύονται ενίοτε από ιερείς του λαϊκισμού, οι οποίοι προσπαθώντας να εκμαιεύσουν τη στήριξή τους, τάζουν μαγικές σωτηρίες για την επιβίωση των πρώτων.
Θα 'θελα λοιπόν πολύ να ξέρω τώρα αλλά και 40 χρόνια μετά... στο όνομα ποιας αξίας θα δικαιολογήσουν στα παιδιά τους, αλλά και εκείνα στα δικά τους, την εξακολουθούμενη νοοτροπία της συντήρησης, που οξύμωρα συγκρότησε η κεντροαριστερά της αρχής του μεταπολιτευτικού κύκλου και που συνέχισε υποθάλποντας η δεξιά της εποχής της αθρόας φθηνής χρηματοδότησης της ανεπτυγμένης Ελλάδας; Μήπως θα είναι η αξία του λαϊκισμού μιας πονηρής ελίτ;
*ο Γιάννης Τζιουράς, είναι Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμων, και Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ