Ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος το "Φίδι .." του και το Κόκκινο μήλο. |του Β.Π. Καραγιάννη
Πριν χρόνια-Δεκέμβριος ήταν μήπως ή Νοέμβριος με τον Κώστα Ακρίβο (Κ.Α.) θα είχαμε μια συνάντηση από Κοζάνη εγώ πλαγιοπλευρίζων από τα δυτικά και από Βόλο αυτός ανηφορίζων στη Θ. Να παρουσιαστούμε για ν' ανακριθούμε κάπως σε ουδέτερο γήπεδο,
αυτό των φιλολόγων Θ. όπου και θα δίναμε ένα αγώνα χωρίς να διασταυρώσουμε τίποτε, αλλά μια παράλληλη μάλλον επίδειξη των λογοτεχνικών μας επιδόσεων, γνώσεων (κι απογνώσεων ορισμένως). Ο αγώνας ευτυχώς για μένα δεν διεξήχθη διότι η ήττα μου ήταν προδιαγεγραμμένη όσο κι αν δεν προβλεπόταν νικητής κατά την διεξαγωγή. Ο Κ.Α. δήλωσε διπλωματική ή πραγματική ασθένεια, οπότε μονοπώλησα και μυθοπώλησα τη βραδιά στο φιλολογικό ισόγειον της οδού Μπρούφα, παίζων χωρίς αντίπαλο σε ένα φιλολόγιον ακροατήριον γνωστών προσώπων, φίλων και συμπατριωτών, παρακαλώ. Τώρα φαίνεται ήρθε ο καιρός να πραγματοποιηθεί εκείνη η συνάντηση και μάλιστα εντός της έδρας μας. Τίποτε δεν χάνεται στη ζωή τελικά ούτε στο επίπεδο των προθέσεων ούτε των πράξεων ή των επιθυμιών, όλα κάποτε γυρίζοντας ο καιρός γίνονται πραγματικότητα ή έστω κάποιο μέρος της. Εξ αρχής να είναι δηλωμένο πως ο φιλοξενούμενος θα μονοπωλήσει τη βραδιά, την οποία διοργάνωσε το βιβλιοπωλείο Στοά. Αν όχι με το λόγο μόνον σίγουρα με το ενδιαφέρον που προκαλεί ως ένας πολίτης με χίλια τόσα ενδιαφέροντα πρόσωπα όπως περνούν μέσα από το γραπτό του έργο. Εγώ απλώς θα τον συνοδεύσω στην αφήγηση της ζωής και του έργου του σε ενδεικτικά σημεία τους, δι ερωτήσεων, ελαχίστων τοποθετήσεων, αλλά και σιωπών.
Κώστας και το λοιπόν Ακρίβος ή ακριβός ίσως και μονάκριβος, όπως τον νιώθει κανείς.
Εγώ ανεβάζοντας τον τόνο είμαι στο ακριβός όχι στο μονάκριβος γιατί κάποτε μαλώσαμε ορισμένως αλλά το ξεχάσαμε γρήγορα. Οτι ίδιον των ασημάντων είναι να μαλώνουν οριστικά. Βεβαίως συνέπεια αυτού ήταν η πόλη αυτή που την πατούμε στο Κόκκινο μήλο της, να στερηθεί ένα ανθολόγιο των τοπικών συγγραφέων της. Δεν έχασε και πολλά κι εγώ φυσικά απαλλάχτηκα από το άγχος της διαλογής και το άγος της τελικής επιλογής.
Κατ' αρχήν. Σ' αυτή την γκρίζα εντελώς εποχή μας που η οικονομική αγριοκατάσταση και η πολιτική γελοιοκατάσταση έριξε κάτω τον κόσμο, ο Κ.Α. περιηγείται στο γεωγραφικό ελληνικό έδαφος αλλά και της λογοτεχνίας του, ταξιδεύει, γράφει, εκδίδει, υπάρχει, προσπαθεί με τον συναρπαστικό λόγο του και τον ακριβό λογισμό του, να δώσει ζωντάνια στις λυγισμένες μας υπάρξεις κι ακόμα πιο λιγνές διαθέσεις για αντιστάσεις στο αδυσώπητο παρόν.
Ο συγγραφέας ασκείται, απλώνεται κι αφήνεται σε μια πατριδοδιαγνωσία ποικίλης ύλης και θεματολογίας. Το βιβλίο του με το τίτλο «Το φίδι αλλάζει το δέρμα του» μας δίνει βέβαια αφορμή να γδύσουμε κι εμείς κάπως τον σ. στο σώμα της ψυχής του και το δέρμα της γνώσης και της αισθητικής του. Το άγγιγμα του φιδοπουκάμισου φέρνει τύχη κατά πως λένε γιατί όχι και σε εμάς και στους φίλους του Κόκκινου μήλου.
Είπαν πως «απ' όλες τις πράξεις του ανθρώπου οι μόνες χρήσιμες και οι μόνες σκόπιμες είναι η ποίηση και το ταξίδι». Στο βιβλίο ο Κ.Α. ταξιδεύει συνεχώς στην ελλαδική ενδοχώρα με διάφορες αφορμές, κυρίως υποθέσεις βιβλίων ή και απλώς ταξίδι για την βίωση μιας γνώσης, την ενθυλάκωση μιας εμπειρίας με την αποτύπωση τους αρχικά στο μολέσκιν του, στη συνέχεια τον Η.Υ. και τέλος στο βιβλίο, που είναι και το λιμάνι αυτών των ταξιδευτών, το ευλογημένο καταφύγιο κάθε συγγραφέα και κατ' επέκτασιν του αναγνώστη, ίσως.
Ο συγγραφέας κατάγεται από το Βόλο και είναι εκπαιδευτικός, καθηγητής θέλω να πω, φιλόλογος δηλαδή εντελώς. Αλλά πρωτίστως είναι και κάτι πολύ παραπέρα απ' αυτήν την επιστημονική ιδιότητα που περισσότερο προς το βιοποριστικό μαγκανοπήγαδο το φέρνει. Φέρει την ιδιότητα του συγγραφέα αφού στον τομέα της πολλαπλής συν –γραφής έδωσε εξετάσεις, δίνει συνεχώς εδώ και πολλά χρόνια και φυσικά προάγεται σχεδόν με άριστα για έργο ποιότητας και ποσότητας. Με ποδοσφαιρικούς όρους - κι ο Κ.Α., αγαπά το ποδόσφαιρο- παίζει στην πρώτη εθνική των Ελλήνων λογοτεχνών του σήμερα κι αυτή η ομάδα δεν έχει και πολλούς παίκτες προφανώς, αν και είναι παραπάνω από 11 ή 16.
Στο σχολείο πηγαίνει κανονικά αλλά δεν ξέρω πόσο το χνώτο της εφεδρείας τον πλησιάζει.
Τα παιδιά οι μαθητές που τον ζουν στην καθημερινότητά τους, ένας σημαντικά μεγάλος αριθμός, μπορεί και να τον αγαπούν ως δάσκαλο, αλλά το αναγνωστικό του κοινό είναι ευρύτερο κατά πολύ σε ηλικίες, τόπους και κατηγορίες. Τα παιδιά τον θυμούνται, οι αναγνώστες δεν τον ξεχνούν. Αυτό είναι μια διπλή δικαίωση του ανθρώπου και συγγραφέα Κ. Α. Η διπλή του αποδοχή από τους πλέον ευαίσθητους κόσμους του κόσμου μας, είναι μια πρώτης γραμμής αναγνώριση.
Δημοσίευσε ως τώρα 13 βιβλία αμιγώς λογοτεχνικά (συλλογές διηγημάτων και μυθιστορήματα). Συνέθεσε 3 ανθολογίες κειμένων για τόπους, θεσμούς κι ανθρώπους. Μετείχε σε συλλογικά έργα -σ' ένα απ' αυτά ήμουν κι εγώ μαζί, «Μια πόλη ένας συγγραφέας». Μετείχε επίσης στη συγγραφή σχολικών βιβλίων. Από τα μυθιστορήματά του το «Πανδαιμόνιο» μια περιπέτεια κάπως βέβηλη για ορισμένους στο άγιον Ορος και το «Ποιός θυμάται τον Αλφόνς», τα νιώθω μέσα στα κορυφαία λογοτεχνικά, νεοελληνικά αναγνώσματα του καιρού μας.
Διηύθυνε την εκδοτική σειρά «Μια πόλη στη Λογοτεχνία» στις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Τι άλλο; Πολλά μικρά σπουδαία ή και φορές υπηρεσιακής φύσεως υποθέτω υπάρχουν σε εκατοντάδες, χιλιάδες σελίδες δημοσιευμένες, ειπωμένες ή αδημοσίευτες στα ερμάρια του ή στον σκληρό του υπολογιστή. Ενας παθιασμένος της γραφής που δεν σταματά λεπτό να «αυτομαστιγώνεται» και να το απολαμβάνει αφού επέλεξε ή τον διάλεξε η συλλογική μοίρα, να μετέρχεται την τέχνη του λόγου, του συγγραφέα μια τέχνη που απαιτεί να έχεις πάντα μυαλό κι αυτό κι αν είναι ένα είδος βασανισμού.
Πως το 'λεγε ο Εζρα Παουντ σε μετάφραση του Σεφέρη από τις «Αντιγραφές» του;
Θεέ μου, Αφροδίτη, Ερμή, πάτρωνα του κλέφτη,
Δανείστε μου ένα μικρό καπνοπουλειό,
ή στρώστε με σ' όποιο επάγγελμα
Εχτός από το κερατένιο τούτο επάγγελμα του λογοτέχνη,
που όλη την ώρα σου ζητά νά 'χεις μυαλό
Αλλά και της πρακτικής, πνευματικής εργασίας είλωτας σχεδόν, να μετέχει σε πλείστες δράσεις γραμμάτων από το τότε ΕΚΕΒΙ, σε εκδοτικούς οίκους επιμελητής, ομιλίες γενικώς, παρουσιάσεις βιβλίων κι ανθρώπων του πνεύματος, Λέσχες ανάγνωσης, συνέδρια, ημερίδες, άρθρα μέχρι και σε πολιτικά μανιφέστα απαντιέται η ύπαρξή του. Είναι ένας επώνυμος και περιζήτητος ενεργός πολίτης με τα όλα του και τα όπλα του.
Το βιβλίο είναι το 14ο στη σειρά των πεζογραφημάτων του. Οπως και κάθε τι που φέρει όνομα στον κόσμο των ελλόγων πραγμάτων έτσι κι ένα βιβλίο είναι μια υπόσταση διφυής υλική και πνευματική. Σελίδες 450περίπου που σημαίνει χρόνος πολύτιμος ελπίζω με κάποιο χρήμα. Εχει πάνω του κόπο σωματικό κι ιδρώτα χεριών που δεν είναι από σφούγγισμα του μετώπου αλλά από το στράγγισμα στην άκρη των δακτύλων της ψυχής του συγγραφέα ως ένα απόσταγμα καθαρού λόγου από εικόνες, λέξεις, συναισθήματα κ.λπ.
Το ερώτημα του βιβλίου και κεντρικό ζητούμενο όπως αυτό περιγράφεται και στο οπισθόφυλλο, ζητάει απάντηση σε μια περιφρονητικό ερώτημα-σκέψη ενός τούρκου στην Ανδριανούπολη όπου βρέθηκε για συγγραφικές υποχρεώσεις ο εν λόγο είναι το: Είμαστε τυχεροί που γεννηθήκαμε Ελληνες ή νεοέλληνες έστω ή όχι; Εννοείται αποφαίνεται ο Κ.Α. και για να αποδείξει του λόγου το ασφαλές και για να δώσει καταφατική απάντηση στο ερώτημα, αφήνεται σε ταξίδια εντός του τόπου του για την περισυλλογή επιχειρημάτων ή αποδείξεων για τον ερωτήσαντα, για όλους μας τελικά.
Ετσι θα μπορούσε να είναι αν είχε χρεωθεί άνωθεν τέτοιο διακόνημα. Αλλά ο Κ.Α. είναι συγγραφέας και λαβαίνει αφορμή να μας περιφέρει στις γραφές του και σε εκείνα τα ελλαδικά τοπία ή συμβάντα κι ανθρώπους που μας κάνουν να νιώθουμε λίγο πιο πάνω από τον χθαμαλό τρόπο μας, ιδίως σήμερα.
Σ' αυτό το κρίσιμο σταυροδρόμι που είμαστε σαν τόπος αυτές οι πνευματικές επιχειρήσεις αναστύλωσης του ηθικού είναι προσπάθειες όχι σαν των συφοριασμένων Τρώων αλλά σαν εκείνων οι οποίοι ακόμα και ηττημένοι περνούν περήφανοι μπροστά από την ιστορία γιατί δώσαν τη μάχη και δεν το έσκασαν.
Κι έτσι προκύπτει ένα μυθιστόρημα ιδιόμορφο. Ταξιδιωτικό κατά κύριο λόγο αλλά έχει όψη χρονικού, απομνημονευμάτων, μαρτυρίας, οδοιπορικού αλλά και με μυθοπλαστική ουσία. Μια σκιά ανθρώπινη -ο Τσιρίλο- είναι ο συνέκδημός του στα ταξίδια, ο οποίος διαρκώς του θυμίζει, τον τσιγκλά, τον γειώνει, τον καθοδηγεί, και τον οποίο βιώνει ο σ. είτε ως τύχη συλλογική είτε ως θλίψη δημιουργική. Και τα δύο μαζί, με την ταξιδιωτική πτυχή να υπερισχύει καταφανώς αλλά όχι στην κλασσική έννοια περιγραφής του τοπογραφικού και περιβαλλοντικού είναι αλλά μ' αυτήν του ανθρωποκεντρικού τρόπου μέσα στον τόπο στον κάθε τόπο που υπάρχει και υπήρξε και θα συνεχίσει.
Τα πραγματολογικά του στοιχεία ανήκουν στη γνώση όλων μας.
Η Πατριδογευσία του. Ακολουθείς τον σ. και νιώθεις τους τόπους που σε πάει και ως μια Πατριδογευσία πλέον κι όχι ξερή γνώση. Είναι τόσον ελκυστικές οι επιμέρους αφηγήσεις στα μικρά ταξίδια του, οι άνθρωποι που συναντά και οι τόσοι επώνυμοι που ανακαλεί στη μνήμη και παραθέτει λόγους και κείμενα τους, ώστε η απόλαυση του κειμένου να είναι διαρκής κι αμείωτη εκ της συναρπάζουσας και πολύτροπης γραφής του. Αυτά τα δεκάδες πρόσωπα που μνημονεύει στη γύρα του, καταθέτουν κάτι για τον τόπο τους που τον επισκέπτεται κι επιμαρτυρούν, ισηγορούν, πλειοδοτούν.
Στην αφήγησή του έχει δύο δρόμους μπροστά του.
Αυτόν της σημερινής Ελλάδας της εντελώς τωρινής με τα μνημόνια τα αντιμνημόνια, τις οδυνηρές παθογένειες χρόνων και τρόπων. Είναι ο σ. του τώρα και του εντός κοινωνικού, ιστορικού., πολιτικού θέματος χωρίς λαϊκισμούς, ιδεολογικές χοντροκοπιές και κομματικές θρηνωδίες αλλά με τη λεπτότητα και την ωραιότητα του ύφους του, δίνει να καταλάβεις πως αυτός ο τόπος και οι άνθρωποί του, ήδη φιγούρες φοβισμένες επί το πλείστον, αξίζουν καλύτερης τύχης γιατί είναι βαρύτιμα Ελληνες έστω και ως βαρύθυμοι νεοέλληνες.
Και τον άλλο δρόμο της Ελλάδας στη διάρκεια της στο χρόνο. Αυτήν που έρχεται από μακριά, την παράδοση, την Ορθοδοξία, την αρχαιότητα. Σ' αυτούς τους δρόμους συναντά, όπως μόλις είπαμε, και τους απλούς ανθρώπους που ζουν κι αφηγούνται τις εμπειρίες τους και μεταδίδουν μια σοφία ατόφια χωρίς ιδιαίτερες πελεκημένες λέξεις, αλλά και ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης οι οποίοι είτε ενισχύουν αυτή με τις σκέψεις τους είτε υποβοηθούν τον σ. στην κατασκευή κι ανάπτυξη του μυθιστορήματος. Είναι έξοχος τεχνίτης της διαπλοκής και περιπλοκής του μύθου του ο Κ.Α., της αφήγησης του τόσο ενδιαφέροντος βιβλίου που σε κρατά οιονεί αιχμάλωτο και σε 5-6 αναγνωστικές ανάσες, όσα είναι και ταξιδιωτικά κεφάλαια, το κάνεις δικό σου. Το αποθηκεύεις στη μνήμη σου και μαζί με άλλα τα οποία όταν τα λησμονήσεις στην ιστορία τους σ' αφήνει μια ευγένεια ψυχής που συνήθως ονομάζουν μόρφωση άδηλη μεν ως ύλη αλλά είναι μια κατάσταση που νιώθεται σίγουρα απ' όλους.
Ο Κ. Α είναι ένας ταξιδιώτης στην Ελλάδα και καμιά σχέση δεν έχει με εκείνο το ανθρώπινο είδος διπόδων που περιφέρεται με σαγιονάρες και κοντό παντελονάκι ως τουρίστας που φέρει συνάλλαγμα και ισοσκελίζει το οικονομικό μας τίποτα, μια πλαδαρή δηλ. σωματική και πνευματική ουδετερότητα . Αυτός κρατά εν επιγνώσει του τη ράβδο του Οδοιπόρου όπως τον μυθοποιεί ο Στρατής Δούκας, ένα εμβληματικό για τον σ. μας πρόσωπο της ζωής και της νεοελληνικής μας λογοτεχνίας -έχει γράψει γι' αυτόν μια βιογραφία ο Κ.Α. Ράβδος γνώσεως ο τόπος, βακτηρία υποστήριξης οι άνθρωποί του .
Τελικά ο αναγνώστης του παρόντος βιβλίου παίρνει σιωπηλή απάντηση στο ερώτημα του οπισθόφυλλου για το αν είμαστε τυχεροί γενικώς που γεννηθήκαμε, που γεννήθηκε, κι αυτός κι εγώ κι εσύ κι οι άλλοι, Ελληνες. Στον αντίποδα του Ν. Δήμου με τη «Τη δυστυχία του να είσαι Ελληνας» έρχεται το «Φίδι...» να αμφισβητήσει αυτή την μελαγχολική διάγνωση την τόσο πολυδιάβαστη όμως. Ο Κ.Α δεν μας τροφοδοτεί με χαρούμενη γνώση γενικώς και πανηγυρική αλλά με την πολύτιμη υποδόρια αίσθηση του είναι μας κι αυτό το διαπράττει με τρόπο σαγηνευτικό όπως σ' όλα του τα βιβλία του άλλωστε.
Κανείς δεν μπορεί να μεταφέρει τον κόσμο του άλλου στο δικό σου. Νύξεις επί της προσωπικότητας και νίψεις (μοναχικές) στο έργο τους μπορούν απλώς να βοηθήσουν, των καλών προθέσεων πολίτη, στον αγώνα ανάγνωσης είτε της ζωής είτε του βιβλίου που δίνει συνεχώς.