Θα βγούμε τελικά στις αγορές; Ο Μίτος των Μνημονίων | του Γιάννη Τζιουρά*
Τελικά δεν πρόκειται να βγούμε στις αγορές μόνιμα, και αν βγούμε τις επόμενες ώρες ή μέρες αυτό θα είναι στην καλύτερη περίπτωση μόνο
προσωρινό. Κι αυτό γιατί η κατάσταση της οικονομίας μας είναι τόσο ασθενική (η οποία πια επιδεινώνεται από τις ανάγκες των Τραπεζών, και συγκεκριμένα της Eurobank), που ακόμη κι αν κατορθώσουμε να εκδώσουμε ομόλογα αποσπώντας σχετικά φθηνό δανεισμό (σχετικά, το τονίζω), σύντομα θα αντιμετωπίσουμε ένα τεράστιο χρηματοδοτικό κενό το οποίο δεν θα μπορέσει να καλυφθεί (αφού θα ξέρουν την πιστοληπτική μας ικανότητα οι αγορές) με συνέπεια να βρεθούμε μπροστά είτε στην σύναψη μιας ακόμη δανειακής σύμβασης είτε σε διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους μας (αυτή τη φορά του επισήμου τομέα- δημόσιοι δανειστές- κούρεμα).
Και εξηγώ: Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (Blackrock, βλ. http://www.bankofgreece.gr/BogEkdoseis/2013%20Stress%20test%20of%20the%20Greek%20banking%20sector.pdf) το χρηματοδοτικό κενό για την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών ανέρχεται στα 6,4 δις €. Όμως η Ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να καλύψει τα σπασμένα από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, εφόσον δεν επαρκέσουν οι διαδικασίες αυξήσεως των μετοχικών κεφαλαίων των τραπεζών. Το ΤΧΣ όμως δεν έχει απεριόριστα διαθέσιμα και μάλιστα αυτά είναι για συγκεκριμένο σκοπό! Επίσης με το δυσμενές σενάριο άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων λείπει τουλάχιστον περίπου 1 δις € ακόμη. Αυτό από πού θα καλυφθεί; Μήπως με νέο Μνημόνιο; Αν πούμε όχι, διότι το πολιτικό κόστος στην περίπτωση αυτή θα είναι δυσβάσταχτο, τι επιλογές μένουν;
Η πρώτη είναι ένα κούρεμα των δημοσίων δανειστών (Official Sector Involvement), πράγμα που έχουν αποκλείσει οι δανειστές (και ειδικά η Γερμανία), πλην του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (το οποίο δεν διακινδυνεύει τίποτα). Στην περίπτωση αυτή η πιστοληπτική ικανότητα επανέρχεται πάλι στο πάτο. Η δεύτερη είναι ένα κούρεμα καταθέσεων (όπως στην Κύπρο) μετά τη συγχώνευση και εκκαθάριση Eurobank-Εθνικής (έτσι όπως εξελίσσονται τα οικονομικά γεγονότα της πρώτης), πράγμα που θα επιδεινώσει την ήδη προβληματική πιστοληπτική ικανότητα των τραπεζών και της χώρας περαιτέρω. Η τρίτη επιλογή είναι η συνέχιση της δανειοδότησής μας μέσω του EFSF αλλά όχι με νέα χρηματοδότηση αλλά με «ρύθμιση» (επέκταση του τρέχοντος προγράμματος δανεισμού, μάλιστα με αντίτιμο αλλαγές στο επίπεδο των διαρθρωτικών πολιτικών). Το τελευταίο όμως αυτό σενάριο συνεπάγεται συμμόρφωση με τους νέους ευρωπαϊκούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας οι οποίοι δεν προβλέπουν την χρησιμοποίηση των κεφαλαίων του ΤΧΣ για την κάλυψη των σπασμένων των τραπεζών! Αν λοιπόν η κυβέρνηση προβεί στην χρήση των χρημάτων αυτών και π.χ. το φθινόπωρο χρειαστούν περαιτέρω διαθέσιμα (όπως εξηγώ παρακάτω) τότε αυτά αναγκαστικά θα πρέπει να αναζητηθούν μέσω ενός νέου Μνημονίου ή ενός κουρέματος των καταθετών.
Έστω λοιπόν όπως είπαμε πως επιλέγεται η τελευταία επιλογή. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει πολύ μεγαλύτερο χρηματοδοτικό κενό ακόμη και από την Τρόικα λόγω του τρόπου υπολογισμού των κεφαλαιακών αναγκών στα πλαίσια της λογιστικής απεικόνισης των δυνητικών ζημιών από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (τα κόκκινα). Όταν λοιπόν (και αν) τα τελευταία αυξηθούν, ακόμη κι αν δεν είναι τόσα πολλά όσα φοβούνται οι του ΔΝΤ, τότε είναι σαν να ξεκινά μια νέα (μικρή) Ιρλανδική κρίση σε μας. Κατά συνέπεια οι επιλογές της κυβέρνησης, ή της όποιας κυβέρνησης θα είναι τότε, είναι συγκεκριμένες. Ή σύναψη νέας δανειακής σύμβασης, ή αλλιώς ενός τρίτου Μνημονίου, ή κούρεμα. Κι αυτό διότι όπως είπαμε η επέκταση του προγράμματος μέσω του EFSF δεν επαρκεί αφενός, δεν θα νομιμοποιηθεί αφετέρου. Γι’ αυτό ακόμη και 1 δις € να λείπει θα πρέπει να βρεθεί, πέραν του ότι θα καταστρέψει την όποια ανάκτηση της πιστοληπτικής μας ικανότητας.
Το θέμα είναι πως το ΔΝΤ είναι υπερβολικά πιο αισιόδοξο στις προβλέψεις του για την πρόοδο του πλεονάσματος στη χώρα μας από τη Blackrock. Αυτό σημαίνει πως ακόμη και με τις αισιόδοξες προβλέψεις δεν μπορεί να παραγνωρίσει τις συνέπειες που θα προκύψουν από τα κόκκινα δάνεια. Η προσωπική μου εκτίμηση είναι πως προσωρινά ορθώς η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται το timing για την έκδοση ομολόγων, πράγμα που ίσως βελτιώσει την πιστοληπτική μας ικανότητα. Από τη στιγμή όμως μιας αξιολόγησης πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 6 μήνες προκειμένου να μπούμε πάλι στις λίστες των investment grades. Όμως στο εξάμηνο αυτό αναμένεται να σκάσει η βόμβα των κόκκινων δανείων. Εάν είναι μεγάλη και περάσουμε στο όποιο δυσμενές σενάριο θα απαιτηθούν περισσότερα χρήματα από όσα μπορεί να διαθέσει το ΤΧΣ. Άρα στην περίπτωση αυτή θα χρειαστεί Μνημόνιο ή κούρεμα καταθέσεων (των καταθετών της Eurobank που θα τα μεταφερθούν μετά την εκκαθάριση στην Εθνική). Κι αυτό γιατί το EFSF λειτουργεί με συγκεκριμένους κανόνες (παράλληλα με την εποπτεία εκ μέρους της ΕΚΤ) ενώ ένα κούρεμα μοιάζει όνειρο θερινής νυκτός μιας και δεν κατορθώσαμε να εκμεταλλευτούμε την Προεδρία της Ε.Ε. (κάνοντας χρήση του δικαιώματος που μας δόθηκε με την απόφαση του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012 περί ελάφρυνσης του χρέους). Επιπροσθέτως και οι δανειστές δεν μπορούν να νομιμοποιήσουν δίχως πολιτικό κόστος στους πολίτες τους κούρεμα ή παρέκκλιση των κανόνων του ευρωσυστήματος. Έχουν κι εκείνοι εκλογές.
Άρα οι εναλλακτικές ενός νέου (μικρού) Μνημονίου με αντίτιμο διαρθρωτικές αλλαγές ή ένα κούρεμα καταθέσεων καταθετών της συγχωνευόμενης τράπεζας (των μεγάλων καταθετών- των λεγόμενων «επενδυτών») είναι αυτές που η όποια κυβέρνηση του φθινοπώρου θα κληθεί να επιλέξει. Συνήθως οι αριστερές κυβερνήσεις επιλέγουν τη δεύτερη εναλλακτική. Θα δείξει… ή μάλλον μένει να δούμε πολλά ακόμη σε τούτη τη χώρα που πεισματικά αρνείται να αναδιαρθρώσει εκείνους τους τομείς στην οικονομία της που την οδήγησαν και την κρατούν μέσα στην κρίση. Όσο υπάρχει το πρόβλημα του Μινώταυρου της συντήρησης και της πεισματικής άρνησης των ευεργετικών μεταρρυθμίσεων που θα απεγκλωβίσουν όλη την κοινωνία, τόσο θα συνεχίσουμε να σωζόμαστε από τα κουβάρια των Μνημονίων. Το πρόβλημα είναι ο τρόπος λειτουργίας του δημοσίου (όχι το δημόσιο, αλλά ο τρόπος λειτουργίας του το κόστος του και η αποτελεσματικότητά του), η κρατικοδίαιτη οικονομία των ημετέρων και η άδικη (ενίοτε στα όρια της νομιμότητας) φορολογία που οξύνει τις υφιστάμενες ανισότητες και όχι τα Μνημόνια. Άλλος είναι ο εχθρός στο λαβύρινθο. Για άλλον μπήκαμε, και όχι το κουβάρι.
*Ο Γιάννης Τζιουράς είναι Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμων,
Υπ. Διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου, Νομική ΑΠΘ