Αποκριά από δίπλα... |του Β.Π. Καραγιάννη
Τα ύστερα χρόνια της τουρκοκρατίας (αρχές του 20ου αι.) ένα τυχαίο αδελφοκτόνο συμβάν
τις μέρες των μεταμφιεσμένων κωδωνοφόρων της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, οδήγησε τον Βαλή Μοναστηρίου ν' απαγορεύσει αποκριές και μεταμφιέσεις στην Κοζάνη. Το περιστατικό περιγράφει ωραία ο σημαντικός λογοτέχνης του μεσοπολέμου Κ. Τσιτσελίκης στο διήγημά του "Της Μπήλιως τα νημόρια». Η απαγόρευση «θρήνον» έφερε στην πόλη. Μετά πολλά παρακάλια και «μεσολαβήσεις» ο πασάς συμφώνησε να ξαναρχίσει το έθιμο με μια ιστορική διαταγή του που έλεγε: «Μουσατέν μπιτιούν Κοζαναλάρ (Κοζανίτες) μασκαρασί ολσουνλάρ» ήγουν επιτρέπουμε σ' όλους τους Κοζανίτες να γίνουν μασκαράδες αφού έτσι θέλουν». Χιούμορ στο χιούμορ ο πασάς.
Εκτοτε κάθε αποκριά η πόλη με τους φανούς κυρίως και τα γύρωθεν αυτών συμβαίνοντα, δια-λύεται. Είναι η δεκαήμερος εθνική λαογραφική γιορτή της. Τον καιρό που διατελούσα «διευθυντής του βιβλίου» όπως προσφυώς μ' αποκάλεσεν ένας θυμόσοφος κόπανος της πόλης, δύο χρόνια 1998-1999 διοργάνωσα εκδηλώσεις τη βδομάδα της αποκριάς με τους αμφίσημους τίτλους : «Αποκριά από μακριά», και «Τα από χρονια ίδια" που περισσότερο την δική μου βαρυθυμία διαδήλωναν ως τίτλοι. Στην κατάμεστη Κοβεντάρεια αίθουσα λόγος αποκριάτικος, τραγούδια, σάτιρα, ποιήματα, χοροί αλλά και απρόοπτα συμβάντα. Μια χρονιά εντελώς απροειδοποίητα εισέβαλαν στο χώρο ο αυτοσχέδιος σύλλογος της μιας βραδιάς με την επωνυμία «Αζμπορτς» και με μουσική τους συνοδεία τους Γυαλιστερούς (λόγω χρώματος προσώπου και γυαλισμένων οργάνων) κι ανέβηκαν στη σκηνή εκτέλεσαν σοβαροί το πρόγραμμα τους κι απήλθαν για το γλέντι στον άγιο Δημήτριο. Αλλη φορά μπήκε στη αίθουσα κι επί σκηνής η συνοδεία του φανού «Μπουντανάθκα» - καμιά σχέση με ό,τι ηχητικά δήλωνε ο τίτλος αλλά ήταν παραφθορά των Μεγδανάθηκων-και τραγωδούσε:
« Το βιβλίο Καραγιάννη
δεν ταιριάζει στην Κοζάνη κ.λπ.»
Ο αρχιτραγουδιστής του φανού είχε γραμμένο το τραγούδι σε μια χαρτοσακούλα απ' αυτές που βάζει τις σαρδέλες ο ψαράς. Το έλεγε και το επαναλάμβανε ο χορός αλλά και το ακροατήριο κάπως· κι εγώ! Είχα ήδη περάσει στην τοπική λαογραφία έγινα δηλονότι εφήμερα «αθάνατος» της αποκριάς.
Από τότε ξέσπασε κι ανθεί η θεατρική εκδοχή του πράγματος. Θίασοι εμφανίστηκαν και διασκέδαζαν με τα έργα τους στο τοπικό ιδίωμα τους πολίτες που προσέρχονταν στις μεγάλες αίθουσες για να γελάσουν ήθελαν δεν ήθελαν. Θεατρικά (ξεκαρδιστικά) γράφονται για τις ανάγκες των ημερών (Γ. Παφίλης, Μ. Μαρκόπουλος). Αλλά ο αρχιερέας αυτών είναι ο κ. Γιάννης Πλόσκας, ο τουπίκλην και Γιάντς Λένκους, με τους Κασμιρτζήδες του που ηγεμονεύει δικαιωματικά στο χώρο και τον τρόπο.
- Ω οι ωραίες ημέρες...» τότε και τώρα ή «Τότι κι τόρα» που έγραφε ο Λ. Παπασιώπης στο κοζανίτικο ιδίωμα ποιήματα νοσταλγίας εξαίσια.