Γιατί τα «σπάσαμε»; | Του Γιάννη Στ. Αποστολίδη*
Πέντε μήνες διαπραγματεύσεων. Πέντε μήνες αναμονής και υπομονής, μια ζεστό μια κρύο. Κάθε φορά που γινόταν ορισμένα βήματα στη
διαπραγμάτευση, κάτι γινόταν και ξαναγυρνούσαμε από την αρχή και μάλιστα σε νέες κάθε φορά θέσεις από την άλλη πλευρά. Είχαμε βλέπεις αρωγούς στην προσπάθεια της κυβέρνησης τους υποστηρικτές του «μένουμε Ευρώπη». Λες κι εμείς που μένουμε Ελλάδα, δε μένουμε Ευρώπη!
Εμείς θέλαμε να συζητήσουμε το πρόβλημα της χώρας και αυτοί επέμεναν να συζητήσουμε μόνο το δημοσιονομικό κενό και πως θα καλυφθεί. Με τα δικά τους μάλιστα δεδομένα, τις δικές τους ιδεοληψίες, που μας οδήγησαν εδώ που φθάσαμε. Που έπεσαν έξω σε όλα. Μα σε όλα. Δεν ήθελαν να ακούσουν για άλλη πολιτική, ακόμη και όταν εκ των πραγμάτων αποδεικνύονταν ότι η άλλη πολιτική έφερνε καλύτερα αποτελέσματα.
Τη συζήτηση για το χρηματοδοτικό κενό (της χρηματοδότησης του προγράμματος) και ιδιαίτερα το ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα του χρέους, την απέφευγαν όπως ο διάβολος το λιβάνι.
Με την κατάθεση την περασμένη Δευτέρα της πρότασης από τον Έλληνα πρωθυπουργό, που περιλάμβανε και συμπληρωματική πρόταση για το χρέος, τα ψέματα τελείωσαν. Όλοι οι ηγέτες της Ε.Ε., αναγνώρισαν ότι η πρόταση αυτή, αποτελούσε μια καλή βάση για συμφωνία. Μια καλύτερη συμφωνία, ασύγκριτα καλύτερη, από αυτή που τελικά, από την πλευρά των θεσμών, προτάθηκε.
Με την επίτευξη όμως συμφωνίας, τελείωναν, όμως, ταυτόχρονα και τα όνειρα για αριστερή παρένθεση. Σαμαράς, Θεοδωράκης, Γεννηματά, έδωσαν σκληρή μάχη για να σταματήσουν τη διαφαινόμενη συμφωνία και το πέτυχαν. Ήταν εκεί και έτοιμοι να συζητήσουν το σχηματισμό νέας κυβέρνησης, η οποία θα έπαιρνε κάτι παραπάνω από όσα κατάφερε η κυβέρνηση (σε υποσχέσεις, όπως την προηγούμενη φορά) για να συνεχίσει την ίδια και σκληρότερη πολιτική και τον εξανδραποδισμό των ελλήνων.
Είναι επίσης σαφές, πως τραπεζικό σύστημα στη χώρα δεν θα υπάρξει – με το δικό τους τρόπο στήριξης (ανακεφαλαιοποίηση με δανεικά της χώρας) – αν δεν προχωρήσουν δηλαδή στην κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων των δανειοληπτών, σε εξευτελιστικές τιμές, για να τα πουλήσουν στη συνέχεια σε ακόμη εξευτελιστικότερες στα «κοράκια» των αγορών.
Από τις 645.000 επιχειρήσεις που εξακολουθούν να υπάρχουν (στην πενταετία που προηγήθηκε, έχουν κλείσει 300.000 επιχειρήσεις), η προηγούμενη κυβέρνηση δια στόματος υπουργού, έλεγε ότι αγωνίζεται να κρατήσει ζωντανές 150.000 περίπου επιχειρήσεις. Αν σε αυτές προστεθούν και οι 80 με 90.000 επιχειρήσεις που δεν έχουν προβλήματα με τις τράπεζες, τότε καταλαβαίνουμε ότι 400.000 επιχειρήσεις θα πρέπει να οδηγηθούν στο κλείσιμο και στη χρεοκοπία. Με συντηρητικές εκτιμήσεις, το 1.200.000 και πλέον σημερινοί άνεργοι, θα ξεπεράσουν τα 2.000.000 πολίτες.
Είναι σαφές ότι η ανεργία δεν αντιμετωπίζεται – με τη δική τους λογική – χωρίς άλλους 500.000 τουλάχιστον νέους μετανάστες, χωρίς την εκτίναξη της μερικής απασχόλησης, της εκ περιτροπής απασχόλησης, της ανασφάλιστης και απλήρωτης εργασίας.
Όλο το προηγούμενο διάστημα εγκαλούνταν η ελληνική πλευρά, ότι υπάρχουν κανόνες και διαδικασίες που έπρεπε να σεβαστεί, και δεν το έκανε. Η επιδίωξη ήταν να μη γίνει η συζήτηση συνολικά για το χρέος, να μη συζητηθεί η αποτυχία του ελληνικού πειράματος και να αναζητηθεί λύση στο «ελληνικό» πρόβλημα. Οι κανόνες όμως για τους σημερινούς ιθύνοντες στην Ευρώπη, είναι όπλα στα χέρια των ισχυρών που χρησιμοποιούνται για την υποταγή των αδύνατων. Με μεγάλη ευκολία τους παρακάμπτουν όταν δεν τους βολεύουν, ακόμη και καταχρηστικά. Έτσι, παράτυπα σταμάτησαν τη ροή ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, ενώ σύμφωνα με τις δικές τους αξιολογήσεις, οι τράπεζές μας είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες.
Κλείνουν τις ελληνικές τράπεζες για να φοβηθεί ο λαός και να ψηφίσει ΝΑΙ στην πολιτική τους. Ναι στην αύξηση της δόσης του λάθους φάρμακου, όπως έλεγε ο πρώην πρωθυπουργός. Ναι στην καταστροφή της χώρας, τη διάλυση της οικονομίας, την υποταγή της κοινωνίας.
Το δίλλημα δεν είναι ΕΥΡΩ ή ΔΡΑΧΜΗ. Κανένας σήμερα στο κυβερνητικό στρατόπεδο δεν ισχυρίζεται ότι θα έπρεπε ή πρέπει να αποχωρήσει η χώρα από την Ευρωζώνη. Πολύ περισσότερο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όσοι λοιπόν λένε δήθεν ΝΑΙ στην Ευρώπη, λένε ναι στη συμφωνία που έβαλαν οι θεσμοί πάνω στο τραπέζι, ως κείμενο προς υπογραφή, λένε ΝΑΙ στην υποταγή.
Επειδή όμως, οι ωφελούμενοι από τη σημερινή κατάσταση είναι λίγοι, ξεδιπλώνεται μια επιχείρηση παραπλάνησης, όπου το ΟΧΙ γίνεται προσπάθεια να ταυτισθεί με ΟΧΙ στην Ευρώπη και το ΕΥΡΩ.
Το ερώτημα είναι απλό:
Θέλεις ανεργία, φτώχεια, κλείσιμο επιχειρήσεων;
Το ερώτημα αυτό επιδέχεται μόνο μία απάντηση:
ΟΧΙ, ΜΕΓΑΛΟ, ΣΤΑΘΕΡΟ, ΠΕΡΗΦΑΝΟ.