ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟ ΠΗΓΑΙΝΑΜΕ ΚΙ ΟΛΟ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΛΕΓΑΜΕ - ΤΟΥ Β.Π. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ
«Χαρά να σε γιαούρτωνα εκεί που ρητορεύεις...»
Επιτέλους ένας εκτονωτικός στίχος που γίνεται πράξη και μάλιστα σε καθεστώς υψηλής δημοσιότητας εκ της οποίας ο γιαουρτωθείς πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας εργαζομένων νεοελλήνων κ.λπ. κινδυνεύει στις αμέσως επόμενες εκλογές να εκλεγεί βουλευτής. Σε όποιο να ‘ναι κόμμα δεν έχει σημασία αφού αυτά που μας εκπτώχευσαν είναι ένα ακριβώς και το αυτώ ή το ένα χειρότερο από τ’ άλλο. Τα οποία εντούτοις κερδισμένα θα βγουν και πάλι απ’ αυτή την κόλαση που επιφυλάσσουν στους οπαδούς τους αλλά και στους μη δικούς τους, ειδικά σ’ αυτούς. Ο γιαουρτοβληθείς και οι συν αυτώ κουστουμο-γιακιάδες της εργατικής τάξης ήταν καθοριστικά δεκανίκια της παρούσας μακροχρόνιας κρίσης. Ορθώς αποδοκιμάσθηκε τοιουτοτρόπως από τους κατ’ εξακολούθησιν περιπαιγμένους. Το αλληλογρονθοκόπημα που ακολούθησε με τους διαδηλωτές ήταν μια φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων μας που πάνε και θα πάνε κάθε μέρα και στα χειρότερα. Τόσο καιρό βολευόμασταν χωμένοι ηδονικά στο σάπιο σύστημα. Τώρα θα το πληρώσουμε. Θα αλληλοχτυπηθούμε αγρίως όλοι μας· τα γιαούρτια δεν είναι τίποτα, απλώς μας λευκαίνουν μερικώς. Ο στίχος του Δ. Σαββόπουλου έχει άμεση θέση και σχέση με την παραπάνω διαδικασία. Ρητορία του άδειου, δημόσια φλυαρία, κοροϊδία, κυβερνητικός συνδικαλισμός δηλαδή εργατοπατερικός εσμός, το συνακόλουθο βουλευτιλίκι, το ΠΑΜΕ μια βόλτα στο πουθενά, ο αριστεριδηθενισμός κ.λπ. γυμνάσματα και το γιαούρτι σε κάθε περίπτωση μόνη αντίδραση.
Σημ. ένδον. Δεν μπορώ, δηλαδή δεν ξέρω, για ν’ αναρτήσω εδώ και δίπλα το έξοχο τραγούδι από τη Λιλιπούπολη το «Γιαουρτοπόταμο» ή «Το άσπρο χρώμα». Ετσι για μια αντίδραση.
Παρασκευή βράδυ των Γ’ Χαιρετισμών στη Ρωσική, τούτη τη φορά, εκκλησία και μια υπέροχη ολιγομελή μεικτή χορωδία από τον γυναικωνίτη πήγαινε τον κανόνα των Χαιρετισμών 5 προς 1 στην ελληνική και ρωσική. Εδινε νόμιζες ρεσιτάλ σε μια υποφερτά αδειανή εκκλησία-αίθουσα. Οι Σλάβοι του πράγματος (όσοι το μπόρεσαν να έρθουν αφού απεργούσαν τα μέσα μαζικής κυκλοφορίας κι η κίτρινη αθηναϊκή λέπρα εξυπηρετική αλλά πανάκριβη) βαθύτατα πιστοί προσκυνούν τις εικόνες με τα χείλη και το μέτωπο. Συλλογιζόμουν τα δικά μας εκκλησιαζόμενα όντα της επιτήδευσης και του θεαθήναι και κάπως ένιωθα.
Η πόλη άδεια, φοβισμένη από τους διαδηλωτές, τα μέτρα, τα δακρυγόνα. Μέχρι και τον Γλέζο βάρεσαν οι ανοήμονες.
Η Πανεπιστημίου στο ύψος του ασύλου, κατειλημμένη κατά τα 2/3 της από τους απολυμένους της Ολυμπιακής. Αυτοί που κάποτε διορίστηκαν φιλώντας ό,τι πιο χυδαίο διέθετε ο δικομματισμός της πολιτικής μας ευτέλειας. Μέρες και νύχτες τώρα εκεί.
Τι άραγε; Μάλλον τα αυτοκίνητα και μόνο, αφού όλα τ’ άλλα πέρασαν και μάλιστα αβρόχοις ποσί. Μικρό μποτιλιάρισμα, στροφή και έληξε. Ενας μοτοσυκλετιστής μαλώνει με απολυμένους γιατί θέλει να περάσει από το πεζοδρόμιο. Δεν τον αφήνουν. Σ’ αυτόν σταμάτησε η δουλιά. Διαμαρτύρεται ότι τα πεζοδρόμια δεν περιλαμβάνονται στην ύλη των εργατικών καταλήψεων αφού είναι τα «μεγαλύτερα σχολεία της ζωής» κι ως εκ τούτου ανήκουν στην αρμοδιότητα της εκπαίδευσης πάσης βαθμίδος. Αψιμαχίες. Πεζοδρομιακός αυτοματισμός.
6 Μαρτίου 2010. Στον Ιανό. Ακούω φωνές στο πατάρι.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος στο μικρόφωνο, με λευκή τη γενειάδα του χρόνου ως γιαουρτωθείς, δίπλα του ο ασπρομούστακος(!) Δ. Παπαδημούλης και παραδίπλα ο βαθύπιλος και λευκοπώγων Μ. Ρασούλης. Ολα λευκά και ωραία. Μιλούν για το βιβλίο «Κιλελέρ 1910» του Θωμά Ψύλλα εκ Λαρίσης.
Στο λεωφορείο επιστροφής στέκομαι στα άρθρα της «Καθημερινής» για την περφόρμερ Μαρίνα Αμπράμοβιτς («... Δεν παίρνω ούτε ασπιρίνη για τα κρυολογήματα. Δεν θέλω τίποτε που να αλλοιώνει αυτό που αισθάνομαι, να με αποσυνδέει από την πραγματικότητά μου», και την ποιήτρια Ανν Σέξτον («Είναι τόσο γυμνή και μοναδική./Είναι το άθροισμα του εαυτού σου και του ονείρου σου./Σκαρφάλωσέ την σαν μνημείο, βήμα το βήμα./Είναι στέρεη.// Ως προς εμένα, είμαι μια νερομπογιά/Ξεπλένομαι.) (Από τη συλλογή της «Ερωτικά ποιήματα» μετ. εισαγωγή, επίμετρο Ευτυχίας Παναγιώτου, εκδ. Μελάνι).
Πίσω στην πόλη παίζει σε πρώτη προβολή επί της δυτικομακεδονικής γης το «Χιόνι της Σαχάρας» και κλάμα οι κυρίες αμυγδαλιές!