ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΠΟΥ ΠΛΗΓΩΝΑΜΕ – ΤΟΥ Β.Π. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ
Στο καφέ του ΚΤΕΛ Κοζάνης ο εσπρέσσο έχει 1,70 ευρώ παροότι αυξήθηκε η βενζίνη. Περιμένω το λεωφορείο από Θεσσαλονίκη. Αρχισα να διαβάζω το προτελευταίο βιβλίο του Μένη Κουμανταρέα “Το show είναι των Ελλήνων” (εκδ. Κεδρος) με τις τρεις μεγάλες διηγήσεις. Η πρώτη “Μια μέρα απ’ τη ζωή τους” αναφέρεται, δηλαδή αναπλάθει, μια δεξίωση σ’ ένα μεγάλο, αστικό αλλά πρωτίστως πνευματικό σπίτι της Αθήνας, τη δεκαετία του ’30, του ζεύγους Κώστα και Ελένης (Αλκης Θρύλος) Ουράνη. (Οθωνος 8 εκεί που σήμερα στεγάζεται το ομώνυμο κοινωφελές ίδρυμα τους). Εκεί μαζί με όλα τα επιφανή πρόσωπα της τέχνης και των γραμμάτων της Αθήνας και του καιρού συναντιούνται ο συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας (παγκόσμιο όνομα αργότερα) Δημήτρης Μητρόπουλος και ο Κωνσταντίνος Καβάφης. Τις προάλλες μου ’ρθε ένα μέιλ με κάτι σαν ανακοίνωση για τον …Κώστα Π. Καβάφη, όπως λέμε δηλαδή ...Αλέκος Ε. Παπαδιαμάντης. Με την ευκαιρία μόλις κυκλοφόρησε το 9ο τεύχος από τα «Παπαδιαμαντικά τετράδια» (εκδ. Δόμος), έμπλεα ακριβής ύλης περί Αυτού, τα οποία επιμελείται ο ιεροφάντης των παπαδιαμαντικών ερευνών, Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος που ησυχάζει, σε πλήρη πνευματική δράση, στη Χαλκίδα. Είπα όμως Ουράνη και θυμήθηκα πως ακόμα δε φάνηκε η ζωοποιός ενιαύσια χορηγία του ιδρύματος προς την «Παρέμβαση» (δίνουν και σε άλλα περιοδικά εννοείται). Μήπως μας την πήρε κι αυτήν η μπάλα των λίαν «επιτυχημένων» της οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής μας χρεοκοπίας;
Πίσω στη δεξίωση και το διήγημα. Οι δύο μεγάλοι τα λένε ευγενώς κι ευπρεπώς κατά το ήθος και το ύψος τους στην ποίηση και τη μουσική. Ο Μ. Κ. αναπλάθει αυτή τη φανταστική συνάντηση λες κι ήταν παρών και μια δημοσιογραφική (οιονεί) παρουσία την μετατρέπει σε πραγματική λογοτεχνική ουσία. Το 1924 ο Δ. Μητρόπουλος μελοποίησε δέκα ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη και μ’ αυτό το έργο, όπως γράφουν αυτοί που γνωρίζουν, είναι ο πρώτος Ελληνας συνθέτης που εγκατέλειψε το «λειτουργικό» τονικό και προχώρησε στην ατονικότητα. Σε παγκόσμια πρώτη εκτέλεσε το έργο το 1927 στην αίθουσα συναυλιών του Ωδείου Αθηνών.
Εν τω μεταξύ τι θέλω να πω μπλεγμένος μες στις λέξεις;
α. Τις γιορτές που πέρασαν, από το βιβλιοπωλείο των εκδόσεων του ΜΙΕΤ στην Θεσσαλονίκη και επί της Τσιμισκή, αγόρασα από τον ταμειακό πάγκο του, ένα κόκκινο σιντί, το οποίο περιλαμβάνει τα έργα: Γιάννη Χρήστου «Εξη τραγούδια σε ποίηση του Τ. Ελιοτ», Μάνου Χατζιδάκι «Τριλογία από τις Βάκχες (Β’ Στάσιμο-Χορός) του Ευριπίδη», Δημήτρη Μητροπούλου «10 Inventions (Επινοήματα) - Κ. Καβάφης». Στο πιάνο ο Γιώργος Κουρουπός και στη φωνή ο Σπύρος Σακκάς· εικαστικό εξώφυλλο Νίκου Κούνδουρου. Ολα έδειχναν και ήταν υψηλών προδιαγραφών. Το άκουσα μια φορά κι έκτοτε ησύχαζε στην αντίστοιχη στίβα των σιντί. Σήμερα με χαλασμένο λόγω της μαρτιατικής χιόνος του τοπικού αναμεταδότη του ΤΡΙΤΟΥ, το ακούω συνεχώς, σχεδόν υποχρεωτικά για να το ...εμπεδώσω. Θέλει αρκετά ακούσματα. Είναι δύσκολο όσο και η ποίηση που περιέχει. Δεν είναι για εύκολους αναγνώστες κι ακροατές. Ευτυχώς δηλαδή γιατί έτσι όπως πάμε θα μας τα ισοπεδώσουν όλα, και θα ισοπεδωθούμε ταυτόχρονα όλοι μας μέσα στο κοινό χυλό της πολιτικής και πολιτιστικής χυδαιότητας που μας κατακλύζει.
β. Από χρόνια εκκρεμεί μαζί με μερικές δεκάδες, μήπως κι εκατοντάδες άλλα αδιάβαστα, η ανάγνωση του ογκωδέστατου, κοντά 800 σελίδες, βιβλίου του WILLAIM R. TROTTER: «Ο ιεροφάντης της μουσικής. Η ζωή του Δημήτρη Μητροπούλου», από τις εκδόσεις Ποταμός. Ηταν κι αυτό ένα τούβλο στο μεγάλο τείχος της αδιαβασίας μου, πίσω από το οποίο οχυρώθηκα και τώρα έτσι όπως υψώθηκε μπροστά μου, γύρω μου και πλάι, απλά με ζεσταίνει, γιατί τα βιβλία έχουν και μονωτικές ιδιότητες. Τα νιώθω κι ας ούτε που τ’ αγγίζω, να μου μεγαλώνουν το τείχος, τρωικό έγινε, που δεν περιμένει την άλωσή του. Εμείς θα αλωθούμε κι αυτό όχι μόνο θα κρατά αλλά θα μεγαλώνει και στο τέλος θα μαζέψει τα δικά μας συντρίμμια. Ποιός ξέρει; Μήπως όμως είναι και το καβαφικόν με το οποίο έκλεισα τους άλλους ή κλείστηκα εγώ απ’ έξω; Βιβλιοτοιχωμένος ίσως να νιώθω μια ασφάλεια ύπαρξης στο χτες και στο αλλότριο, με την απόσυρσή μου σ’ ένα αλυσιμελή κόσμο καταφυγής με αυτόν τον αλυσιτελή τρόπο φυγής.
Ηρθε φαίνεται η σειρά της βιογραφίας του Δημήτρη Μητρόπουλου.
«Κουράγιο αναγνώστα» όπως έγραφε ο Ντιούραντ στην «Παγκόσμια ιστορία του πολιτισμού» του (11 ή 13 τόμοι με άπειρες σελίδες).
ΥΓ. Περί το εσπέρας επισκέφτηκα τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, 7 χρόνια μετά. Εψαχνα να βρω σε παλιά έντυπα κάποια σχέση του Γ. Σακελλάριου με το Λόρδο Μαύρον, οι οποίοι συναντήθηκαν στην αυλή του Αλή Πασά το 1810. Στο διάδρομό της και στον πίνακα ανακοινώσεων κρέμεται ακόμα η αφίσα του ΕΚΕΒΙ για τα 50 τόσα χρόνια από το θάνατο του Γρηγορίου Ξενόπουλου· την είχαμε βάλει τότε. Αυτό τα δηλώνει σχεδόν όλα. Ακούω, διαβάζω, βλέπω από μακριά, όσα γίνονται στο χώρο αυτό και κάτι σαν λύπη με μουσκεύει. Ποια απώλεια να σε θλίβει άραγε; Αυτήν που έχασες τον αγαπημένο βι(βλ)ιότοπό σου ή η προϊούσα φθορά του. Στο μισό της αναγνωστήριο μερικοί μαθητές διαβάζουν τα μαθήματα της αύριον και στο υπόλοιπο με τους Η.Υ. δυο τρεις νεαροί σερφάρουν στο δωρεάν ίντερνετ και στα φέις μπούκ τους! Πόσα μπορούσαν και μπορούν να γίνουν και τίποτε δε γίνεται με το πολύτιμο κι άχρονο υλικό της, αυτό που είναι δηλαδή η πραγματική Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης! Ο χρόνος περνάει. Το τίποτα το διαδέχεται το καθόλου κι αυτό παραδίνεται στο ανύπαρκτο, για να κλείσει ο Κύκλος με την κιμωλία του Μπρεχτ. Τα αυτονόητα και παιδαριώδη που ακούγονται φαντάζουν ως ξαφνικά η αμάθεια να ανακάλυψε την ημιμάθεια και ως εκ τούτου θριαμβολογεί ανά τας οδούς με τους Χάρτες. Το σκάνδαλο (;) με την ψηφιοποίηση βιβλίων και εντύπων της (500.000 ευρώ), το πνίγουν όπως όπως, επί του παρόντος, φοβισμένη η δημοτική αρχή και το ίδιο περιδεές και άσχετο, Δημοτικό Συμβούλιο. Οσοι υπηρετούν εκεί τα βιβλία, τόσο λίγοι στην κυριολεξία και ίσως και μεταφορικά αλλά και τόσο το μπορούν. Οσοι αποφάσιζαν ή αποφασίζουν γι’ αυτό το μέγιστο χώρο της τοπικής ιστορίας και γραμμάτων, δείχνουν ένοχοι εσχάτης ανικανότητας, πνευματικής οκνηρίας, ξένοι κι αδιάφοροι επί της ουσίας του, θανάσιμα ανεπαρκείς για τη συνέχειά του. Σε ένα τόσο σημαντικό χώρο η «Ανοδος της ασημαντότητας» του Κ. Καστοριάδη μετεξελίσσεται στον θρίαμβο, όχι των μετριοτήτων, αλλά των πολιτικά αδιάφορων και πολιτιστικά ασήμαντων.
Εκεί που ο χώρος αυτός έπρεπε να σφύζει από δημιουργική, πνευματική κίνηση και ζωή (η Βιβλιοθήκης της Βέροιας, 60 χιλιόμετρα παρακάτω, απέχει έτη φωτός) μια αφόρητη μαθητική ρουτίνα κυοφορεί το ακόμα πιο δυσοίωνό της αύριο.
ΥΓ. 2 Σε μια φανταστική Νέκυια ο κ. Δήμαρχος, με κομμένη την καβαφική του κραβάτα από τις επιχώριες Νύμφες και Δρυάδες που εξήλθαν από το τραγούδι των Νιμπελούγκεν, στο ρόλο του Οδυσσέα, κατεβαίνει στον Αδη (άλλωστε κι ο ομώνυμός του άγιος έκοψε εκεί τετραήμερη βόλτα), να ρωτήσει τις ιστορικές σκιές της Κοζάνης και να μάθει το μέλλον αυτού και της πόλεώς του. Πόσο θα ντρέπονταν οι ψυχές- σκιές των Ν. Π. Δελιαλή και Β.Γ. Σαμπανόπουλου για το που έφεραν τη Δημοτική Βιβλιοθήκη τους· κι αντί να ορμήσουν προς το αίμα της θυσίας, κατά τον ομηρικό τρόπο, θα φεύγαν προτροπάδην από μπροστά του περίλυπες αλλά και με μια κηλίδα περιφρόνησης στην αόρατη ύλη τους.
Επτά Μακεδόνες Ποιητές στην Κοζάνη διαβάζουν ποιήματα τους Λαογραφικό Μουσείο ώρα 7 και 30 το βράδυ
α. Πέντε νέοι ποιητές της Κοζάνης διαβάζουν ποιήματά τους στο χώρο της παμπ Γκάλερι μετά της 9 το βράδυ
3. Τρίτη 23/3
α. Στο χώρο αναμονής του ΚΤΕΛ Κοζάνης πολίτες της πόλεως διαβάζουν ελεύθερα ποιήματα που διάλεξαν οι ίδιοι και έχουν σαν θέμα «Το ταξίδι» ή κάτι παραπλήσιο αυτού. Ωρα 8.30 το βράδυ.
β. Τα ΜΜΕ ενημέρωσης της πόλης και της περιοχής (εφημερίδες, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα) ανοίγουν τους τρόπους τους στην ποίηση.