Επιδημίες νεοεθνικισμού
Αν παρατηρήσουμε τις εξελίξεις στην Ελλάδα από το 1967 μέχρι σήμερα θα διαπιστώσουμε ότι σε τακτά διαστήματα μας πλήττουν επιδημίες νεοεθνικισμού. Η δικτατορία Παπαδόπουλου / Ιωαννίδη καλλιεργούσε από την πρώτη στιγμή της στην εξουσία τη φαντασίωση ότι θα πραγματοποιούσε την ένωση της Κύπρου με τη Ελλάδα στη βάση του Σχεδίου Ατσεσον – πιστεύοντας ότι είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη των ΗΠΑ και την ανοχή της Τουρκίας.
Από το 1964, ήδη, είχαν προταθεί από την αμερικανική κυβέρνηση του Λίντον Τζόνσον διάφορες εκφάνσεις αυτού του σχεδίου, που σερβίρονταν στην Ελλάδα με τη μορφή της Ενωσης και στην Τουρκία με τη μορφή της Διχοτόμησης. Το μείγμα εγκληματικής αφέλειας και αφροσύνης των «συνταγματαρχών» τους οδήγησε σε μια ολέθρια σύγκρουση με τον εκλεγμένο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον οποίο κατηγορούσαν ως «ανθέλληνα και προδότη». Επειτα από επανειλημμένες προσπάθειες να αναγκάσουν τον Μακάριο σε παραίτηση ή να τον δολοφονήσουν, έφθασαν στο κολοσσιαίο λάθος του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974. Οι Τούρκοι, που χρόνια περίμεναν μια τέτοια λαμπρή ευκαιρία, εισέβαλαν στη Μεγαλόνησο χωρίς να συναντήσουν μεγάλη αντίσταση – μια και η Κύπρος ήταν βαθιά διχασμένη από τους πραξικοπηματίες. Η χούντα στην Αθήνα, απολύτως ανέτοιμη να αντιμετωπίσει τους εισβολείς, παρέδωσε την εξουσία στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ψελλίζοντας ότι «οι Αμερικανοί μας πρόδωσαν». Αλλά, η ανεπανόρθωτη ζημιά είχε πλέον γίνει.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μας έπληξε ένα δεύτερο κύμα νεοεθνικισμού με λιγότερες, ευτυχώς, αρνητικές συνέπειες. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε λήξει, καθώς ο υπαρκτός σοσιαλισμός είχε αποδειχθεί ανεφάρμοστος. Το τείχος του Βερολίνου είχε γκρεμιστεί και οι χώρες του Συμφώνου Βαρσοβίας έπαιρναν τον μεταβατικό τους δρόμο προς την οικονομία της αγοράς και την πολυκομματική δημοκρατία. Δυστυχώς, στα δυτικά Βαλκάνια, ιδίως στην πρώην Γιουγκοσλαβία, ενεργοποιήθηκαν ηγέτες (π. χ., Μιλόσεβιτς, Ιζετμπέκοβιτς και Τούτζμαν) που συνέδεσαν την πολιτική τους επιβίωση με τον άκρατο εθνικισμό, ο οποίος αντικατέστησε τη χρεοκοπημένη πλέον κομμουνιστική ιδεολογία. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν να αιματοκυλίσουν και να διασπάσουν τη χώρα τους.
Αλλά και στην Ελλάδα, παραδόξως, επιστρατεύτηκε ένα είδος αντανακλαστικού εθνικισμού, με αφορμή το θέμα της ονομασίας του μικρού, βόρειου, γειτονικού μας κράτους. Τεράστια συλλαλητήρια έγιναν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη με την Εκκλησία να πρωτοστατεί αλλά και ανάλογη πολιτική ενθάρρυνση από την τότε κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας (ιδίως τον νεαρό και φιλόδοξο υπουργό της των Εξωτερικών) και από την αξιωματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ, η οποία σύσσωμη καταδίκαζε κάθε ίχνος συμβιβαστικής προδιάθεσης. Ετσι καταλήξαμε στη «σκοπιανοποίηση» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, απορρίπτοντας προτάσεις του διεθνούς παράγοντα (π. χ., μια σύνθετη ονομασία για τους βόρειους γείτονες που θα εμπεριείχε τον όρο Μακεδονία), οι οποίες σήμερα γίνονται ασμένως αποδεκτές από το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών μας δυνάμεων.
Το τρίτο κύμα της νεοεθνικιστικής επιδημίας βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη στις μέρες μας. Εν μέσω της γιγαντιαίας χρηματοπιστωτικής κρίσης, με την οικονομία μας υπό αυστηρή διεθνή επιτήρηση, με τις παγκόσμιες αγορές να προφητεύουν την πτώχευση και με την επιβολή επώδυνων μέτρων λιτότητας, μια ενισχυμένη ομάδα δεξιών και αριστερών υπερπατριωτών έχει και πάλι σηκώσει κεφάλι. Μια συγχορδία –από μικρής κυκλοφορίας εφημερίδες και περιοδικά, ανήσυχες τηλεοπτικές εκπομπές, εγχώρια και ομογενειακά μπλογκ, αλλά και προσωπικότητες με τεράστια ακτινοβολία στην Ελλάδα και τον κόσμο (όπως ο Μίκης Θεοδωράκης) – έχει υιοθετήσει έναν έντονα εισαγγελικό λόγο. Οι νεοεθνικιστές μας, επωφελούμενοι από τη βαθιά (και δικαιολογημένη) απογοήτευση του ελληνικού λαού απέναντι στο σύνολο των πολιτικών μας δυνάμεων, καλλιεργούν ψευδαισθήσεις για μία υπερκομματικού, αν όχι μεταφυσικού, τύπου «εθνοσωτήρια λύση». Καταγγέλλουν τον πρωθυπουργό και τον υπουργό του των Εξωτερικών ότι ασκούν «μυστική διπλωματία» με στόχο να «κουκουλώσουν» τις εκκρεμότητες στα εθνικά μας θέματα στο Αιγαίο, τη Θράκη και την Κύπρο. Δεν εξαιρούν της κριτικής και την αξιωματική αντιπολίτευση, με δεδομένη τη «συμβιβαστική» της κατατομή κατά τα πεντέμισι χρόνια της πρωθυπουργίας του Κώστα Καραμανλή. Χαϊδεύουν με κάθε τόνο τα αυτιά των Ελλήνων πολιτών, υποσχόμενοι αμύθητα ενεργειακά πλούτη που κατ' αυτούς κρύβονται στον βυθό της θάλασσας (στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ)). Κακίζουν, συγχρόνως, όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις που επί δεκαετίες δεν αξιοποίησαν τα πλούτη αυτά, λόγω του «φοβικού συνδρόμου» που τις διακατέχει απέναντι στην Τουρκία. Κατακεραυνώνουν τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ενωση για ανεπαρκή στήριξη των ελληνικών αιτημάτων, προτείνοντας «πολυδιάστατες / πολυγαμικές» πολιτικές με τολμηρά ανοίγματα προς Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, και άλλους. Τέλος, και αυτό είναι πολύ ανησυχητικό, απειλούν άτομα που αυτοί θεωρούν «μειωμένης εθνικής συνειδήσεως» με ποινικές συνέπειες.
Στη δύσκολη καμπή που βρίσκεται η χώρα μας χρειάζεται καθαρή σκέψη, ψυχραιμία και ορθολογισμός. Απαιτούνται ριζικές μεταρρυθμίσεις και βαθιές τομές που πρέπει να γίνουν στο πολιτικό μας σύστημα, αλλά με απόλυτο σεβασμό στο Σύνταγμα και τους δημοκρατικούς μας θεσμούς. Κεντρικός άξονας της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής είναι η συμμετοχή (και παραμονή) στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ευρωζώνη. Αυτό δεν αποκλείει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, την Κίνα, την Ινδία, τη Βραζιλία, τον αραβικό κόσμο, το Ισραήλ, και πάει λέγοντας. Το τελευταίο πράγμα, όμως, που χρειαζόμαστε είναι να ανοίξουμε νέα μέτωπα με την Τουρκία, καθώς η χώρα αυτή προχωρεί προς τις εθνικές της εκλογές (τον Ιούνιο) και προς ένα αβέβαιο πολιτικό μέλλον. Ας αντιληφθούμε, επί τέλους, ότι ο ρεαλισμός και η σύνεση δεν έχουν καμία σχέση με τις υπερφίαλες κατηγορίες των νεοεθνικιστών περί εθνικής μειοδοσίας και πολιτικής δειλίας.
* Ο κ. Θεόδωρος Κουλουμπής είναι ομότιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Αθηνών.
απο την Καθημερινή