Περί συγχωνεύσεως σχολείων..... και παιδείας....
Με αφορμή τη συγχώνευση των σχολείων, τα προβλήματα της ελληνικής παιδείας ήρθαν πάλι στο προσκήνιο. Η εικόνα πάντα σταθερή και αναλλοίωτη!
Με όση ψυχραιμία μας απομένει,
(μέσα στον πανικό της γενικής διάλυσης),ας προσπαθήσουμε επιτέλους να δούμε κατάματα κάποια πράγματα.
Σήμερα στην παιδεία το αδιέξοδο είναι ολοκληρωτικό, από την πρώτη ως την έσχατη βαθμίδα και πτυχή. Ο κάθε εκπαιδευτικός, ο κάθε γονιός, ο κάθε μαθητής ή φοιτητής μπορεί να το βεβαιώσει.
Έχω κουραστεί να ακούω και να υπηρετώ χρεοκοπημένες μεταρρυθμίσεις, αναχρονιστικές αγκυλώσεις των αναλυτικών προγραμμάτων, ανάπηρους νόμους –πλαίσια, ατελέσφορες διοικητικές «βελτιώσεις».
Το Υπουργείο Παιδείας πλειοδοτεί σε λαϊκισμό με την κατάργηση σχολικών μονάδων. Ποιά κίνητρα την υπαγόρευσαν; Θα ήταν κωμικό να μιλήσουμε για παιδαγωγική σκοπιμότητα. Όσο για τα κριτήρια για την επιλογή αυτών δεν τηρήθηκαν και εφαρμόστηκαν κατ' επιλογή.
Οι πράξεις του Υπουργείου Παιδείας ενισχύουν το τεράστιο έλλειμμα εμπιστοσύνης που ήδη υπάρχει. Μία ακόμη φορά ο πολιτικός λόγος δεν τολμάει να εξαγγείλει την ουσιαστική αιτία των πράξεων.
Ποιος είναι ο σκοπός της εκπαίδευσής μας; Μένει πάντα μετέωρο το νόημα της εκπαιδευτικής πρακτικής.
Στην εποχή της «βιομηχανοποίησης» της γνώσης και της πληροφορίας, όπου η μηχανική δύναμη και η ανθρώπινη μυϊκή προσπάθεια παραχωρούν με γρήγορους ρυθμούς τη θέση τους στις τεχνολογικές καινοτομίες και στην κωδικοποιημένη γνώση, το ελληνικό σχολείο δείχνει να ζει στο δικό του κόσμο. Και λέω δείχνει και όχι οπωσδήποτε ζει, γιατί θέλω να ελπίζω!
Εδώ και δεκαετίες η παιδεία κατέχει επικίνδυνα χαμηλή θέση στην κλίμακα προτεραιοτήτων της ελληνικής πολιτείας, σε μια εποχή που όλοι, παγκόσμια, συμφωνούν ότι αυτή αποτελεί την μόνη ελπίδα των λαών για πρόοδο και κοινωνική δικαιοσύνη.
Χρειάζεται να διαθέτει κανείς μεγάλα αποθέματα κουράγιου και αισιοδοξίας προκειμένου να υποστηρίξει ότι το ελληνικό σχολείο μπορεί να πορευτεί προς τον εικοστό πρώτο αιώνα με ικανότητα προσαρμογής και προοπτική επίτευξης των εθνικών στόχων στον τομέα της παιδείας.
Το απαράδεκτα χαμηλό επίπεδο δαπανών, η ανυπαρξία μακροχρόνιου σχεδιασμού και η έντονη κομματικοποίηση του χώρου, αποτελούν τις βασικές αιτίες της πολυεπίπεδης κρίσης που διέρχεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Πως είναι δυνατόν να πείσουν οι αρμόδιοι ότι δεν υπάρχουν χρήματα για την παιδεία όταν συχνά και με μεγάλη ευκολία διαγράφονται χρέη εκατοντάδων δισεκατομμυρίων σε οργανισμούς και επιχειρήσεις που οφείλονται σε κακοδιαχείριση και όταν, όπως λέγεται, δεν έχει γίνει σωστή αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων, αλλά και κατανομή σε επιμέρους τομείς;
Είναι απαραίτητο να εισαχθούν διαδικασίες ελέγχου της νομιμότητας των δαπανών που θα ανταποκρίνονται στις ιδιαιτερότητες των σχολικών μονάδων, θα εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και θα στηρίζονται στην αρχή της μετρησιμότητας των δαπανών. Όμως δεν πρέπει η όλη προσπάθεια να εξαντλείται εκεί. Σήμερα η πράξη έδειξε, πως σχεδόν κανένας δεν ενδιαφέρεται για την αποτελεσματική χρήση των πόρων, που αποτελούν θυσίες του ελληνικού λαού.
Κλείνουν σχολικές μονάδες προκειμένου το κράτος να καλύψει άμεσες ανάγκες και πλήρως ανελαστικές δαπάνες αυτών. Ο στόχος όμως του «Δημόσιου σχολείου» δεν είναι σωστό να επιτευχθεί σε βάρος της ποιότητας των σπουδών.
Η διαφάνεια των αποφάσεων και των συναλλαγών και η αποτελεσματικότητα στη χρήση των πόρων, θα ήταν ένδειξη σεβασμού στις θυσίες του λαού και κριτήριο αξιολόγησης των επιδόσεων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Η αξιοκρατία στην εκπαίδευση η αξιολόγηση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου συνιστούν βασικές αρχές λειτουργίας της.
Η έλλειψη πόρων επομένως και η θεσμοθετημένη χαλαρότητα που επικρατεί σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης οδηγεί σε υποβάθμιση των σπουδών. Και είναι περισσότερο από βέβαιο ότι υποβαθμισμένη δημόσια εκπαίδευση αποτελεί τον καταλληλότερο Δούρειο Ίππο για την ανάπτυξη της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Αν η πολιτική εξουσία, για λόγους αδράνειας ή πολιτικού κόστους, αφήσει τα πράγματα να προχωρήσουν όπως εξελίσσονται σήμερα, τότε είναι περισσότερο από βέβαιο ότι τη λύση θα δώσουν οι δυνάμεις της αγοράς με ότι αυτό συνεπάγεται.
Όταν η Βουλή ψήφιζε τη σχετική νομοθεσία για δωρεάν παιδεία, ασφαλώς πίστευε ότι με αυτήν θα έθετε βάσεις για ίση μεταχείριση όλων των Ελλήνων στον τομέα της παιδείας. Για τη σωστή αξιολόγηση της θέσης αυτής είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι η παιδεία είναι δωρεάν μόνο για τα συγκεκριμένα άτομα που μετέχουν στα αγαθά της, δηλαδή τους μαθητές και τους φοιτητές. Για το σύνολο της κοινωνίας η δωρεάν παιδεία δεν είναι δωρεάν. Τελικά κάποιος πρέπει να πληρώσει το λογαριασμό και φυσικά αυτός ο κάποιος δεν μπορεί να είναι άλλος, από τον ελληνικό λαό, από τον απλό φορολογούμενο.
Η ίση μεταχείριση όλων των κοινωνικών ομάδων και στρωμάτων στο θέμα της παιδείας προϋποθέτει ότι η συμβολή κάθε κοινωνικής τάξης στις δαπάνες είναι ανάλογη με τη συμμετοχή της στα αγαθά της εκπαίδευσης.
Επίσης με τη μορφή που έχει σήμερα στη χώρα μας η δωρεάν παιδεία είναι μόνο στους νόμους. Η «βοήθεια στο σπίτι» ή στο φροντιστήριο ξεκινάει από το Δημοτικό και κορυφώνεται στην προετοιμασία των μαθητών για να πάρουν μέρος στις εξετάσεις για τα Ανώτατα Ιδρύματα. Οι δε δαπάνες συντήρησής τους συνεχίζονται όταν εισαχθούν σ'αυτά.
Το θέμα της παιδείας είναι ιδιαίτερα σοβαρό και πολυσύνθετο, γι'αυτό δεν πρέπει να εξετάζεται ούτε με λογιστικούς και νομικούς όρους ούτε με όρους μνημονίου, και ιδεολογικές προκαταλήψεις. Επίσης πρέπει να γίνει κατανοητό πως οι αρνητικές επιπτώσεις από αποφάσεις που παίρνονται τώρα, θα φανούν μετά από πολλά χρόνια και θα είναι μη αναστρέψιμες.
Το Υπουργείο Παιδείας δεν μας έπεισε. Όλοι ακούμε για Πολυδύναμα σχολεία και κανείς δεν γνωρίζει γι'αυτά. Όλοι γνωρίζουμε πως τα φορτωμένα αναλυτικά προγράμματα δεν αποδίδουν σήμερα. Πως σκοπός δεν είναι να συσσωρεύει ο μαθητής πληροφορίες, αλλά να μαθαίνει το πώς και που θα βρεθεί η πληροφορία. Να μάθει πώς να μαθαίνει. Αυτό όμως που βιώνουμε στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, είναι το δίπολο, παραδόσεις -εξετάσεις.
Γνωστά και θεμελιώδη και επείγοντα όλα αυτά. Γνωστή και η πολιτική ευφυΐα της σημερινής υπουργού. Άγνωστος παράγων είναι μόνο η τόλμη της και οι σύμβουλοί της.
Δημοτική Σύμβουλος*