Πώς συμπιέζεται το έλλειμμα χωρίς πρόσθετα μέτρα
του Ευ. Σημανδράκου
Στο 10,5% ως προς το ΑΕΠ, έναντι στόχου 9,4%, έκλεισε τελικά το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας το 2010, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που ανακοίνωσε η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία Eurostat.
Όπως επισημαίνει το υπουργείο Οικονομικών, η μείωση από το 15,4% το 2009 ..
στο 10,5% το 2010 είναι η μεγαλύτερη που έχει επιτευχθεί ποτέ στην Ελλάδα ή σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της ευρωζώνης σε ένα έτος.
Ωστόσο, πίσω από τους ψυχρούς αριθμούς, η αλήθεια είναι ότι ακόμα και μια μόνο μονάδα μείωσης του ελλείμματος συνεπάγεται στην πράξη οδυνηρή επιδείνωση του επιπέδου διαβίωσης για εκατομμύρια πολίτες, δεδομένου ότι αντιστοιχεί σε ποσό περίπου 2,3 δισ. ευρώ. Όσο δηλαδή εκτιμάται ότι απέφεραν οι τελευταίες μειώσεις μισθών που έγιναν στο πλαίσιο του μνημονίου, σε μισθωτούς και συνταξιούχους του δημοσίου (σε δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματα αδείας).
Υπό αυτή την έννοια, η απόκλιση του 1,1% σε σχέση με τον κυβερνητικό στόχο αποτελεί εξόχως αποκαλυπτική είδηση, που πρέπει να προβληματίσει όλους όσους ασχολούνται με τη χάραξη της οικονομικής πολιτικής. Γιατί η απόκλιση αυτή σηματοδοτεί μεταξύ άλλων τη σταδιακή εξάντληση των αντοχών της κοινωνίας στις συνεχιζόμενες θυσίες χάριν της δημοσιονομικής προσαρμογής. Στον ελληνικό λαό, που έχει μέχρι τώρα συνεισφέρει με αιματηρές θυσίες στη θεαματική αυτή μείωση του ελλείμματος κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, εμφανίζεται κόπωση, καθώς λιγοστεύουν τα αποθέματα πόρων που μπορούν να διατεθούν από τα ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού για να καλύψουν τις «μαύρες τρύπες».
Συνεπώς, το κυβερνητικό επιτελείο οφείλει να αναζητήσει εναλλακτικούς τρόπους μείωσης του ελλείμματος σε επίπεδα συμβατά με τις ανειλημμένες υποχρεώσεις που απορρέουν από το μνημόνιο. Για παράδειγμα, μια αναδιαπραγμάτευση των όρων δανεισμού της χώρας με ορισμένες τουλάχιστον ομάδες πιστωτών θα μπορούσε να έχει θεαματικά αποτελέσματα σε απόλυτα μεγέθη.
Πώς όμως; Μα με μείωση του δανειστικού επιτοκίου φυσικά. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από τη Eurostat, το σύνολο του δημόσιου χρέους ανήλθε το 2010 σε 328 δισ. ευρώ. Αν υποτεθεί ότι το μέσο κόστος του επιτοκίου εξόφλησης αυτού του χρέους ανέρχεται σε 5%, οι ετήσιοι τόκοι εξυπηρέτησης ανέρχονται στο διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 16,5 δισ. ευρώ. Δηλαδή, από το σύνολο του ελλείμματος των 24 δισ. ευρώ (στο οποίο αντιστοιχεί το 10,5% του ΑΕΠ), τα 16,5 δισ. αποτελούν τόκους για την αποπληρωμή δανείων.
Είναι ευνόητο ότι μια μείωση του επιτοκίου σε ρεαλιστικά επίπεδα, ας πούμε στο 1,5%, δηλαδή σε επίπεδα ελαφρώς πάνω από τα επιτόκια της διατραπεζικής αγοράς, θα είχε θεαματική επίδραση στο δημόσιο έλλειμμα. Θα μιλούσαμε τότε για περιορισμό του κατά 11,5 και πλέον δισ. ευρώ ή βελτίωση κατά περίπου 50% από τα σημερινά 24 δισ. ευρώ. Κι αυτό μόνο και μόνο μειώνοντας το κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους! Χωρίς δηλαδή να παρθούν πρόσθετα μέτρα σε βάρος μισθωτών και συνταξιούχων!
Φυσικά αυτό θα μπορούσε να γίνει με τη συναίνεση των πιστωτών και όχι άναρχα, όπως πολλοί υποστηρίζουν, δεδομένου ότι και το ελληνικό κράτος θα διευκολύνονταν στην αποπληρωμή του χρέους βάζοντας σε μια σειρά τις πληρωμές του, αλλά και οι διάφοροι πιστωτές θα διασφάλιζαν την ομαλή εξόφληση των τοκομεριδίων των ομολόγων με μια μικρή υποχώρηση των απαιτήσεών τους. Ενώ επιπρόσθετα, ο διακανονισμός κατ' αυτό τον τρόπο θα έδινε σήμα και στις αγορές ότι η ελληνική κυβέρνηση βαδίζει σε σταθερές βάσεις έχοντας πλήρη έλεγχο των δημοσιονομικών μεγεθών. Γεγονός που σε συνδυασμό με την αναμενόμενη από του χρόνου επάνοδο του ΑΕΠ σε ρυθμούς ανάπτυξης, θα επέτρεπε τη σταδιακή απεξάρτηση της χώρας από τις χρηματοδοτικές ενέσεις της τρόικας και την έξοδό της στις διεθνείς αγορές για τη χρηματοδότηση του υπόλοιπου χρέους.
Πέραν όμως των αριθμών και των διαπιστώσεων που προαναφέραμε, το ζητούμενο για μια σύγχρονη και προοδευτική κοινωνία είναι η αναδιάρθρωση της σκέψης και της συμπεριφοράς μας. Οι μέχρι τώρα αποτυχημένες πρακτικές επιτάσσουν να αντισταθούμε στη διατήρηση της παθογένειας που μας οδήγησε στο χείλος του γκρεμού.