Εθνικός διάλογος για τον πολιτισμό | του Θέμη Μουμουλίδη
Η εξελίξεις στο Ελληνικό Φεστιβάλ, απέδειξαν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο, αδυναμίες «συστήματος διαχείρησης», ενός ακόμη κορυφαίου θεσμού πολιτισμού. Αποκάλυψε ακόμη την ύπαρξη ενός συμπαγούς «παρασκηνίου» , το οποίο δρα συλλογικά και επιδιώκει να συντηρήσει φαινόμενα «μονοκαλλιέργειας» ,
στο χώρο της καλλιτεχνικής έκφρασης.
Τίθενται επομένως, αυτονόητα ερωτήματα: Μπορεί κάτι να αλλάξει στον χώρο του ελληνικού πολιτισμού και των πολιτιστικών θεσμών της χώρας; Μπορεί να υπάρξει σαφές και ορατό βήμα εξόδου από φαινόμενα παρακμής; Είναι θέμα [μόνο] προσώπων η καλλιτεχνική διεύθυνση θεσμών; Γιατί πριν από την πολύ σοβαρή συζήτηση για τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η καλλιτεχνική διεύθυνση των πολιτιστικών θεσμών, δεν προηγείται μια συζήτηση πολύ σοβαρότερη , για ανανέωση και επαναπροσδιορισμό λειτουργίας των εθνικών θεσμών πολιτισμού;
Αμφιβάλλει κανείς πως σημαντικοί θεσμοί πολιτισμού, αρχίζουν και παρουσιάζουν εμφανή σημάδια κόπωσης στη λειτουργία τους; Θα συζητηθούν τα αίτια; Πως θα εκσυγχρονιστεί η λειτουργία τους; Η κυβέρνηση της αριστεράς, οφείλει , σήμερα περισσότερο από ποτέ,μέσα σε ένα ασφυκτικό για την κοινωνία οινομικό κλίμα, να επικαιροποιήσει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τον πολιτισμό. Οφείλει παράλληλα να ξανασυζητήσει το εν λόγω πρόγραμμα , να το εφαρμόσει με τρόπο ρεαλιστικό και να το εναρμονίσει με την σύγχρονη πραγματικότητα.
Ο πολιτισμός σήμερα, περισσότερο από ποτέ, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει ισχυρό πυλώνα ανάπτυξης. Να συνδεθεί – όπου κριθεί χρήσιμο - με τον τουρισμό, αλλά και την οικονομική ανάπτυξη. Υπάρχουν τομείς όπου η ανεργία μπορεί να ανακάμψει θεαματικά, αρκεί να υπάρξει σχέδιο. Στο χώρο του πολιτισμού σήμερα δραστηριοποιούνται περισσότεροι από 200 χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας.
Η εκκίνηση ενός εθνικού διαλόγου για τον πολιτισμό, με βασικό κορμό το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι επιβεβλημένη. Μόνο έτσι θα σταματήσει η «διαχείρηση» και θα προκύψει δημιουργικό όραμα ικανό να εμπνεύσει , να ενθαρρύνει και να δώσει νέα ώθηση στον ελληνικό πολιτισμό. Είναι επίσης, απαραίτητη η δημιουργία διαρκούς διαύλου επικοινωνίας με τους έλληνες δημιουργούς και καλλιτέχνες, ώστε το αποτέλεσμα να είναι προιόν σύνθεσης δημιουργικών προτάσεων κάθε ενδιαφερόμενου. Σημαντική πολιτική επιλογή η δημιουργία Γενικής Γραμμαρείας Σύγχρονου Πολιτισμού.
Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα, σειρά σημαντικών δημιουργών- καλλιτεχνών που θα μπορούσαν με υψηλού επιπέδου επάρκεια να διευθύνουν καλλιτεχνικούς θεσμούς. Η κρίση που διαχρονικά παρατηρείται θα εκλείψει με την προυπόθεση πως οι θεσμοί θα λειτουργούν εντός σαφούς πλαισίου λειτουργίας. Δεν υπάρχει κρίση προσώπων και προγραμμάτων , αλλά εμφανής κρίση θεσμών.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια οι κατά καιρούς ηγεσίες του υπουργείου πολιτισμού, λειτούργησαν κυρίως διαχειριστικά, και επομένως, δεν έδωσαν ώθηση στην ανάπτυξη του πολιτιστικού αγαθού. Πολύ πριν την είσοδο της χώρας σε οικονομική ύφεση, διαπιστώναμε την παρακμή στην οποία οδηγήθηκαν σημαντικοί θεσμοί του παρελθόντος [ περιφερειακά θέατρα]. Ταυτόχρονα βλέπαμε να επικρατεί μια «νέα αντίληψη» σε σημαντικούς θεσμούς [Μ.Μ.Αθηνών, Ελληνικό Φεστιβάλ κ.ά.] οι οποίοι σταδιακά μετετράπησαν σε προσωπική υπόθεση του εκάστοτε καλλιτεχνικού διευθυντή ή προέδρου Δ.Σ. Σιωπήσαμε όταν διαπιστώναμε ότι το Φεστιβάλ Επιδαύρου ακουθεί φθίνουσα πορεία και σταδιακά έχανε το κοινό και την αίγλη του. Είδαμε ξένους καλλιτέχνες , να ανανεώνουν συστηματικά [ σε ετήσια σχεδόν βάση ] την παρουσία τους στο Ελληνικό Φεστιβάλ και παράλληλα ένα «σύστημα» να υπερασπίζεται τη φυσιογνωμία του φεστιβάλ, αφού ως αντιστάθμισμα, μέρος των ελλήνων καλλιτεχνών, εισήλθε στην ετήσια αντζέντα του φεστιβάλ. Υπερασπιστήκαμε ένα προσωποκεντρικό φεστιβάλ , δεν είδαμε το αδιέξοδο που επέλαυνε, με την επανάληψη και μη ανανέωσή του. Ταυτόχρονα δεν αισθανθήκαμε την ανάγκη υπεράσπισης σημαντικών καλλιτεχνικών γεγονότων άλλων θεσμών [ π.χ. παραγωγές Εθνικού θεάτρου προ τριετίας] που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον πρέσβη των ελληνικών τεχνών στο εξωτερικό. Ο διάλογος από την σύγχρονη καλλιτεχνική πραγματικότητα ήταν απών.
Δεν είδαμε τις δυνατότητες που μπορούσε να έχει η πραγματική ανάπτυξή του Ελληνικού Φεστιβάλ και η δικαίωση του τίτλου του, με την σύνδεσή του με την επικράτεια, με την ανάπτυξη για παράδειγμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου και σε άλλους χώρους της Αργολίδας. Αλήθεια τι θα κόστιζε ο σχεδιασμός σειράς σημαντικών διεθνών υψηλού επιπέδου καλλιτεχνικών γεγονότων σε Μυκήνες, Άργος Ναύπλιο; Τι μπορεί να σημαίνει για την Αργολίδα και την εθνική οικονομία η ανάπτυξη και σύνδεση του Φεστιβάλ με τον τουρισμό και ένα βιώσιμο σχέδιο ανάπτυξης; Το Φεστιβάλ Φιλίππων , με σημαντική [ηρωική ] παρουσία τα τελευταία χρόνια , με σημαντικό παράλληλο καλλιτεχνικό πρόγραμμα, γιατί δεν συνδέθηκε ουσιαστικά με το ελληνικό φεστιβάλ, ώστε να βοηθηθεί η ανάπτυξή του; Τι κόστιζε η προσπάθεια σταδιακής δημιουργίας ενός δικτύου σημαντικών Φεστιβάλ στην παραμελημένη ελληνική περιφέρεια; Πόσο δύσκολο είναι να στηριχτεί το πολύ σημαντικό Φεστιβάλ χορού Καλαμάτας; Γιατί τέλειωσε ο θεσμός των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. , η μοναδική χειρονομία του αθηναικού κράτους προς την ελληνική περιφέρεια; Τα ερωτήματα είναι πολλά και ενδεχομένως να είχαν απαντηθεί , αν μπορούσε να υπάρξει ένα εθνικό σχέδιο για τον πολιτισμό, με τους έλληνες δημιουργούς παρόντες σε ένα διαρκή διάλογο, για τις τέχνες , τα γράμματα, την καλλιτεχνική εκπαίδευση.
Είναι επιτακτική ανάγκη, η έναρξη ενός εθνικού διαλόγου για τον πολιτισμό. Ενός διαλόγου, που ποτέ καμιά κυβέρνηση στο παρελθόν δεν υποστήριξε . Το κέρδος του διαλόγου και η δημιουργία εθνικού σχεδίου θα είναι άμεσο και ανυπολόγιστης αξίας για την ελληνική κοινωνία και κυρίως τους νέους ανθρώπους. Οφείλουμε στον χώρο του πολιτισμού να τολμήσουμε τα αυτονόητα. Πολιτική βούληση χρειάζεται.
πηγη:ΕΦ. ΑΥΓΗ