Ενα πανούργο σχέδιο
Οι οπαδοί της αξέχαστης βρετανικής κωμικής σειράς Μπλακάντερ θα θυμούνται τον Μπόλντρικ, έναν περιορισμένης αντίληψης ανθρωπάκο, ο οποίος κάθε τόσο ανήγγελλε τις εμπνεύσεις του (που κυμαίνονταν από εξωφρενικές έως παραλυτικά βλακώδεις) με τη φράση: «έχω ένα πανούργο σχέδιο!». Αυτό που ξεχώριζε τον Μπόλντρικ δεν ήταν τόσο ότι έβλεπε πράγματα που οι άλλοι δεν έβλεπαν, όσο ότι αδυνατούσε να καταλάβει εκείνα που όλοι οι άλλοι μπορούσαν να αντιληφθούν.
Από το 2010 έως σήμερα έχουμε ακούσει πολλά πανούργα σχέδια...
Πέρυσι κάποιες επαναστατικές δυνάμεις της αριστεράς μάς παρακινούσαν να κηρύξουμε μονομερή χρεοκοπία. Ετσι θα καταστρέφαμε μεν την εθνική μας οικονομία, θα τιμωρούσαμε όμως και τις ξένες τράπεζες που μας είχαν δανείσει. Ιδιοφυές! Η νεότερη εκλεπτυσμένη εκδοχή της πρότασης είναι να διαγράψουμε το «απεχθές χρέος», προσχωρώντας εθελουσίως σε κατηγορία λατινοαμερικάνικης μπανανίας, λες και το χρέος το δημιούργησε κάποια χούντα του Βιντέλα και όχι λαϊκιστικές κυβερνήσεις που εμείς εκλέγαμε για να ανέχονται τη φοροδιαφυγή, να μοιράζουν διορισμούς στο Δημόσιο και παχυλές συντάξεις σε πενηντάρηδες. Αλλα δαιμόνια σχέδια περιλαμβάνουν την πρόταση εξόδου από το ευρώ (ευγενής χορηγία του κ. Λαφαζάνη) -προοπτική που βεβαίως έχει κατατρομάξει τους κερδοσκόπους των διεθνών αγορών...
Το τελευταίο πανούργο σχέδιο που κυκλοφορεί είναι ότι η Ελλάδα θα λύσει το πρόβλημα με το να πείσει τους δανειστές να της χαρίσουν ένα μεγάλο μέρος του χρέους. Σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες προτάσεις, που είναι εμφανώς καταστροφικές, η λύση αυτή είναι σχεδόν ιδεώδης. Είναι ασφαλώς προτιμότερο να μας χαρίσουν το χρέος από το να πρέπει να το αποπληρώσουμε όλο. Είναι επίσης προτιμότερο να είσαι νέος, υγιής και πλούσιος, παρά γέρος, άρρωστος και φτωχός, όπως σημείωνε και ο Πάσχος Μανδραβέλης.
Ας μην παρεξηγηθούμε. Μια οργανωμένη, ήπια συναινετική αναδιάρθρωση (π. χ. αντικατάσταση παλαιών ομολόγων στην τρέχουσα τιμή αγοράς με νέα μακρύτερης διάρκειας ελληνικά ομόλογα με διεθνή εγγύηση) θα ήταν επιθυμητή και βάσιμη, παρά τους κινδύνους αποσταθεροποίησης. Ομως το σχέδιο έχει μια κρίσιμη αδυναμία: η πραγματοποίησή του δεν εξαρτάται από τη δική μας βούληση, αλλά από τη συμφωνία πιστωτών και εταίρων.
Από τι εξαρτάται η συμφωνία των άλλων; Από πλήθος παραγόντων, πολλούς καθαρά εξωγενείς: η πορεία Πορτογαλίας και Ιρλανδίας, μια κρίση των ισπανικών τραπεζών, η εξυγίανση των γερμανικών τραπεζών, οι πολιτικές εξελίξεις στη Φινλανδία, κ. λπ. Ομως μια ευνοϊκή συμφωνία αναδιάρθρωσης εξαρτάται κυρίως από μάς. Οι ευνοϊκότερες προϋποθέσεις είναι ίσως ένας συνδυασμός μέγιστης εθνικής προσπάθειας για κανονική εξυπηρέτηση των δανειακών μας υποχρεώσεων, και ανυπέρβλητης αντικειμενικής δυσκολίας να το καταφέρουμε.
Οσο λιγότερο η κυβέρνηση εμφανίζεται να επιδιώκει την αναδιάρθρωση, όσο πιστότερα εμπράκτως τηρεί τις δεσμεύσεις του Μνημονίου, τόσο πιο αξιόπιστα μπορεί να διαπραγματευτεί μια ευνοϊκή συμφωνία. Η ζημιά που προκαλούν οι δημόσιοι πολιτικοί ζηλωτές της αναδιάρθρωσης δεν προκύπτει τόσο από αυτό που προτείνουν όσο από αυτό που υπονοούν (ότι η πολιτική του Μνημονίου «δεν βγαίνει», ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί). Αυτό δεν ισχύει για τον πρώην πρωθυπουργό κ. Σημίτη, ο οποίος κατέστησε σαφές ότι μια αναδιάρθρωση δεν αίρει την ανάγκη προσαρμογής στους κανόνες για το δημόσιο χρέος και έλλειμμα, ούτε απαλλάσσει την Ελλάδα από το Μνημόνιο και τις υποχρεώσεις που ανέλαβε.
Για μια ευνοϊκή συμφωνία χρειαζόμαστε εθνική αξιοπιστία, που διαμορφώνεται από την τήρηση των δεσμεύσεων του Μνημονίου, που οικοδομεί κεφάλαιο καλής πίστης και παράγει διαπραγματευτική ισχύ. Οι εντυπώσεις μετράνε. Αλλο πράγμα μια αναδιάρθρωση που συμφωνείται, διότι παρά τις εργώδεις προσπάθειες του ελληνικού λαού το χρέος είναι αντικειμενικά αδύνατο να εξυπηρετηθεί. Και εντελώς διαφορετικό μια αναδιάρθρωση με την οποία οι πονηροί και φυγόπονοι Ελληνες, κουρασμένοι από έναν μόλις χρόνο λιτότητας, καταδολιεύουν τους πιστωτές για να την σκαπουλάρουν. Οι εταίροι δεν θα συναινούσαν σε κάτι που δεν θα μπορούσαν να υπερασπιστούν έναντι των ψηφοφόρων τους.
Και οι ξένοι κοιτούν την Ελλάδα και τι βλέπουν; Βλέπουν ευρείες μεταρρυθμίσεις να έχουν «καθήσει», μια ηρωική μείωση του δημόσιου ελλείμματος 5 μονάδες αλλά το κράτος να παραμένει ο μεγάλος ασθενής. Ακούν αποκρατικοποιήσεις που δεν γίνονται, και διακρίνουν κόπωση. Βλέπουν την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ να σπαράσσεται και τη Ν. Δ. να κατακεραυνώνει το Μνημόνιο, εμπεδώνοντας προς τα έξω την εικόνα ότι αυτή η χώρα είναι αδιόρθωτη, αδυνατεί να αλλάξει, αρνείται να κυβερνηθεί.
Για μια ακόμα φορά η πραγματικότητα είναι μπροστά μας, ωμή στην ειλικρίνειά της. Οποιαδήποτε αναδιάρθρωση θα ήταν ανώφελη χωρίς ταχύ μηδενισμό των πρωτογενών ελλειμμάτων, μεταρρύθμιση του κράτους και της οικονομίας. Χωρίς απτά αποτελέσματα, καμία ευνοϊκή συναίνεση εταίρων και πιστωτών δεν είναι δυνατή. Και καμία αναδιάρθρωση δεν θα σήμαινε εγκατάλειψη ενός μακρόχρονου προγράμματος σκληρής προσαρμογής.
Το χρέος διογκώθηκε από πολιτικούς που επέμεναν να κρύβουν την αλήθεια από ψηφοφόρους που προτιμούσαν να μην την ακούνε. Η κουβέντα της αναδιάρθρωσης τώρα παράγει το ίδιο εμπόριο ψευδών ελπίδων που πάντα μας βόλευε για να αποφεύγουμε τα δύσκολα. Μετά από δεκαετίες άρνησης του προβλήματος έχουμε επιτέλους την ευκαιρία να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να φτιάξουμε τα πράγματα σωστά. Να εξυγιάνουμε το κράτος, να κλείσουμε τις τρύπες, να θέσουμε βάσεις ανάπτυξης. Θα ήταν καταστροφή αν χάναμε κι αυτή την ευκαιρία περιμένοντας άβουλοι τον από μηχανής θεό να μας λυτρώσει από τα χρέη μας.
* Ο κ. Γ. Παγουλάτος διδάσκει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
απο την εφημεριδα Καθημερινη