Προϋπολογισμός 2018 ή αλλιώς όταν οι «Καθηγητές» κάνουν λάθη που δεν θα έκαναν ούτε οι «φοιτητές» | ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΤΖΙΟΥΡΑ*
Στο προσχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2018 που κατατέθηκε στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα και το οποίο φέρει την υπογραφή του Υπουργού Οικονομικών (αλλά και του αρμόδιου Υφυπουργού), αναφέρεται στη σελίδα 11
πως «Ως αποτέλεσμα της παραπάνω δημοσιονομικής προόδου, τον Σεπτέμβριο του 2017 το Συμβούλιο της Ευρώπης αποφάσισε την έξοδο της Ελλάδας από τη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ), στην οποία υπαγόταν από τον εκτροχιασμό του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 15,1% του ΑΕΠ το 2009…». Η ανωτέρω πρόταση είναι αληθής ως προς το ένα σκέλος της, αυτό του ύψους του δημοσιονομικού εκτροχιασμού το έτος 2009. Ωστόσο το Συμβούλιο της Ευρώπης (Διεθνής Οργανισμός, κάτι που γνωρίζουν οι πρωτοετείς φοιτητές Διεθνών Σπουδών, Νομικής, Πολιτικών Επιστημών κτλ.) δεν θα πρέπει να συγχέεται από ακαδημαϊκούς ή το προσωπικό Υπουργείου που συντάσσει τον Προϋπολογισμό, με το Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (θεσμικό όργανο της Ε.Ε.) ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία σύμφωνα με το Άρθρο 126 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκκινεί τη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος ενισχύοντας το διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Σε κάθε περίπτωση, τέτοια λάθη εκ παραδρομής δεν υποδεικνύουν ημιμάθεια, αλλά απροσεξία. Το σημαντικό στην όλη υπόθεση είναι πως όλες οι παραδοχές, βάσει των οποίων συντάχθηκε ο Προϋπολογισμός, είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένες που εάν δεν γνωρίζει κανείς τους λόγους για τους οποίους εξακολουθούμε μέχρι σήμερα να βρισκόμαστε ακόμη υπό επιτροπεία, νομίζει πως πρόκειται για ένα success story. Να σημειώσω εδώ πως παρά τη λήξη του Μνημονίου (και ανεξάρτητα αν δεν συναφθεί ένα νέο- πράγμα που το βρίσκω απίθανο να μη συμβεί), η επιτροπεία θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το 2050 σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013, άρθρο 14, καθώς τότε, εφόσον βέβαια παραμείνουμε ακόμη εντός Ευρωζώνης, θα έχουμε εξοφλήσει θεωρητικά το 75% της χρηματοδοτικής βοήθειας που έχουμε λάβει τα τελευταία 7 χρόνια.
Η χώρα μας σήμερα χρωστάει 294,7 δις Ευρώ, ενώ μέχρι τώρα έχει αποπληρώσει 41,6 δις Ευρώ από τα προγράμματα βοήθειας που έχει λάβει, ύψους 232,8 δις Ευρώ. Βάσει του προγράμματος αποπληρωμής, εκτιμάται πως θα έχουμε εξοφλήσει το 75% της συνολικής χρηματοδοτικής βοήθειας που έχουμε λάβει περίπου το 2050. Συνεπώς τότε, θα βγούμε στην καλύτερη των περιπτώσεων από την επιτροπεία, σύμφωνα με τα όσα περιγράφονται στον ανωτέρω Κανονισμό.
Προχθές, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην ετήσια έκθεσή του (βλ. εδώ: http://www.imf.org/en/Publications/WEO/Issues/2017/09/19/world-economic-outlook-october-2017#Chapter 1), προέβη στην πρόβλεψη πως η Ελλάδα θα επιτύχει ρυθμούς ανάπτυξης για φέτος ύψους 1,8%, για το 2018 της τάξεως του 2,6%, ενώ έως το 2022 θα ανακοπεί η πορεία αυτή με τις προβλέψεις να προσδιορίζουν τον ρυθμό ανάπτυξης στο 1%. Με βάση το σενάριο αυτό, το οποίο διαφέρει από εκείνο που αποδέχθηκε η κυβέρνηση στο πλαίσιο του Eurogroup της 15ης Ιουνίου, προμηνύονται μέτρα εντός του 2018 ή ταχύτερη εφαρμογή εκείνων που είχαν προσδιοριστεί για το 2019.
Δεδομένου τέλος ότι οι αποκρατικοποιήσεις έχουν καθυστερήσει και υπάρχει μια υστέρηση εσόδων από αυτές ήδη της τάξεως των 700 εκατ. Ευρώ για το 2017, το σχετικό ποσό, εφόσον η υπεραπόδοση του πλεονάσματος το επιτρέψει, θα καλυφθεί του χρόνου (προκειμένου να συνάδει με τους στόχους του Συμπληρωματικού Μνημονίου), με το ύψος των προϋπολογιζόμενων εσόδων από αυτές τελικά να ξεπερνά τα 2 δις Ευρώ για το 2018. Επίσης, σε έναν προϋπολογισμό όταν το μισό ύψος χρηματοδότησής του προέρχεται από την επιβολή φόρων σε μια χειμαζόμενη οικονομία, είναι επόμενο να παρουσιαστεί κάποια στιγμή τρύπα στο σκέλος των εσόδων, εφόσον δεν προωθούνται οι αποκρατικοποιήσεις. Το μέγεθος αυτού του επιπλέον κενού, που υπολογίζεται στο ύψος των περίπου 600 εκατ. Ευρώ για το 2018, θα πρέπει να καλύψει με κάποιο τρόπο η κυβέρνηση εντός του 2018.
Στο εισαγωγικό σημείωμα αναφέρεται επίσης, πως «Καταθέτουμε προς συζήτηση… το Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού… που θα σηματοδοτήσει την επιτυχή έξοδο της χώρας από μια μακρά περίοδο προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής». Συνεπώς του χρόνου, καλώς εχόντων των πραγμάτων, και αφού θα λήξει το Τρίτο Μνημόνιο στις 15 Αυγούστου 2018, ο επόμενος Προϋπολογισμός θα είναι ο πρώτος που θα κατατεθεί έπειτα από 8 χρόνια, με τη χώρα να έχει βγει ήδη στις αγορές. Πάντως την τελευταία φορά που δανείστηκε η Ελλάδα, σύμφωνα με το Προσχέδιο (βλ. σελ. 48) έπειτα από τρία περίπου χρόνια, τον Αύγουστο του 2017, ήταν με επιτόκιο 4,375%, ενώ αναφέρεται πως επαναγοράστηκε το ομόλογο του 2014, επιτοκίου ύψους 4,75%. Κι εδώ είναι που η ανακρίβεια των στοιχείων υποδεικνύει είτε ημιμάθεια είτε ένα πονηρό ψέμα.
Τον Απρίλιο του 2014 το spread του 5ετούς είχε διαμορφωθεί στο πραγματικό 4,37% (συγκριτικά με το αντίστοιχο επιτόκιο των γερμανικών ομολόγων που εκείνη την περίοδο ήταν στο 0,58%, δηλαδή 4,37 + 0,58=4,95% συνολική απόδοση στην 5ετία) ενώ τον Αύγουστο του 2017 (καθώς το αντίστοιχο γερμανικό επιτόκιο ήταν αρνητικό και μάλιστα στο -0,176%) το πραγματικό επιτόκιο ήταν 4,551% (δηλαδή 4,375 + 0,176= 4,551%) και όχι 4,375%, εξασφαλίζοντας ακριβότερο δανεισμό και όχι φθηνότερο, όπως το παρουσιάζουν οι συντάκτες του Προϋπολογισμού! Ceteris paribus: άλλη μια αρχή που οι πρωτοετείς φοιτητές γνωρίζουν σε αντίθεση με τους «Καθηγητές» υπογράφοντες το προσχέδιο του προϋπολογισμού.
Με λίγα λόγια, ανταλλάξαμε εκείνα τα ομόλογα με νέα ακριβότερα, παρουσιάζοντας την ενέργεια αυτή, ως επιτυχία! Σήμερα επίσης, το spread των ελληνικών ομολόγων βρίσκεται στο 5,6%. Με τους ελέγχους επί των κεφαλαίων ακόμη σε ισχύ, και έπειτα από τις πρόσφατες δηλώσεις στελέχους της Moody’s πως τα capital control θα διαρκέσουν τουλάχιστον μέχρι το 2019, για ποια έξοδο στις αγορές μιλάμε; Επίσης, το αφήγημα της ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έχει σβήσει (βλ. σελ. 48) ενώ τέλος, το αστείο είναι πως στο κείμενο εξυμνείται η ανταλλαγή ομολόγων το 2012 (PSI) ως καταλυτική για τη μείωση του ύψους του δημοσίου χρέους (ονομαστικά) και τη μείωση των δαπανών αποπληρωμής του υπολοίπου!, με ένα δεύτερο αφήγημα, αυτό της διαγραφής χρέους να σβήνει επίσης (σελ. 47).
Τέλος, στην Απόφαση του Eurogroup του περασμένου Ιουνίου, δεν προβλέφθηκε καμία πρόνοια για το μετά τη λήξη του προγράμματος καθεστώς (π.χ. η ένταξη σε μια πιστωτική γραμμή). Η έξοδος από την επιτροπεία λοιπόν, θα διαρκέσει για τουλάχιστον άλλα 32 χρόνια, ενώ η έξοδος από τα Μνημόνια τον Αύγουστο του 2018 είναι αδύνατη, ιδίως μετά τα όσα αναφέρει, στις προχθεσινές προβλέψεις του, το ΔΝΤ.
*ο Γιάννης Τζιουρά είναι Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμονας, Υπ. Δρ. Νομικής ΑΠΘ