JUSTICE or JUST US; | της Γιούλης Χριστονάκη*
Εχθές, έληξε η εξαιρετικά σύντομη, ομολογουμένως, διαδικασία δημόσιας Διαβούλευσης για τη Μεταρρύθμιση της Διαμεσολάβησης, για την οποία θα ακούσετε πολλά το προσεχές διάστημα.
Η Διαμεσολάβηση είναι ένας εναλλακτικός τρόπος επίλυσης των διαφορών σε υποθέσεις, αστικές και εμπορικές, που είναι δεκτικές συμβιβασμού.
Πρόκειται για μία διαρθρωμένη αλλά ευέλικτη διαδικασία, που διέπεται από την αρχή του απορρήτου και της εχεμύθειας, πραγματοποιείται με τη βοήθεια ενός τρίτου προς τα μέρη προσώπου, του Διαμεσολαβητή, και τα εμπλεκόμενα μέρη, που παρίστανται σε αυτήν με τους δικηγόρους τους ώστε να έχουν την αναγκαία νομική συνδρομή, διαπραγματεύονται μία κοινά αποδεκτή και βιώσιμη λύση, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα και τις ανάγκες τους.
Ο χαρακτήρας της Διαμεσολάβησης είναι προαιρετικός. Η απόφαση για την επίλυση της διαφοράς αλλά και το περιεχόμενο της απόφασης εναπόκειται αποκλειστικά στα εμπλεκόμενα μέρη, τα οποία, εφόσον δεν καταλήγουν σε συμφωνία, μπορούν οποτεδήποτε να αποχωρήσουν από τη Διαμεσολάβηση, επιδιώκοντας την επίλυση της διαφοράς τους από τα δικαστήρια.
Εφόσον τα μέρη καταλήξουν σε κάποια απόφαση επίλυσης, αυτή αποτυπώνεται εγγράφως και το έγγραφο αυτό, εφόσον ζητηθεί από ένα από τα εμπλεκόμενα μέρη, κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου και έχει ισχύ τελεσίδικης δικαστικής απόφασης.
Με τον τρόπο αυτό, τα μέρη εξοικονομούν πολύτιμο χρόνο αλλά και το κόστος ενός μακροχρόνιου δικαστικού αγώνα. Το μεγαλύτερο ωστόσο όφελος για τα εμπλεκόμενα μέρη μίας διαφοράς είναι η αποφυγή του ψυχικού κόστους μίας ένδικης διαμάχης. Δεν υπάρχει ακροατήριο και δημοσιότητα, δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι διάδικοι, ούτε κάποιος τρίτος που αποφασίζει γι’ αυτούς. Γνωρίζοντας καλύτερα από τον οποιονδήποτε τις πτυχές της διαφοράς τους, τα εμπλεκόμενα μέρη έχουν τη δυνατότητα να διαπραγματευτούν την απόφαση που θα δίνει τέλος στη διαφορά τους και τον κύριο λόγο στη λήψη της. Οι δικηγόροι τους τους εξασφαλίζουν την αναγκαία νομική συνδρομή σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, από την προετοιμασία της υπόθεσης έως και την σύνταξη του πρακτικού της συμφωνίας, που τυχόν θα επιτευχθεί.
Η πολυετής διεθνής εμπειρία έχει καταδείξει ότι, αντίθετα με τις δικαστικές διενέξεις, η επίλυση μιας διαφοράς στο πλαίσιο της Διαμεσολάβησης έχει λειτουργήσει πολλές φορές αποκαταστατικά για τις σχέσεις των μερών, τα οποία εξακολουθούν να συναλλάσσονται και μετά το πέρας της διαδικασίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση συμβάλει τόσο ο πολιτισμένος χαρακτήρας της διαδικασίας όσο και η δυνατότητα που έχουν τα εμπλεκόμενα μέρη να αποφασίζουν τα ίδια για την επίλυση της διαφοράς τους.
Με το σχέδιο νόμου που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και, προφανώς, θα έρθει προς ψήφιση, η Διαμεσολάβηση καθίσταται υποχρεωτική, ως στάδιο προδικασίας, για μια σειρά υποθέσεων, όπως π.χ. οι οικογενειακές διαφορές, οι διαφορές μεταξύ οροφοκτητών, οι διαφορές απαιτήσεων αποζημιώσεως με ασφαλιστικές εταιρίες, υποθέσεις ιατρικής ευθύνης, αμοιβές, διαφορές από δάνεια κ.α.. Για τις υποθέσεις αυτές, αν δεν προσφύγει κάποιος στη Διαμεσολάβηση για να επιχειρηθεί η ανεύρεση μίας κοινά αποδεκτής λύσης, τότε η αγωγή του θα απορρίπτεται από τα Δικαστήρια ως απαράδεκτη, ενώ για όποιους αδικαιολόγητα αρνούνται να προσέλθουν στη διαδικασία, καθιστώντας μονόδρομο την προσφυγή στη Δικαιοσύνη, το νομοσχέδιο προβλέπει χρηματικά πρόστιμα.
Ακούγονται και λέγονται πολλά επιτιμητικά για το θεσμό της Διαμεσολάβησης αλλά και για την υποχρεωτικότητά της ως στάδιο της προδικασίας. Ωστόσο τα περισσότερα που ακούγονται και λέγονται εδράζονται κυρίως στην άγνοια του θεσμού και των πλεονεκτημάτων του για τους πολίτες, οι οποίοι θα πρέπει να ενημερώνονται πλήρως για τις εξωδικαστικές μεθόδους επίλυσης των διαφορών τους και για τα πλεονεκτήματα των μεθόδων αυτών, καθώς και να εξαντλούν κάθε δυνατότητα ανεύρεσης μίας εξωδικαστικής λύσης των διαφορών τους, πριν απευθυνθούν στη Δικαιοσύνη.
Δυστυχώς, σε αυτήν την άγνοια συνετέλεσαν και οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, οι οποίοι παρά το γεγονός ότι ίδρυσαν φορείς εκπαίδευσης Διαμεσολαβητών, δεν φρόντισαν να επιμορφώσουν τα μέλη τους για την διαδικασία και το ρόλο του δικηγόρου ως παραστάτη στη Διαμεσολάβηση, με αποτέλεσμα η σχετική γνώση να μην φτάνει στον πολίτη.
H επιμόρφωση των δικηγόρων ως παραστατών στις εξωδικαστικές μεθόδους επίλυσης διαφορών είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών τους προς τους εντολείς τους, είτε προσφύγουν στη Διαμεσολάβηση ή άλλη εναλλακτική μέθοδο επίλυσης διαφορών, είτε επιχειρήσουν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό των υποθέσεων των εντολέων τους. Για το λόγο αυτό, η εκπαίδευση των δικηγόρων ως παραστατών στη Διαμεσολάβηση και τις άλλες μεθόδους εξώδικης επίλυσης των διαφορών θα πρέπει να γίνει επιμελεία των Δικηγορικών Συλλόγων και ΔΩΡΕΑΝ για τα μέλη τους.
Ο τρόπος που ο καθένας επιλέγει για την επίλυση των διαφορών του είναι δηλωτικός του πολιτισμού του. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι μία πολύ καλή ευκαιρία για την καλλιέργεια μίας κουλτούρας επίλυσης διαφορών χωρίς δικαστικές διενέξεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική ειρήνη, την επιτάχυνση της Δικαιοσύνης και την ανάπτυξη της Οικονομίας. Τα Δικαστήρια πρέπει να έχουν το χώρο και τον χρόνο για να κρίνουν υποθέσεις, οι οποίες πραγματικά δεν μπορούν να επιλυθούν άλλως πως, και οι Δικηγόροι έχουμε ευθύνη και υποχρέωση να το διασφαλίσουμε.
*η κ. Γιούλη Χριστονάκη είναι Δικηγόρος - διαπιστευμένη Διαμεσολαβητής ΥΔΔΑΔ