Μια πρόταση για την αναζωογόνηση του κάμπου της Θεσσαλίας μετά τον DANIEL με τις εξωηλεκτρικές χρήσεις του λιγνίτη Δ. Μακεδονίας
Την τρέχουσα περίοδο, στο Λιγνιτικό Κέντρο Δ. Μακεδονίας (ΛΚΔΜ) τα λιγνιτωρυχεία της ΔΕΗ ΑΕ στην περιοχή Πτολ/δας λειτουργούν στα πλαίσια της ΥΑ ΕΠΟ 133314/2929/ 9-11-2011, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί και ισχύει, ενώ το λιγνιτωρυχείο Αμυνταίου – Λακκιάς, αντίστοιχα, με την απόφαση ΑΕΠΟ: ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/33466/2301/07.04.2021.
Όμως, αναμένεται έκδοση νέων Αποφάσεων Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) των πιο πάνω ορυχείων σχετικά με τη λειτουργία και το κλείσιμό τους λόγω της πρόωρης και βίαιης, όπως αποδείχτηκε στην πράξη, απολιγνιτοποίησης της χώρας. (Για περισσότερες λεπτομέρειες στη δημοσίευση με τίτλο: Νέοι Περιβαλλοντικοί Όροι για το Κλείσιμο των Ορυχείων της ΔΕΗ ΑΕ στη Δ. Μακεδονία - Απολιγνιτοποίηση και Ελληνικό Ηλεκτρικό Ισοζύγιο (energypress.gr, kozani.tv, kozan.gr 15-12-23, vetonews, prlogos, kozanimedia 18-12-23 κ.α).
1.Η υφιστάμενη ΜΠΕ των ορυχείων Πτολ/δας (∆ΕΗ Α.Ε. Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Ορυχείων Πτολ/δας, Ν.Κοζάνης, κεφ. 6. Σχέδιο Κλεισίματος του Έργου και Περιβαλλοντικής Αποκατάστασης), που εγκρίθηκε από την πιο πάνω ΑΕΠΟ (9-11-2011), αναφορικά με το θέμα της αποκατάστασης των εδαφών ώστε να αποδοθούν για γεωργικές καλλιέργειες, μεταξύ άλλων προέβλεπε: «6.3.2.3.6. ∆υνατότητα υποκατάστασης της φυτικής γης µε άλλα υλικά που συνεξορύσσονται µε το λιγνίτη. Σύµφωνα µε τα όσα αναφέρθηκαν σε προηγούµενη παράγραφο, η φυτική γη διαστρώνεται σε στρώµα πάχους 30 cm στο 50% των τελικών επιφανειών των αποθέσεων, που προορίζονται για αγροτική χρήση. ∆εδοµένου ότι η τελική επιφάνεια που προκύπτει για αποκατάσταση είναι µια πτυχωτή καµπύλη επιφάνεια κατά πολύ µεγαλύτερη από τις σχετικά επίπεδες επιφάνειες προέλευσης της φυτικής γης, δεν είναι δυνατή η διάστρωση της φυτικής γης σε όλες τις προς αποκατάσταση επιφάνειες των Ορυχείων Πτολεµαΐδας. Στο πλαίσιο αυτό για την προετοιµασία των προς αποκατάσταση επιφανειών αξιοποιούνται τα λιγνιτικά ενδιάµεσα, που εξορύσσονται ως άγονα καθώς προέρχονται από την εξόρυξη επάλληλων στρώσεων πτωχού λιγνίτη χαµηλής θερµογόνου ισχύος (<800 Kcal/kg) και στείρων µη οργανικών υλικών. Τα υλικά αυτά σύµφωνα µε εργαστηριακές αναλύσεις υποστηρίζουν τη γρήγορη ανάπτυξη της βλάστησης ισάξια µε τη φυτική γη. Η ύπαρξη τέτοιων υλικών σε τελικές επιφάνειες, σύµφωνα µε τα αποτελέσµατα των µελετών, έχει αποδεδειγµένα οδηγήσει σε στρεµµατικές αποδόσεις της τάξης των 300 kg/στρ. για το σκληρό σιτάρι, οι οποίες, συγκριτικά µε αυτές άλλων επιφανειών στην ευρύτερη περιοχή είναι περίπου διπλάσιες. Αξίζει µάλιστα να αναφερθεί ότι κατά το παρελθόν έχουν διεξαχθεί προκαταρκτικές µελέτες για την εκµετάλλευση αυτών των στρώσεων, και ειδικότερα αυτών που χαρακτηρίζονται ως «λεοναρδίτης» (υποκατηγορία των λιγνιτών), µε την παραγωγή εδαφοβελτιωτικών και οργανοχουµικών λιπασµάτων. Από την αξιολόγηση των µέχρι τώρα αποτελεσµάτων για την περίοδο 1997-2001 φαίνεται, ότι η παραγωγικότητα των αποκαταστηµένων αγόνων κυµαίνεται στα ίδια επίπεδα µε την παραγωγικότητα της ευρύτερης περιοχής και σε ορισµένες περιπτώσεις είναι περαιτέρω βελτιωµένη. Η αξιοποίηση των αγόνων υλικών που συνεξορύσσονται µε το λιγνίτη και είναι σε θέση να βελτιώσουν την γονιµότητα των αποκατεστηµένων εδαφών αποτελεί λύση που υποστηρίζεται από την νοµοθεσία των ΗΠΑ, ειδικά στις περιπτώσεις ορυχείων που έχουν διανοιχτεί σε περιοχές µε πτωχά εδάφη ή περιοχές όπου η γονιµότητα έχει περιοριστεί λόγω της εντατικής καλλιέργειας. Για την αξιοποίηση του παραπάνω πλούσιου σε οργανική ύλη υλικού στις τελικές επιφάνειες απαιτείται κατάλληλη άροση και ανάµιξη των υλικών που συνθέτουν το επιφανειακό στρώµα. Στη συνέχεια, για την αξιολόγηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των γαιωδών υλικών των προς αποκατάσταση αποθέσεων αγόνων, παρατίθενται τα συµπεράσµατα µελέτης µε τίτλο: «Εδαφολογική Μελέτη των Αποκαταστηµένων Εκτάσεων του Λιγνιτικού Κέντρου ∆υτικής Μακεδονίας (Λ.Κ.∆.Μ.) της ∆.Ε.Η. Α.Ε., Εθνικό Ίδρυµα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.), Ινστιτούτο Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης, (2010)». Στο πλαίσιο της ως άνω Μελέτης αναλύθηκαν 243 δείγµατα εδαφών, από διάφορα βάθη σε 81 σηµεία δειγµατοληψίας, οκτώ περιοχών αποθέσεων, που ελήφθησαν και προσκοµίστηκαν στο εργαστήριο του Ινστιτούτου Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης, από τις αποκαταστηµένες περιοχές του ΛΚ∆Μ. Τα αποτελέσµατα των αναλύσεων συγκρίθηκαν µε αποτελέσµατα προγενέστερων εδαφολογικών µελετών, που αφορούσαν καλλιεργήσιµες εκτάσεις διαφόρων δήµων του Ν. Κοζάνης, που έχουν παρουσιασθεί αναλυτικά στην Ενότητα 4.2 της παρούσας Μελέτης. Από τα αποτελέσµατα των παραπάνω αναλύσεων προκύπτει ότι, µε εξαίρεση τον σίδηρο, οι µέσες τιµές των εκχυλίσιµων συγκεντρώσεων βαρέων µετάλλων στις εξετασθείσες αποθέσεις της ∆ΕΗ είναι χαµηλότερες από τις αντίστοιχες των γεωργικών εδαφών του Ν. Κοζάνης. Σε όλα τα δείγµατα εδάφους που αναλύθηκαν, και σε συνδυασµό µε τα διαθέσιµα αντίστοιχα στοιχεία από γεωργικά εδάφη του Ν. Κοζάνης, προκύπτει το συµπέρασµα ότι στην πλειοψηφία τους τα εδάφη των αποθέσεων της ∆ΕΗ, σε ότι αφορά τις εκχυλίσιµες (αφοµοιώσιµες από τα φυτά) συγκεντρώσεις τους σε βαρέα µέταλλα, δεν διαφέρουν από τα γεωργικά εδάφη του Ν. Κοζάνη».
- Οι κάτοικοι της περιοχής, που καλλιεργούσαν τμήμα των αποκατεστημένων εδαφών για αρκετά χρόνια σε συμφωνία με τη ΔΛΚΔΜ/ΔΕΗ ΑΕ, γνωρίζουν πολύ καλά για την αυξημένη συγκριτικά γονιμότητα των εδαφών σε περιοχές όπως, π.χ. στο ΒΔ τμήμα της εξωτερικής απόθεσης Νοτίου Πεδίου (πλησίον οικισμού Πτελεώνα), όπου αποτίθεντο ενδιάμεσα άγονα προερχόμενα από το λιγνιτικό κοίτασμα και περιείχαν, έστω και ατάκτως ερριμένα, «λιγνιτοχώματα», δηλ. φτωχά κατά κανόνα και μη εκμεταλλεύσιμου πάχους λιγνιτικά στρώματα. Κατά μείζονα λόγο η συστηματική επικάλυψη των τελικών επιφανειών με λιγνιτικά ενδιάµεσα θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη απόδοση των γεωργικών καλλιεργειών. Ωστόσο, σήμερα, πουθενά δεν προβλέπεται η χρήση «λιγνιτοχωμάτων» στην αποκατάσταση των εδαφών των ορυχείων. Αντίθετα, με τις προτεινόμενες νέες ΜΠΕ επισπεύδεται το κλείσιμό τους για την εγκατάσταση μεγαΦ/Β πάρκων, ενώ με τις ισχύουσες ΜΠΕ προβλέπονταν σε πολύ περιορισμένη κλίμακα Φ/Β πάρκα στα ορυχεία Πτολ/δας και καθόλου στο Ορ. Αμυνταίου - Λακκιάς. Στα ορυχεία Πτολ/δας οι εκτάσεις που προορίζονται για αγροτικές καλλιέργειες στην προτεινόμενη ΜΠΕ εμφανίζουν μεγάλη διασπορά σε πολλές τυχαίες θέσεις συνολικής μέγιστης έκτασης 18.000 στρ., ποσοστό μόλις 12,1%, του συνόλου των εκτάσεων των ορυχείων Πτολ/δας. Αντίθετα, στην αμέσως προηγούμενη σχετική ΜΠΕ(9-11-2011) προβλέπονταν γεωργικές καλλιέργειες 50.711 στρ. στην έκταση των 119.724 στρ της περιοχής για αποκατάσταση, ποσοστό 42,4%, καθώς και πρόσθετες καλλιέργειες στις αδιατάρακτες εκτάσεις των 28.202 στρ. (συνημμένο Νο 1). Στο Ορ. Αμυνταίου – Λακκιάς τόσο τα εδαφολογικά όσο και τα υδρολογικά - υδατικά δεδομένα των εκτάσεών του είναι εξαιρετικά πρόσφορα για την ανάπτυξη δυναμικών αγροτικοδιατροφικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, δεσμεύονται και απαξιώνονται πλήρως 21.000 στρ. εν δυνάμει εύφορες οριζόντιες και παραοριζόντιες εκτάσεις για την εγκατάσταση μεγαΦ/Β πάρκων χάριν των συμφερόντων της γερμανικής RWE (51%) στη συνεργασία της με τη ΔΕΗ (49%) (συνημμένο Νο 2). Προκύπτουν εύλογα και αυτόματα τα ακόλουθα ερωτήματα: -Γιατί δεν απασχολεί τη ΔΕΗ ΑΕ και το αρμόδιο υπουργείο η σπατάλη και η απεμπόληση της μοναδικής ευκαιρίας για την αξιοποίηση των «λιγνιτοχωμάτων», δηλ. των λιγνιτικών ενδιαμέσων, ως οργανικό λίπασμα και εδαφοβελτιωτικό σε γεωργικές καλλιέργειες; -Υπάρχει ορατός κίνδυνος επισιτιστικής κρίσης για τους κατοίκους της χώρας αλλά και για τα εκατομμύρια των τουριστών μετά τις καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία; -Γιατί αποστερούνται «γη και ύδωρ» από τους κατοίκους οδηγώντας τους νέους στη μετανάστευση (εσωτερική – εξωτερική), όταν, ήδη η Δ. Μακεδονία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού στη χώρα (-10,5%) στο διάστημα 2011-2021;
- Η πρόταση του υπογράφοντος, για πολλοστή φορά, είναι να διατεθούν οι εκτάσεις των ~51.500 στρ. (30.500 στα ορυχεία Πτολ/δας και 21.000 στρ. στο ΟΠΑ), που προορίζονται για την εγκατάσταση μεγαΦ/Β πάρκων με υποτυπώδη απασχόληση, για την ανάπτυξη σύγχρονων, δυναμικών και συνδυαζόμενων αγροτικών, κτηνοτροφικών και διατροφικών δραστηριοτήτων, ώστε να ενισχυθεί ο πρωτογενής τομέας και η μόνιμη απασχόληση χιλιάδων ανέργων της περιοχής στο διηνεκές. Στην κατεύθυνση αυτή επιβάλλεται να αξιοποιηθούν πρακτικά ανεξάντλητες ποσότητες κατάλληλων στρωμάτων λιγνίτη, μηδέ και των ενδιαμέσων αγόνων υλικών εξαιρουμένων, σε πολλές εξωηλεκτρικές χρήσεις όπως, π.χ. για την παραγωγή οργανοχουμικών λιπασμάτων και εδαφοβελτιωτικών, παράλληλα με την εξόρυξη λιγνίτη για παραγωγή Η.Ε, με πολλαπλά οφέλη για τη ΔΕΗ ΑΕ, τους κατοίκους της Δ. Μακεδονίας και την εθνική οικονομία γενικότερα. Σχετικές προτάσεις διατυπώθηκαν κατά καιρούς από την Ακαδημία Αθηνών, πανεπιστήμια, ερευνητικούς φορείς κλπ. Είναι, επίσης, φανερό ότι η δυνατότητα χρήσης των «λιγνιτοχωμάτων» για την ενίσχυση και αναβάθμιση της παραγωγικότητας των γεωργικών καλλιεργειών ευρύτερα στην περιφέρεια της Δ. Μακεδονία επιβάλλεται να εξεταστεί από τους αρμόδιους καθ’ ύλην διοικητικούς και επιστημονικούς φορείς. Σχετικά, η ΔΕΗ ΑΕ έχει στη διάθεσή της ποικιλία μελετών από τις κατά καιρούς πειραματικές καλλιέργειες στα αποκατεστημένα εδάφη του ΛΚΔΜ. Μήπως, λοιπόν, αντί να επενδύει, π.χ. στην «ΚΩΤΣΟΒΟΛΟΣ ΑΕ» θα έπρεπε να αξιοποιήσει τα άπειρα πρακτικά λιγνιτικά ενδιάμεσα υλικά στην αύξηση της γονιμότητας των γεωργικών εδαφών για την επίλυση του επισιτιστικού προβλήματος της χώρας;
- Μετά τις εθνικών διαστάσεων καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία τον ΣΕΠ 2023 τίθεται αυτόματα και επιτακτικά το ζήτημα - πρόκληση της ταχείας επαναφοράς των καλλιεργειών σε κατάσταση μέγιστης δυνατής παραγωγικότητας. Στα πλαίσια αυτά προτείνεται να εξεταστεί η σκοπιμότητα χρήσης - αξιοποίησης στη Θεσσαλία «λιγνιτοχωμάτων» από τα ορυχεία της ΔΕΗ ΑΕ στη Δ. Μακεδονία. Με δεδομένη την καθοριστική συμβολή των υλικών αυτών στην αυξημένη γονιμότητα των εδαφών στα ορυχεία του ΛΚΔΜ τόσο σε πειραματική, όσο και σε πραγματική κλίμακα σε εντελώς άγονα εδάφη που προέρχονταν από εξορύξεις βάθους έως και 250 μ. από την επιφάνεια του εδάφους, αναμένεται να είναι χρήσιμα και ευεργετικά και σε εδάφη που διαθέτουν ήδη οργανική ύλη, αφού καλλιεργούνται στη Θεσσαλία για αρκετές δεκαετίες σε έκταση εκατοντάδων χιλιάδων στρεμμάτων. Η εγγύτητα της περιφέρειας της Θεσσαλίας με τη Δ. Μακεδονία παραπέμπει κατ’ αρχήν σε διαχειρίσιμο κόστος μεταφοράς των «λιγνιτοχωμάτων».
Ιδού, λοιπόν, η πρόκληση για τους διοικητικούς φορείς, τους επιστημονικούς (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε., Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας κ.α.), τη ΔΕΗ ΑΕ και τους φορείς των καλλιεργητών για την ταχεία και αποτελεσματική επίλυση του θέματος της επανάκαμψης του πρωτογενούς τομέα στην περιοχή της Θεσσαλίας που αποδιοργανώθηκε από την καταστροφική θεομηνία DANIEL τον ΣΕΠ 2023. Πρόκειται για ζήτημα που αφορά κυριολεκτικά την εξασφάλιση της διατροφής (ποσοτικά, ποιοτικά και οικονομικά) των κατοίκων της χώρας αλλά και εκατομμυρίων επισκεπτών κάθε χρόνο καθώς, επίσης, και την οικονομική ανάκαμψη της χώρας συμβάλλοντας στη μείωση των δαπανών για εισαγωγές τροφίμων, λιπασμάτων κλπ.
ΧΡΗΣΤΟΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Μηχανικός Μεταλλείων – Μεταλλουργός Ε.Μ.Π τ. Δ/ντης ΛΚΔΜ/ΔΕΗ ΑΕ και τ. μέλος ΔΣ ΔΕΗ ΑΕ . Κοζάνη 9 ΦΕΒ 2024
Συνημμένα: Εικόνα 1: Στάθμη ανάπτυξης των εργασιών με τις βασικές χρήσεις γης στο τέλος του 2031 ( Από την προτεινόμενη ΜΠΕ ορυχείων Πτολ/δας (εικόνα 6-4))
Εικόνα 2: