Από το 2024 έως το 2025: Ορόσημα για τη δίκαιη βιώσιμη ανάπτυξη | της Έλενας Δήμα*
Η κατανόηση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής και της φύσης των απαντήσεων που απαιτούνται έχει εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ιδίως υπό την ώθηση της επιστημονικής προόδου. Ωστόσο, εξακολουθεί να
υφίσταται μεγάλο χάσμα μεταξύ του πραγματικού και του απαιτούμενου ρυθμού της αλλαγής. Στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα COP28 στο Ντουμπάι ολοκληρώθηκε ο πρώτος Παγκόσμιος Απολογισμός στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού (Global Stocktake- GST). Έπειτα από μια διετή τεχνική φάση και τρεις τεχνικούς διαλόγους, όπου οι χώρες κατέγραψαν την πρόοδο αλλά και τα κενά των εφαρμοζόμενων πολιτικών τους σχετικά με τον μετριασμό, την προσαρμογή και τη χρηματοδότη της κλιματικής αλλαγής, επιβεβαιώθηκε με επιστημονικούς πλέον όρους ότι η δράση για το κλίμα δεν έχει ακόμα αντικατοπτρίσει τη βαθιά μετασχηματιστική αλλαγή που επιτάσσουν οι επιδεινούμενες κλιματικές συνθήκες και κίνδυνοι. Κατόπιν αυτού, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν σε μια πορεία επαναφοράς της ευθυγράμμισης των εθνικών στόχων και μέτρων με τη Συμφωνία του Παρισιού. Τα μέρη θα πρέπει να υποβάλουν τις εθνικά καθορισμένες συνεισφορές τους (Nationally Determined Contributions, NDCs) για το 2035 έως τη Διάσκεψη COP30 στη Βραζιλία (2025), περίπου δυο χρόνια από τώρα, και αυτές θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα και τα αποτελέσματα του Παγκόσμιου Απολογισμού.
O κλιματικός στόχος για το 2040 επιβεβαιώνει τη δέσμευση της ΕΕ για την κλιματική ουδετερότητα
Η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Νόμου για το Κλίμα (EU Climate Law, 2021), που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας, απαιτεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει έναν ενδιάμεσο κλιματικό στόχο για το 2040, εντός έξι μηνών από τον πρώτο Παγκόσμιο Απολογισμό. Στο πλαίσιο αυτό, με βάση την εκτίμηση επιπτώσεων και την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (ESABCC), η Επιτροπή ανακοίνωσε σύσταση μείωσης των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90 % έως το 2040 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 (Recommendation for 2040 emissions reduction target). Με τον μακρόπνοο αυτό σχεδιασμό επιβεβαιώνεται η στρατηγική απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 και καθίσταται δυνατή η διαμόρφωση ενός προβλέψιμου επενδυτικού πλαισίου για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, τους επενδυτές, τους πολίτες και τις κυβερνήσεις. Την ίδια στιγμή, σε διεθνές επίπεδο, η νέα κλιματική δέσμευση θα καθορίσει και τη φιλοδοξία της εθνικά καθορισμένης συνεισφοράς της ΕΕ το 2025, ασκώντας πίεση για ουσιαστική κλιμάκωση της παγκόσμιας κλιματικής προσπάθειας και ενσωμάτωση πιο φιλόδοξων στόχων στις επικαιροποιήσεις των εθνικά καθορισμένων συνεισφορών των διεθνών εταίρων, ώστε να παραμείνει εφικτός ο στόχος συγκράτησης της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5°C σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού. Η πρόκληση είναι μεγάλη, δεδομένου ότι ο πλανήτης γνώρισε πρωτοφανείς υψηλές θερμοκρασίες το 2023, οι οποίες βρίσκονται ήδη κοντά σε αυτό το όριο.
Προϋπόθεση για την πολιτική εφικτότητα της κλιματικής μετάβασης η κοινωνική διάσταση
Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτελεί σύσταση, ενώ η πρόταση νομικής πράξης για τη θέσπιση στόχου για το 2040, παραπέμπεται στο έργο της επόμενης Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία θα προκύψει από τις εκλογές του προσεχούς Ιουνίου. Ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο να τεθεί το διακύβευμα της συζήτησης που πρέπει να ακολουθήσει, όχι τόσο στο επίπεδο του νομικά δεσμευτικού κλιματικού στόχου για το 2040 όσο στο πλαίσιο κατάθεσης μιας ολιστικής, συντονισμένης και ολοκληρωμένης δέσμης πολιτικών για την επιτάχυνση της δίκαιης μετάβασης σε όλους τους τομείς δραστηριότητας στην ΕΕ. Aξίζει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή προτείνει τον ανοιχτό διάλογο ως μέθοδο διάρθρωσης της συζήτησης με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (Open dialogue with all stakeholders). Η διάρθρωση αυτή εφαρμόζεται στον στρατηγικό διάλογο για τη βιομηχανία και τη γεωργία, με την πρώτη έκθεση προόδου να αναμένεται τον Απρίλιο του 2024. Ωστόσο, η μέθοδος του ανοιχτού διαλόγου πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί περαιτέρω τόσο ως προς το πεδίο εφαρμογής όσο και ως προς την οργάνωσή της.
Για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, στη συνοδευτική εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής επισημαίνονται δύο οριζόντιες προϋποθέσεις που είναι καθοριστικές για όλους τους τομείς: i) η διασφάλιση των προϋποθέσεων για τη βιώσιμη ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και ii) η στήριξη των μεταρρυθμίσεων δίκαιης μετάβασης (Impact Assessment Report, 2024). Δεδομένου αυτού, οι χώρες καλούνται να καθορίσουν και να αναπτύξουν το αναγκαίο θεσμικό υπόβαθρο, προκειμένου να συντονίζονται επαρκώς και να αξιολογούνται οι διαφορετικοί τομείς πολιτικής και να οικοδομούνται οι αναγκαίες κοινωνικές συναινέσεις. Ήδη η Γαλλία (France Stratégie), η Ολλανδία (Scientific Council for Government Policy) και πιο πρόσφατα το Βέλγιο (Justtransition) έχουν ξεκινήσει θεσμικές προσπάθειες που αποσκοπούν στην επίτευξη της δίκαιης κλιματικής μετάβασης. Συγκεκριμένα, το Βέλγιο βάσει της Επιστημονικής Έκθεσης για τη Δίκαιη Μετάβαση στο Βέλγιο (Just Transition in Belgium Concepts, Issues at Stake, and Policy Levers, 2023), προχώρησε στην ανακοίνωση πολιτικού μνημονίου συνεργασίας (Vers une Transition Juste en Belgique Memorandum Politique, 2023). Στην Έκθεση αυτή, η δίκαιη μετάβαση ορίζεται ως μετάβαση βιωσιμότητας με κατευθυντήρια αρχή την κοινωνική-οικολογική δικαιοσύνη, θέτοντας τα κοινωνικά και συμμετοχικά δικαιώματα στο επίκεντρο της περιβαλλοντικής πολιτικής. Οι εθνικές προσπάθειες για την κοινωνικό-οικολογική μετάβαση, καθώς και η κατανομή των ρόλων μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και των κρατών-μελών, αναμένεται να αποτελέσει βασικό ζήτημα στον επόμενο ευρωπαϊκό πολιτικό κύκλο.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, η Βελγική Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ (1 Ιανουαρίου 2024 - 30 Ιουνίου 2024), κατέθεσε αίτημα γνωμοδότησης στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (EESC) με θέμα τη θέσπιση ενός ενωσιακού πλαισίου πολιτικής για τη δίκαιη μετάβαση. Στη διερευνητική γνωμοδότηση για το θέμα προτείνονται μεταξύ άλλων: i) η εισαγωγή μιας κοινωνικής διάστασης στο έργο των παρατηρητηρίων για το κλίμα και η δημιουργία ενός ενωσιακού παρατηρητηρίου για τη δίκαιη μετάβαση, ii) ο ορισμός Εκτελεστικού Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Επιτρόπου για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία ως επιτρόπου Δίκαιης Μετάβασης, και ο ορισμός Μόνιμου Εισηγητή για τη Δίκαιη Μετάβαση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και η ενίσχυση της περιβαλλοντικής και κοινωνικής διάστασης του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου iii) η αναθεώρηση του συνόλου των κανονιστικών πλαισίων για το κλίμα προκειμένου να διευκολυνθεί η υιοθέτηση μιας συστημικής προσέγγισης στον διάλογο για την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση, με βασικό στόχο να ενσωματωθούν τα ζητήματα δίκαιης μετάβασης στις διαδικασίες σχεδιασμού και πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια, καθώς και σε όλους τους άλλους τομείς πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (Advancing the EU's just transition policy framework: what measures are necessary, 2023). Η δίκαιη μετάβαση περιλαμβάνεται στις προτεραιότητες της Βελγικής Προεδρίας και στο πλαίσιο των σχετικών εργασιών ανακοινώθηκε η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη για μια Δίκαιη Μετάβαση, που θα πραγματοποιηθεί στις 4 και 5 Μαρτίου 2024 στις Βρυξέλλες.
Επίλογος
Η παγκόσμια κοινότητα, όπως και η ΕΕ, καλούνται να αξιοποιήσουν όλες τις ευκαιρίες που προκύπτουν από τις διεθνείς συμφωνίες και τις πολυμερείς πρωτοβουλίες για τη βιώσιμη μετάβαση. Οι χώρες πρέπει να επικαιροποιήσουν τους οδικούς χάρτες τους για να ενσωματώσουν τις συστάσεις των διεθνών συμφωνιών στις νέες NDCs και στις μακροπρόθεσμες στρατηγικές τους (2025), ώστε να αντικατοπτρίζονται όσο το δυνατόν ακριβέστερα στους τομεακούς μετασχηματισμούς που εφαρμόζονται με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Ως εκ τούτου, το 2024 αναμένεται να αποτελέσει έτος εμβάθυνσης των διεθνών προσπαθειών για την επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης, με σημαντικές προκλήσεις ανεξάρτητα από το εξεταζόμενο επίπεδο (διεθνές, ευρωπαϊκό, εθνικό).
Όλη η μελέτη: https://shorturl.at/aegqz
* Η Έλενα Δήμα, είναι Οικονομολόγος, ΜSc Διεθνής Πολιτική Οικονομία & Ευρωπαϊκή Κοινωνική
Πολιτική – Κείμενο εργασίας στο Ινστιτούτο ΕΝΑ