Η ΔΗΜΑΡ για την κρίση - Σε κρίση η ΔΗΜΑΡ; | της Ντόρας Τσικαρδάνη*
Το επίδικο αυτή τη φορά –πάντα κατά τη γνώμη μου- είναι ένα, ανεξάρτητα από τις ποικίλες μορφές που παίρνει στην εκάστοτε συγκυρία: πρόκειται για την ενσωμάτωση του παράγοντα «οικονομία» στον καθημερινό πολιτικό λόγο του κόμματος. Εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο, επιβαρυνόμενο ακόμη περισσότερο, αφού: ι) η οικονομία υπήρξε σταθερά απούσα από τον προβληματισμό, τις αναλύσεις και τους καταλόγους αιτημάτων της ελληνικής αριστεράς (και όχι μόνον), – εξαιρώντας την θεμελιώδη μαρξιστική ανάλυση περί καπιταλισμού (από χρόνους ανεπίκαιρη και ανεπαρκή για μας)-, ιι) η παρούσα προσπάθεια γίνεται σε περίοδο πρωτόγνωρης κρίσης, με πολλές άγνωστες παραμέτρους ακόμη και για τους επιστήμονες της οικονομίας και, ιιι) η ενσωμάτωση αυτή οφείλει να πραγματοποιηθεί, χωρίς να προδίδει την θεμελιακή ιδιότητα του κόμματος, ως αριστερού – αενάως ανανεωτικού τοιούτου.
Ο δράκος βγήκε απ' το παραμύθι σύντροφοι και βαράει ανελέητα.
Κάπως έτσι, ενώ η υπόλοιπη, παραδοσιακή αριστερά παραμένει εντός του παραμυθιού με τους δράκους, εμείς αναλάβαμε την πάλη μαζί τους.
Γνωρίζοντας πολύ καλά την ανθρωπογεωγραφία της ΔΗΜΑΡ, μπορώ με εξαιρετική εγκυρότητα να πω, ότι επί του ανωτέρω επιδίκου τοποθετούνται και συγκρούονται άνθρωποι με ικανότητες, ιδιότητες, πάθος και ιδιαίτερη, ευαίσθητη αγωνία. Προσωπικά, θεωρώ την όλη ιστορία πλούτο και όχι αδυναμία –κι αυτό ανεξαρτήτως της συμφωνίας ή διαφωνίας μου με τις εκφραζόμενες απόψεις.
Αυτή είναι η θετική ανάγνωση. Όπως σε όλα τα πράγματα όμως, δεν είναι η μόνη. Η βιασύνη, η υπερβολή και η αμετροέπεια περίσσεψαν το αμέσως προηγούμενο διάστημα, υποβαθμίζοντας την ποιότητα των απόψεων καθ' εαυτές και οδηγώντας ανθρώπους (ευθέως ή και a contrario) σε κρίσεις και αποφάσεις οριστικές, μη αναστρέψιμες. Έλειψαν η ψυχραιμία και η αυτοσυγκράτηση. Έλειψε, κατά τη γνώμη μου και η αντικειμενική εκτίμηση των γύρω μας συνθηκών στις πραγματικές τους διαστάσεις. Και αυτά είναι αμιγώς αρνητικά. Ο θόρυβος μεγιστοποιήθηκε και, εις βάρος της ουσίας, φτάσαμε να υποτιμάμε τον λόγο. Ο θόρυβος πολλαπλασιάστηκε από φίλους και «φίλους»: άνθρωποι με σεβαστές προσωπικές διαδρομές (αμιγώς προσωπικές όμως) εγείρουν απαιτήσεις και εκφράζουν την «απογοήτευσή τους» απ' τη ΔΗΜΑΡ, γιατί δεν αποφάσισε αυτό, που εκείνοι θεωρούν σωστό. Μέλη του ΠΑΣΟΚ, που δεν ξέρω, εάν ποτέ μιλήσανε πολιτικά στο κόμμα τους, το ίδιο. Κυβερνητικά στελέχη, που δεν άκουσα ποτέ να διαφωνούν με κάτι στο άμεσο παρελθόν ή σε ενεστώτα χρόνο, «απογοητεύονται» επίσης. Μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, πανηγυρίζουν τη «διαγραφή» Ψαριανού. Έλεος...
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η στάση αυτή δεν έχει να κάνει με την κριτική εις βάρος του κόμματος, την οποία δικαιούται οποιοσδήποτε –ως τρίτος- να κάνει, όσο σκληρή ή και αποδομητική και αν είναι αυτή.
Εάν η αίσθηση του μέτρου είναι πάντα και για όλους σημαντική, στην παρούσα φάση είναι σαφώς σημαντικότερη, για έναν απλό, απλούστατο λόγο: το διακύβευμα είναι τεράστιο, σε μια χώρα που βυθίζεται, εντός μιας Ευρώπης που κλυδωνίζεται, σε έναν κόσμο, που αναδιατάσσεται. Στο κάδρο αυτό, ας προστεθεί και το –σαφώς μικρότερο, αλλά όχι μικρό- διακύβευμα της αριστεράς, που επώδυνα αναπροσδιορίζεται.
Στο πλαίσιο αυτό, καλά είναι να ανατρέχουμε που και που στα αυτονόητα:
- Ότι συνομολογήσαμε την δημιουργία κόμματος και όχι ομάδας πίεσης. Αυτό σημαίνει, ότι δεν έχουμε εκχωρήσει σε κανέναν την άποψή μας για τον σοσιαλισμό, καπιταλισμό και οποιοδήποτε άλλο, μεγάλο ή μικρό θέμα και,
- Ότι, αφού συνομολογήσαμε την δημιουργία κόμματος, δικαιούμαστε και υποχρεούμαστε (χωρίς καμμία ενοχή) να μεριμνάμε και για την ύπαρξη και τη συνέχειά του.
Αυτά.
* η Ντόρα Τσικαρδάνη είναι δικηγόρος και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς
από το πρoσωπικό blog της κ. Τσικαρδάνη http://tsikardani.wordpress.com/