«ΘΕΛΟΥΜΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΚΑΙ ‘‘ΕΝΟΧΛΗΤΙΚΟΥΣ’’ ΓΡΥΣΠΟΛΑΚΗΔΕΣ»
Να λοιπόν που ανακαλύφθηκε κι άλλος .. εχθρός της Δυτικής Μακεδονίας που εξυφαίνει σκοτεινές συνωμοσίες σε βάρος της! Πρόκειται για τον πρύτανη του Πολυτεχνείου Κρήτης κ. Γρυσπολάκη, ο οποίος διανοήθηκε - άκουσον άκουσον – να διατυπώσει τις προτάσεις του για τα ιδρύματα της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας και να προτείνει συγχωνεύσεις ή καταργήσεις Τμημάτων και Σχολών, περιλαμβάνοντας και τη δική μας Περιφέρεια. Λαλίστατοι και λάβροι τοπικοί παράγοντες, δημοσιογράφοι κ.α επιτέθηκαν κατά του κ. Γρυσπολάκη και λίγο ή πολύ τον κήρυξαν ανεπιθύμητο στη Δυτική Μακεδονία, αλλά και αναρμόδιο να μιλά για το Πανεπιστήμιο «μας», καθώς και να καταθέτει σχέδια για το μέλλον της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Τα ίδια είχαμε και στη Στερεά Ελλάδα, όπου δεν δέχονται προτάσεις από τρίτους για το Πανεπιστήμιο «τους», αλλά και στην Κρήτη, έδρα του κ. Γρυσπολάκη, διότι κι εκεί δυσανασχετούν με τις συγχωνεύσεις τριών Τμημάτων «τους», που προτείνει ο πρύτανης ή σηκώνουν και τοπικιστικά μπαϊράκια για νέα Τμήματα σε Κίσσαμο και Λασήθι..(σ.σ. Την επόμενη φορά να αναθέσουμε τέτοιες έρευνες στους δημάρχους, νομάρχες, εμπορικούς συλλόγους κλπ για να κάνουν όσες Σχολές και Τμήματα τραβά η ψυχή τους).
Βέβαια, εάν ο κ. Γρυσπολάκης δεν έπιανε στο στόμα του τα Δυτικομακεδονικά τριτοβάθμια ιδρύματα, το σχέδιο εργασίας του θα περνούσε μάλλον απαρατήρητο στην Περιφέρεια μας και δεν θα είχαμε γενικό συναγερμό με σύνθημα «κάτω τα χέρια από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας» !. (Μπορεί μάλιστα να τον χειροκροτούσαμε κιόλας, εάν τα μέτρα αφορούσαν όλα τα άλλα ΑΕΙ πλην των «δικών μας»). Διότι κανείς λογικός άνθρωπος και κανείς γνώστης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη ΔΙΑΓΝΩΣΗ του κ. Γρυσπολάκη για τις παθογένειες της ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ των Σχολών και Τμημάτων, καθώς και για το ΥΠΕΡΤΡΟΦΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα.
Είναι θεμιτό βέβαια να διαφωνεί κάποιος με τις συγκεκριμένες μετακινήσεις Τμημάτων ή και με την πλήρη κατάργηση του Παν/μίου Δυτικής Μακεδονίας, αλλά δεν δικαιούται να δαιμονοποιεί την αντίθετη άποψη, να στοχοποιεί το συγκεκριμένο Πρύτανη και να μηδενίζει τις κατά τα άλλα αποδεκτές σε ευρύ πανεπιστημιακό κύκλο διαπιστώσεις του:
· Είναι ψέματα μήπως η διαπίστωση του πρύτανη ότι «μια χώρα με πληθυσμό 11 εκατομμύρια είναι πρωτοφανές να έχει 24 Πανεπιστήμια διάσπαρτα σε 36 διαφορετικές πόλεις και κωμοπόλεις και 16 ΤΕΙ κατακερματισμένα σε πάνω από 40 σημεία»;
· Είναι ψέματα ότι αυτή η διασπορά «μειώνει τη διεπιστημονικότητα (διδακτική και ερευνητική), η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την λειτουργία ενός σύγχρονου πανεπιστημίου»;
· Είναι ψέματα ότι «από το 1985 έως το 2009 μετατρέψαμε τις τοπικές οικονομίες δεκάδων μικρών πόλεων από παραγωγικές σε οικονομίες εξαρτώμενες από την κατανάλωση των σπουδαστών » ;
· Είναι ψέματα ότι «πολλές κωμοπόλεις εκμαυλισμένες από την τακτική αυτή των Κυβερνήσεων επιζητούν ανάλογα πρότυπα «ανάπτυξης»;
· Είναι ψέματα ότι αυτή η διαλυτική χωροθέτηση ανεβάζει πολύ το κόστος και τα προβλήματα διοικητικού συντονισμού, προσωπικού, εκπαίδευσης και υλικοτεχνικών υποδομών, ενώ παράλληλα ρίχνει κατακόρυφα το επίπεδο σπουδών στα πιο απομακρυσμένα «δορυφορικά» Τμήματα ;
· Είναι ψέματα ότι στην Ευρώπη αυξάνονται οι περιπτώσεις συγχωνεύσεων και διοικητικών συνενώσεων Πανεπιστημίων με «ενδεικτικό παράδειγμα τη διοικητική συνένωση 12 Μεγάλων Σχολών (Grandes Ecoles) του Παρισιού» ;.
Οι φωνές αυτού του είδους ακούγονται χρόνια και στην περιοχή μας, δυστυχώς όμως είναι ελάχιστες και πνίγονται από τις σειρήνες του τοπικισμού και του λαϊκισμού. Και στο ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας, μετά την αρχική εφορία της «διεύρυνσης» τη δεκαετία του 1990, εκφράστηκαν επιφυλάξεις για τις αθρόες ιδρύσεις τμημάτων στο ΤΕΙ, τόσο από συναδέλφους καθηγητές, όσο και από παράγοντες της Διοίκησης. Οι ενστάσεις αυτές όμως ήταν λίγες και αποσπασματικές, περιορίζονταν σε ιδιωτικό επίπεδο ή στα όργανα του ΤΕΙ ή εκδηλώνονταν κυρίως στη φάση των διαπραγματεύσεων και των ασφυκτικών πιέσεων που ασκούσαν οι τοπικοί παράγοντες και το Υπουργείο Παιδείας.
Αποτέλεσμα ήταν και το ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας να μην αποφύγει το γενικό κανόνα της απότομης διόγκωσης και να αναγκασθεί μετά από λίγα χρόνια να συζητά για καταργήσεις ή συγχωνεύσεις τμημάτων.
Πέραν των «οικογενειακών αντιθέσεων» στο ΤΕΙ υπήρξαν και ΔΗΜΟΣΙΕΣ αντιδράσεις. Για του λόγου το αληθές παρατίθενται κάποια αποσπάσματα από την επιστολή των εκπαιδευτικών του ΤΕΙ Τσικριτζή – Χιωτίδη (2002), στην οποία επισημαίνονταν πολλά από όσα σήμερα θίγει με την παρέμβαση του ο κ. Γρυσπολάκης. Σε εκείνη λοιπόν την επιστολή τονίζαμε ότι:
«Η Ελλάδα κατέχει το Ευρωπαϊκό ρεκόρ σε ποσοστό φοιτητών. Το 67% περίπου των νέων ηλικίας 18 - 21 ετών φοιτούν σε Ανώτερες και Ανώτατες σχολές (!) ενώ στην Δανία, μια πλήρως αναπτυγμένη χώρα, το ποσοστό είναι μόνο 17%. Η χώρα μας διαμορφώνει τελικά μια αντιστραμμένη παραγωγική πυραμίδα όπου οι .. στρατηγοί θα είναι περισσότεροι από τους στρατιώτες! Η Ελληνική Κυβέρνηση, υποκύπτοντας μόνιμα σε λαϊκίστικες και τοπικιστικές πιέσεις, επωμίζεται την κύρια (πολιτική) ευθύνη για την κατάσταση αυτή ενώ δεν απαλλάσσονται ευθυνών τα πολιτικά κόμματα (ποιος εναντιώνεται στις αποφάσεις των «τοπικών φορέων»;), οι Διοικήσεις των ΤΕΙ, αλλά και η Ελληνική κοινωνία που έχει ταυτίσει την επαγγελματική αποκατάσταση των τέκνων της με την ψευδαίσθηση της απόκτησης ενός οποιουδήποτε χαρτιού.
Με αυτά τα δεδομένα κάθε σκέψη για ίδρυση νέων Τμημάτων όφειλε να εγκαταλειφθεί και μαζί της και κάθε φτηνή πολιτική για εμπορία των ονείρων των νέων παιδιών για μια θέση στο «λαμπερό κόσμο» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Εκείνο που θα έπρεπε να γίνει ήταν μια αναδιάταξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με βάση τα Ευρωπαϊκά ακαδημαϊκά standards και τις ανάγκες της οικονομίας. Η αναδιάταξη αυτή, βασισμένη σε αξιόπιστα στοιχεία, προφανώς θα οδηγήσει στην κατάργηση / συγχώνευση ορισμένων τμημάτων, στη μείωση των επικαλύψεων και σε εκτεταμένες τροποποιήσεις προγραμμάτων σπουδών, ώστε η τριτοβάθμια εκπαίδευση να λάβει υπόψη της τις ανάγκες της παραγωγής και όχι των πολιτικών».
· «….Στην Ελλάδα όλα τα Παραρτήματα των ΑΕΙ - ΤΕΙ φυτοζωούν σε σχέση με τις «μητροπόλεις».
· Αρκετοί από τους καθηγητές που διορίζονται είναι «υπ' ατμόν» για τα μεγάλα κέντρα ή στριμώχνουν τα μαθήματα τους σε δύο μέρες και μετά φεύγουν.
· Ο εξοπλισμός, η χρηματοδότηση, οι κτιριακές υποδομές καθυστερούν και- υστερούν- παρά τις αρχικές υποσχέσεις για πακτωλούς χρημάτων .
· Το κόστος εξοπλισμού, λειτουργίας και διοικητικής υποστήριξης ανά σπουδαστή είναι μεγαλύτερα.
· Οι υποδομές μέριμνας, υποστήριξης και ψυχαγωγίας των σπουδαστών (εστίες, βιβλιοθήκες, Internet, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες, Γυμναστήρια) τα πρώτα χρόνια είναι ανύπαρκτες έως υποτυπώδεις.
Σε καμιά περίπτωση δηλαδή η «εξακτίνωση» των ΤΕΙ και η διασπορά των Τμημάτων σε πόλεις-κωμοπόλεις δεν λειτουργεί υπέρ των σπουδαστών. Λειτουργεί μόνο υπέρ των στενών συμφερόντων του τόπου εγκατάστασης.
Ας αφήσουμε λοιπόν τις επιστημονικο-φανείς και περισπούδαστες αναλύσεις περί αναγκαιότητας νέων Τμημάτων κι ας ομολογήσουμε ότι επειδή αποτύχαμε να δώσουμε διεξόδους στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, τις παραχωρούμε ως προίκα ένα-δύο Τμήματα, υποθηκεύοντας το μέλλον κάποιων νέων και τα βαλάντια των οικογενειών τους.
Στην Ελλάδα όμως την παλίρροια ακολουθεί γρήγορα η άμπωτη. Ότι φουσκώνει ξεφουσκώνει. Την αφύσικη λοιπόν διόγκωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, πρωτοφανή για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα, θα ακολουθήσει η απότομη ύφεση.
Και τότε κάποιοι θα μείνουν με τις γκαρσονιέρες άδειες και τα κλειδιά στο χέρι...»
Αυτά γράφτηκαν το έτος 2002 και φυσικά το θέμα δεν είναι ποιος επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα, αλλά ότι η ίδια η πραγματικότητα χλευάζει όσους εξακολουθούν να επιχειρηματολογούν υπέρ της διατήρησης του σημερινής κατάστασης.
Η Ανώτατη εκπαίδευση δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν μία ακόμη αεριτζίδικη επένδυση
Τα προβληματικά Τμήματα, αν δεν τα κλείσει το Υπουργείο, θα τα κλείσει η αγορά και η ζωή. Το ανέφερε προχτές σε συνέντευξη του και ο -αμφίσημος συνήθως- Στ. Γκανάτσιος, τ. πρόεδρος του ΤΕΙ ΔΜ, προσθέτοντας ένα ακόμη λόγο: Ότι οι απομονωμένες επαρχίες δεν μπορούν να κρατήσουν ακόμη και τα πιο ελκυστικά τμήματα, διότι οι ίδιες δεν είναι καθόλου ελκυστικές για τους φοιτητές και τους γονείς τους.
Το ίδιο θα συμβεί και με τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Έφτασαν ήδη τον τρομακτικό αριθμό 511 (!), σχεδόν διπλάσια από τα προπτυχιακά, και ήδη το Υπουργείο ετοιμάζεται να κόψει γύρω στα 200. Ο υπερβολικός όγκος των μεταπτυχιακών αποδεικνύει περίτρανα την απαξίωση των πτυχίων, αλλά και την ανυπαρξία εθνικού προγραμματισμού και στον τομέα αυτό.
Ένα άλλο στοιχείο, αρκετά εξοργιστικό, είναι ότι οι ιδρύσεις νέων Τμημάτων αποφασίστηκαν στην πλειοψηφία τους χωρίς να υπάρχουν μελέτες επαγγελματικής απορρόφησης των ειδικοτήτων, δηλαδή χωρίς να γνωρίζουν οι «επαΐοντες» αν οι πτυχιούχοι των νέων Τμημάτων χωρούν στην ήδη κορεσμένη αγορά εργασίας. Ως Επιστημονικός Υπεύθυνος του Γραφείου Διασύνδεσης του ΤΕΙ ΔΜ επιτρέψτε μου να γνωρίζω ότι οι μελέτες αυτές ολοκληρώθηκαν για τα Πανεπιστήμια το 2004, ενώ για τα ΤΕΙ το 2008 ! Πως αποφασίστηκε λοιπόν να λειτουργήσουν νέα Τμήματα προ 10-15 ετών χωρίς ποσοτικοποιημένη καταγραφή της απασχόλησης κατά κλάδο και ειδικότητα; Με βάση ποια κριτήρια; Με τις πιέσεις του τάδε υπουργού ή τα «κονέ» του δείνα δημάρχου ή νομάρχη;
Για να αναφερθούμε λοιπόν στα Τμήματα του ΤΕΙ στην Κοζάνη, όπου γνωρίζουμε καλύτερα την κατάσταση, τα νούμερα για την ανεργία των αποφοίτων δεν είναι ρόδινα. Βέβαια για ορισμένες παλιές ειδικότητες της Κοζάνης (Μηχανολόγοι, Ηλεκτρολόγοι κλπ) τα στοιχεία των μελετών του Γραφ. Διασύνδεσης, οι οποίες έγιναν το 2005 (οι πρώτες από όλα τα ΤΕΙ της χώρας) έδειξαν ότι η κατάσταση παλεύεται. Το ποσοστό ανεργίας είναι κάτω από το μέσο όρο των πτυχιούχων ΤΕΙ (12,4 % το 2005), αλλά αν προστεθεί και η ετεροαπασχόληση, η οποία είναι μια μορφή κρυφής ανεργίας, τότε το ποσοστό ανεβαίνει στο 30%. (σσ. Ετεροπαασχολούμενος είναι όποιος εργάζεται σε αντικείμενο άσχετο με τις σπουδές τους, π.χ πτυχιούχος μηχανικός εργαζόμενος ως σερβιτόρος). Για τα περισσότερα νέα Τμήματα όμως τα ποσοστά ανεργίας + ετεροαπασχόλησης είναι πολύ χειρότερα και ξεπερνούν το 50 % στους αποφοίτους πενταετίας.
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με την παράθεση στοιχείων που αφορούν όχι μόνο την απασχόληση, αλλά και τα πενιχρά ποσοστά εισαγόμενων σπουδαστών σε πολλά τμήματα ΤΕΙ της ελληνικής επαρχίας , που δύσκολα πλέον σταυρώνουν «πελάτη». Δεν χρειάζεται όμως. Για όσους δεν φορούν παρωπίδες είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι προσδοκίες εκείνων που πριμοδότησαν το μοντέλο φούσκας για την Τριτοβάθμια εκπαίδευση διαψεύστηκαν. Οι ευθύνες τους είναι βαριές. Κανένας πολιτικαντισμός και τοπικισμός δεν έχει θέση στην εκπαίδευση. Ας παψουμε να την αντιμετωπίζουμε σαν μία ακόμη αεριτζίδικη επένδυση. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να εμπορεύεται τις ελπίδες της νέας γενιάς και να παίζει με το ανθρώπινο δυναμικό.
Τελειώνοντας, να πούμε ότι δεν μπαίνουμε στην ουσία των προτάσεων του Κρητικού πρύτανη για τη Δυτική Μακεδονία. Δεν είναι κι εύκολο άλλωστε. Επί αυτών το Πανεπιστήμιο ΔΜ έχει προφανώς τα δικά του αντεπιχειρήματα, αλλά και έναν υποκειμενισμό που λίγο πολύ κουβαλούν ΟΛΑ τα Ιδρύματα.
Επιμένουμε όμως στο δικαίωμα και την υποχρέωση των ΑΡΜΟΔΙΩΝ και των ΕΙΔΗΜΟΝΩΝ να λένε τη γνώμη τους, χωρίς να κρύβονται πίσω από κάθε είδους σκοπιμότητες. Χρειαζόμαστε λοιπόν πολλούς «ενοχλητικούς» Γρυσπολάκηδες. Διότι ποιοί θα μας πουν τι πρέπει να γίνει με τη χωροθέτηση των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ; Προφανώς οι πρυτάνεις και οι πρόεδροι. Στις τακτικές συνόδους τους (εάν δεν πάνε απλά για τουρισμό) οφείλουν να καταθέσουν συγκεκριμένα σχέδια για έναν ορθολογικό Καλλικράτη στην Ανώτατη εκπαίδευση, χωρίς να μασούν τα λόγια τους. Κι ας σπάσουν και μερικά αυγά παραπάνω. Αλλιώς το έργο τους θα το αναλάβουν οι τοπικοί άρχοντες και βουλευτές που επιθυμούν διακαώς να βολέψουν την εκλογική τους πελατεία. Και τότε θα έχουμε νέα ντέρμπι τύπου Σιάτιστας - Νεάπολης για το που θα χωροθετηθούν Σχολές και Παραρτήματα…