ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΠΙΤΡΟΠΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑΝΕΖ ΠΟΤΟΤΣΝΙΚ «ΟΙ ΧΥΤΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ»
Η υγειονομική ταφή αποβλήτων αποτελεί μία από τις μεθόδους διαχείρισης των αποβλήτων και υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 99/31/ΕΚ (αδειοδότηση, αποδοχή των αποβλήτων, έλεγχος και επιτήρηση κατά τη φάση της αξιοποίησης, παύση λειτουργίας, διαχείριση μετά την παύση λειτουργίας). Η προτεραιότητα που δίδεται στις άλλες μεθόδους διαχείρισης αποβλήτων δεν συνιστά λόγο παράβασης της νομοθεσίας. Η πιθανή παράβαση των οδηγιών για τη διαχείριση αποβλήτων (2006/12/ΕΚ και 99/31/ΕΚ) θα εξαρτηθεί κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο θα λειτουργήσει η εγκατάσταση, δηλαδή εάν θα είναι ή όχι σύμφωνη με τις κατάλληλες διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα, η κατασκευή χώρων υγειονομικής ταφής αποβλήτων πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ) σύμφωνα με την οδηγία 85/337/ΕΟΚ. Ωστόσο, η οδηγία δεν δίνει στην Επιτροπή τη δυνατότητα παρέμβασης όσον αφορά τη σκοπιμότητα ή τη θέση του έργου ή ελέγχου της ουσίας της μελέτης των επιπτώσεων και των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων (εκτός περιπτώσεων στις οποίες το κράτος μέλος διαπράττει προφανές λάθος εκτίμησης). Όλα αυτά εμπίπτουν στην ευθύνη των αρχών των κρατών μελών.»
«Η Ελλάδα έχει συμπεριλάβει τον συγκεκριμένο χώρο υγειονομικής ταφής αποβλήτων μεταξύ των προς κατασκευή ΧΥΤΑ.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, δρομολογήθηκε η διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του εν λόγω έργου. Η αρμόδια υπουργός έχει ήδη εγκρίνει την προκαταρκτική μελέτη εκτίμησης επιπτώσεων. Ωστόσο, η εν λόγω έγκριση δεν αποτελεί παρά την προκαταρκτική φάση της διαδικασίας και δεν παράγει δεσμευτικά νομικά αποτελέσματα. Πράγματι, η ΜΠΕ πρέπει στη συνέχεια να πραγματοποιηθεί και κατόπιν να υποβληθεί για διαβούλευση στο ευρύ κοινό. Μετά την ολοκλήρωση αυτής της φάσης, εναπόκειται στην αρμόδια αρχή να λάβει την τελική απόφαση και να εγκρίνει ή όχι την ΜΠΕ. Τίποτε από αυτά δεν φαίνεται να έχει γίνει.
Επομένως συνεπάγεται ότι επί του παρόντος δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί καμία παραβίαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»