Εκρηκτικό σκάνδαλο στον Γράμμο, διαπιστώνει η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
4,4 ΕΚΑΤ. ΓΙΑ ΑΠΟΝΑΡΚΟΘΕΤΗΣΗ, ΠΟΥ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΔΕΝ ΠΡΟΣΥΠΕΓΡΑΨΕ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ... ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ.
Του ΝΙΚΟΥ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ. Σε σκάνδαλο με... εκρηκτικές διαστάσεις αναδεικνύεται η...
αποναρκοθέτηση του Γράμμου! Το έργο, που κόστισε 4,4 εκατομμύρια ευρώ, απεντάχθηκε από τους κοινοτικούς προϋπολογισμούς, καθώς ο στρατός αρνήθηκε να προσυπογράψει τον αποχαρακτηρισμό των ναρκοπεδίων και οι ελεγκτές του υπουργείου Οικονομικών υποστηρίζουν ότι «δεν έγινε». Η υπόθεση βρίσκεται ήδη στο μικροσκόπιο του ΣΔΟΕ, ύστερα από έρευνα που παρήγγειλε ο εισαγγελέας Κοζάνης Ιωάννης Κούτρας.
2,2 εκατ. σε εργολάβο για να βγάλει νάρκες από 200 στρέμμ., έργο που πιστοποιήθηκε μέσω Ιντερνετ! 2,2 εκατ. σε εργολάβο για να βγάλει νάρκες από 200 στρέμμ., έργο που πιστοποιήθηκε μέσω Ιντερνετ! Η «ψηφιακή καταγραφή και πιλοτική εφαρμογή αποναρκοθέτησης παλαιών ναρκοπεδίων και ύποπτων χώρων στις Περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας και Ηπείρου», όπως χαρακτηριστικά ονομαζόταν το έργο, είχε στόχο τη δημιουργία ενός πρότυπου πληροφοριακού συστήματος που θα υποστήριζε τις εργασίες αποναρκοθέτησης και τελικής εκκαθάρισης των ναρκοπεδίων. Μάλιστα, ο πρώην περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας, Ανδρέας Λεούδης, που τώρα ελέγχεται στο πλαίσιο της εισαγγελικής έρευνας, τον Σεπτέμβριο του 2007 είχε κάνει παρουσίαση του έργου υποστηρίζοντας ότι το 80% έχει ολοκληρωθεί.
«Εχουμε αποξηλώσει περίπου τριακόσια ναρκοπέδια, χρησιμοποιώντας σερβικά συνεργεία αποναρκοθέτησης στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος Κοινωνία της Πληροφορίας, ενώ άλλες εννιακόσιες ύποπτες περιοχές περιμένουν τη σειρά τους, μέσα στα επόμενα δύο - τρία χρόνια», ανέφερε στην «Ε» τότε!
Δεν έγινε απολύτως τίποτε όμως, σύμφωνα με την έκθεση των τεσσάρων ελεγκτών, που διαπίστωσαν μεταξύ άλλων ότι:
* Αρμόδιος για την αποναρκοθέτηση είναι μόνο ο ελληνικός στρατός. Υπό αυτές τις συνθήκες, τα ΤΕΝΞ (Τάγματα Εκκαθαρίσεως Ναρκοπεδίων Ξηράς) δεν προσυπογράφουν την παρουσιαζόμενη «αποπεράτωση» του έργου.
* Το έργο ανέλαβε ο ένας και μοναδικός ιδιώτης που εμφανίστηκε στο διαγωνισμό. Πολλές εταιρείες πληροφορικής θα μπορούσαν να έχουν πάρει μέρος, αλλά δεν το έκαναν γιατί είναι εντελώς εξειδικευμένο και γίνεται αποκλειστικά από το στρατό.
* Η «πιλοτική αποναρκοθέτηση» 200 στρεμμάτων έγινε χωρίς την υποστήριξη του πληροφοριακού συστήματος.
* Αντί για ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα με καταγραφές μέσω δορυφόρου, οι υπεύθυνοι του διαγωνισμού παρουσίασαν στους ελεγκτές... μια ιστοσελίδα στο Ιντερνετ!
* Εν μέσω της εξέλιξης του έργου έγιναν δομικές αλλαγές στο επίπεδο και την ποιότητα του εξοπλισμού, που αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία του.
* Κανένας από τα στελέχη και τους χρήστες του εξοπλισμού δεν είχαν εκπαιδευτεί για την αξιοποίηση και λειτουργία του συστήματος.
* Η Πυροσβεστική Υπηρεσία, που εμπλέκεται σε πολλά στάδια εφαρμογής του έργου, δεν έχει ιδέα για το σύστημα.
* Στην ιστοσελίδα που έχει δημιουργηθεί δεν έχουν καταχωρισθεί φωτογραφίες από τα πυρομαχικά που υποτίθεται ότι εντοπίστηκαν, ούτε καταγεγραμμένα ναρκοπέδια και ύποπτες περιοχές.
* Υπάρχουν στοιχεία ότι πραγματοποιήθηκαν τρεις ημερίδες δημοσιότητας, ενώ αγνοούνται στοιχεία για άλλες επτά που αναφέρεται ότι έγιναν.
Να σημειωθεί ότι ο ανάδοχος του έργου, που έχει απλώς μια ατομική επιχείρηση, πήρε προκαταβολή 700 χιλιάδες ευρώ, τον Ιούνιο του 2007, ενώ από τις 31 Αυγούστου μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου του 2007 (προεκλογική περίοδος) πήρε από την περιφέρεια άλλο 1,5 εκατομμύριο ευρώ!
Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, το έργο είχε ενταχθεί στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα «Κοινωνία της Πληροφορίας», με χρηματοδότηση 80% από κοινοτικούς πόρους και 20% εθνική συμμετοχή. Τελικά, μετά τις διαπιστώσεις των ελεγκτών, απεντάχθηκε από τους κοινοτικούς προϋπολογισμούς, με αποτέλεσμα η χώρα μας να είναι υποχρεωμένη να καταβάλει όλα τα χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το... «σκάνδαλο» ανέδειξε πρώτη η εφημερίδα «Καστοριανή Εστία» τον Φεβρουάριο του 2007. Οπως επισημαίνει ο διευθυντής της, Δημήτρης Ιατρίδης, «στην ουσία διατέθηκαν τεράστια ποσά για μια δουλειά γραφείου, αφού ήταν αρκετό να πάρουν τους αναλυτικούς χάρτες του ΓΕΣ και να τους μεταφέρουν σε ηλεκτρονική μορφή». *