ΚΚΕ Ν.Ε. ΚΟΖΑΝΗΣ: Η ΕΚΘΕΣΗ, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ ΑΝΤΙΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΣ ΔΡΑΚΟΣ
Στόχος της, με τέτοιο περιεχόμενο και τρόπο παρουσίασης, έκθεσης ήταν ο ανυποψίαστος επισκέπτης να αποκομίσει το συμπέρασμα ότι στην ιστορία αυτή υπάρχει δράκος που δεν είναι άλλος από τους ...κακούς κομμουνιστές οι οποίοι, όπως είναι ...γνωστό και αυταπόδεικτο, φταίνε για όλα. Αλίμονο, δεν πρέπει ο επισκέπτης να νομίσει ότι έχει δικαίωμα στη δίκη του μνήμη και κρίση. Η στρατιωτική εκστρατεία και γενικότερα η πολιτική των ελληνικών αστικών κυβερνήσεων δεν είναι, για τους διοργανωτές της έκθεσης αναπροσαρμογής της μνήμης, η δεσπόζουσα αιτία για τον ξεριζωμό του μικρασιάτικου και ποντιακού ελληνισμού. Άλλοι φταίνε, όχι οι κυβερνήσεις των πλουτοκρατών. Και αν δεν φταίνε αυτοί τότε δεν μένει παρά να φταίνε οι κομμουνιστές! Έτσι κατηγορείται η Σοβιετική Ένωση που έμπρακτα στάθηκε στο πλευρό της τουρκικής εθνικοαστικής επανάστασης στον αγώνα της ενάντια στους επεμβασίες ιμπεριαλιστές και αποικιοκράτες, κατηγορείται η Σοβιετική Ένωση της ολόπλευρης κρατικής/διοικητικής, πολιτιστικής ανάπτυξης όλων των εθνοτήτων, συμπεριλαμβανομένου και του σοβιετικού ελληνισμού.
Σχεδόν το ¼ της έκθεσης ασχολείται με τον ελληνισμό της Σοβιετικής Ένωσης. Παρουσιάζεται, αναγκαστικά αφού δεν μπορεί να αποσιωπηθεί, ότι οι Έλληνες της Σοβιετικής Ένωσης γνώρισαν πρωτοφανή πολιτιστική ανάπτυξη στα πλαίσια της νεαρής σοβιετικής δημοκρατία, μετείχαν ολόπλευρα και ολόψυχα στα μέτωπα της ανοικοδόμησης, της παραγωγικής προσπάθειας, της σοβιετικής επιστήμης, τέχνης και του πολιτισμού και αργότερα μαζικά και εθελοντικά Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο και στον παρτιζάνικο αντιφασιστικό αγώνα. Όμως δε γίνεται πρέπει οπωσδήποτε να φταίει και ο Στάλιν. Και εκεί είναι που η έκθεση από «Πόντος: δικαίωμα στη μνήμη» μετατρέπεται σε «Μνήμη: ξήλωμα πόντο - πόντο», σε ένα ρηχό, ψυχροπολεμικό, αντικομμουνιστικό παραλήρημα, απ' αυτά τα γνωστά σε όλους, που σχεδόν 9 δεκαετίες αναπαράγονται αδιάλειπτα με κάθε μέσο και σε κάθε ευκαιρία. Εξ άλλου η σταλινολογία έχει για τους καθεστωτικούς ιστορικούς της σήμερον ένα μεγάλο ατού. Δε χρειάζονται πλέον στοιχεία! Δε χρειάζονται πια οι πηγές νια τεκμηρίωση των λεγομένων! Δε χρειάζεται εμβάθυνση σε ιστορικά πρόσωπα, γεγονότα και διαδικασίες! Αρκεί η συστηματική και συνεχώς επαναλαμβανόμενη αναφορά στον Στάλιν, τον «σταλινισμό» ή τις «σταλινικές διώξεις». Η λάσπη ενάντια στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε έχει πάρει το χαρακτήρα του αυταπόδεικτου ενώ η «λασπωμένη ιστοριογραφία» απολαμβάνει απλόχερα τις ευλογίες του ευρωενωσιακού ...κεκτημένου των αντικομμουνιστικών ψηφισμάτων της εξίσωσης φασισμού-κομμουνισμού και της απαγόρευσης Κομμουνιστικών Κομμάτων.
Στο στόχαστρο τέτοιων εκθέσεων δε βρίσκονται απλά οι μνήμες και οι συνειδήσεις των Ποντίων, των Ελληνοποντίων της πρώην ΕΣΣΔ, ως επί το πλείστον προσφύγων, που κατέφυγαν στη χώρα μας εξαιτίας των εθνικιστικών συγκρούσεων ή της δεινής οικονομικής κατάστασης, που τους κληροδότησε η ανατροπή του σοσιαλισμού και η παλινόρθωση του καπιταλισμού. Στη μέγγενη της αστικής αναθεώρησης της Ιστορίας τοποθετούνται συνολικά οι μνήμες και οι συνειδήσεις των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Το ότι αυτή η αντικομμουνιστική προπαγάνδα, περί της δήθεν αποκλειστικής ευθύνης των σοβιετικών/κομμουνιστών για τον ξεριζωμό και τα δεινά των Ποντίων, δεν «έπιασε», δεν οφείλεται στην έλλειψη ζήλου από πλευράς των εκάστοτε κρατούντων, που σχεδόν 9 δεκαετίες μας βομβαρδίζουν με την σχετική παραϊστορική φιλολογία με κάθε μέσο και σε κάθε ευκαιρία, αλλά στο γεγονός ότι οι συκοφαντίες και τα ψεύδη τους κατέρρεαν πάντοτε στην συνείδηση του προσφυγικού κόσμου και γενικότερα του εργαζόμενου λαού από την πραγματικότητα της καθημερινής δράσης και στάσης των κομμουνιστών δίπλα στους αγώνες και τα προβλήματα του, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Ο αντικομμουνιστός στην ιστορία πάει χέρι-χέρι με τον αντικομμουνιστική επίθεση που βρίσκεται σε εξέλιξη στην ΕΕ καθώς και με την αντεργατική επίθεση των κυβερνήσεων του κεφαλαίου. Η αντιμετώπισή του δεν είναι υπόθεση μόνο των κομμουνιστών αλλά όλων των εργαζομένων, όλων των προοδευτικών ανθρώπων, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφωνίες τους με το ΚΚΕ ή με το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.