Π. ΚΟΥΚΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: «ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΡΑΤΟΣ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ»
Ο βουλευτής, αξιοποιώντας τη γνώση και την πολύχρονη εμπειρία του στο θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης, απάντησε αναλυτικά και στα διάφορα σημεία που έθεσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Α. Σαμαράς σχετικά με τη διοικητική αναδιάρθρωση, τονίζοντας πως τόσο οι τοποθετήσεις του ίδιου όσο και των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης «βρίσκονται πολύ μακριά απ΄ τις απαιτήσεις των καιρών».
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Κουκουλόπουλου έχει ως εξής:
«Το τελευταίο τριήμερο, αν ένας Έλληνας του εξωτερικού παρακολουθούσε τα όσα λέγονται στη Βουλή αλλά και στην τηλεόραση θα σχημάτιζε την εντύπωση ότι συζητάμε ένα και μοναδικό θέμα: τη χωροταξία των νέων δήμων, τις ονομασίες και τις έδρες. Γιατί παντού υπάρχει αυτή ακριβώς η εικόνα. Ακόμη και εδώ μέσα στη Βουλή.
Οκτώ χρόνια Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων έμαθα να ακούω πολύ καλά τη φωνή των τοπικών κοινωνιών και να διαβάζω και πίσω από τις λέξεις. Γνωρίζω πολύ καλά τη λογική των τοπικών κοινωνιών, τι τις συνέχει, τι τις παρακινεί, τι τις ενώνει. Είμαι ο τελευταίος, λοιπόν, που θα αδικήσω όλες αυτές τις φωνές που διαμαρτύρονται έξω ή μέσα από το κτίριο της Βουλής, γιατί, ίσως, πολλές από αυτές τις φωνές να έχουν και δίκιο.
Όταν, όμως η όλη συζήτηση εδώ μέσα ανακυκλώνεται στα θέματα περί μοναδικότητας, ιστορικότητας και όλα τα υπόλοιπα, διαφόρων τόπων, τότε υπάρχει πρόβλημα. Διότι συζητώντας σ΄ αυτή τη βάση μόνο βλάπτουμε πολύ σοβαρά την εθνική μας υπόθεση σε μια περίοδο που περισσεύουν τα ερωτήματα και απουσιάζουν οι απαντήσεις. Λες και αδυνατούμε να περιγράψουμε το πρόβλημα της χώρας και να προτείνουμε λύσεις.
Σε μια διπλανή αίθουσα χθες ένας τέως Υπουργός, με πολύ κυνικό τρόπο, ομολόγησε κάτι που όλοι υποψιαζόμασταν. Τρεις φορές μέχρι τώρα στην παρούσα Σύνοδο της Βουλής, διαδηλωτές απαίτησαν να καεί η Βουλή φωνάζοντας το τρομακτικό και ισοπεδωτικό «κλέφτες». Η απαίτηση των πολιτών την ίδια ώρα να μπουν κάποιοι φυλακή, έχει πάρει καθολικό χαρακτήρα. Κόκκινο, επίσης, έχει χτυπήσει η αμφισβήτηση των θεσμών. Ζητήματα από το πόθεν έσχες μέχρι την ασυλία ημών των Βουλευτών και από το πολιτικό χρήμα μέχρι τη διαδικασία παραγραφής, έχουν εκ των πραγμάτων αποκτήσει κεντρική θέση στην πολιτική ατζέντα.
Αναρωτιέμαι όμως: Με μια τέτοια συζήτηση θα μπορέσουμε να οδηγηθούμε στην αναγέννηση των θεσμών, στην έξοδο από την κρίση και στην οικοδόμηση μιας νέας σχέσης εμπιστοσύνης ανάμεσα στην πολιτική και τους πολίτες; Απαντώ ξεκάθαρα: Όχι, δεν αρκεί.
Οι πολίτες πιστεύω ότι απαιτούν να ακούν από μας αλήθειες. Απαιτούν ο διάλογός μας, πρώτα απ’ όλα σ’ αυτή την Αίθουσα, να επικεντρώνεται στα δικά τους προβλήματα και στα προβλήματα της χώρας και όχι στα προβλήματα τα δικά μας, της πολιτικής τάξης. Οι πολίτες απαιτούν ουσιαστικό διάλογο και όχι προσχηματικό.
Ποια πρέπει να είναι άραγε τα βασικά χαρακτηριστικά ενός πολιτικού εκπροσώπου στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, ενός εκπροσώπου του λαού; Έντιμος και με αίσθημα αποστολής οπωσδήποτε, που είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, αναγκαία προϋπόθεση. Πρέπει όμως να τον χαρακτηρίζει και κάτι άλλο, σημαντικό. Η ικανότητά του να πάει τα πράγματα μπροστά, να συμπυκνώνει αιτήματα και να ενώνει τους πολίτες σε στόχους που προωθούν τα συλλογικά συμφέροντα τόσο των τοπικών κοινωνιών, όσο και του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας.
Με αυτή την οπτική θέλω ξεκάθαρα να θέσω ένα ζήτημα. Οι τοποθετήσεις όλων δυστυχώς των κομμάτων της αντιπολίτευσης τρεις μέρες τώρα, δεν αδικούν απλά το νομοσχέδιο, αλλά βρίσκονται πολύ μακριά από τις απαιτήσεις των καιρών. Κι αυτό δυστυχώς αφορά και τον καθ’ όλα σεβαστό και αξιότιμο Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Σαμαρά.
Άκουσα με πολύ προσοχή, με επιμέλεια μαθητή κυριολεκτικά, και σημείωσα όλα τα σημεία στα οποία έκανε κριτική ο κ. Σαμαράς.
Σημείο πρώτο. Δεν έχει συνολικό, λέει, χαρακτήρα το νομοσχέδιο. Δεν θα πω το απαξιωτικό ότι δεν διάβασε το νομοσχέδιο. Πιστεύω ότι αυτός είναι ένας τύπος διαλόγου και αντιπαράθεσης που απωθεί τους πολίτες. Μας γυρίζουν την πλάτη όταν μιλάμε έτσι. Δεν θα το πω πραγματικά, γιατί δεν το πιστεύω. Θα πω, όμως, κάτι άλλο.
Όλοι όσοι μπλεκόμαστε χρόνια ολόκληρα με τους θεσμούς αυτοδιοίκησης και κράτους, έναν προβληματισμό και μια αγωνία έχουμε: Μήπως ακριβώς ο συνολικός, ο καθολικός χαρακτήρας της αλλαγής του ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ είναι από μόνος του ένα πρόβλημα γιατί πραγματικά βάζει πάρα πολλά πράγματα ταυτόχρονα μπροστά; Και όχι βέβαια αυτό που είπε ο κ. Σαμαράς.
Δεύτερο σημείο. Είπε ο κ. Σαμαράς «γιατί απουσιάζει από το νομοθέτημα η φορολογική αποκέντρωση;». Η απάντηση είναι απλή: Γιατί χρειάζεται πρώτα απ’ όλα συνταγματική ρύθμιση. Όμως, ο κ. Σαμαράς δεν μπορούσε να ρωτήσει τον παριστάμενο κ. Παυλόπουλο, Υπουργό τότε Εσωτερικών, αν ο ίδιος δεν θυμάται, για να του πει ότι όταν η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας, με Πρόεδρο τον ομιλούντα, κατέθεσε δυναμικά άρθρο για να ανοίξει ο δρόμος για τη φορολογική αποκέντρωση, απερρίφθη από την τότε κυβερνητική πλειοψηφία, ανεξάρτητα από την περιπέτεια μετά της συνταγματικής αναθεώρησης; Ποιου κόμματος εκπρόσωπος είναι ο κ. Σαμαράς;
Τρίτο σημείο. Έθεσε θέμα πόρων. Είμαι ο τελευταίος που θα αμφισβητήσει το θέμα των πόρων, γιατί ηγήθηκα, επί Κυβερνήσεων ΠΑ.ΣΟ.Κ., στα αποκαλυπτήρια των παρακρατηθέντων, που ο κ. Καραμανλής ονόμασε τότε υπεξαιρεθέντων, στους πόρους της αυτοδιοίκησης.
Παραπέμπω όμως στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και θέλω με θάρρος και σαφήνεια απέναντι στους μέχρι χθες συναδέλφους μου, να πω τούτο: Δεν μπορεί η αυτοδιοίκηση να μείνει έξω από την εθνική προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας.
Τέταρτο σημείο. Έβαλε ένα θέμα αρμοδιοτήτων. Σας μιλά ένας άνθρωπος που υπηρέτησε το θεσμό της Τ.Α, δεκαεννιά χρόνια ως Δήμαρχος και τέσσερα χρόνια ως Δημοτικός Σύμβουλος από τα οποία οκτώ χρόνια ως Πρόεδρος της ΚΕΔΚΕ. Το ζήτημα των αρμοδιοτήτων είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις. Δεν είναι μόνο τι δίνει το κράτος, αλλά και τι επιδιώκει η αυτοδιοίκηση.
Γνωρίζετε ότι ο Δήμος Πατρέων, ο Δήμος Θεσσαλονίκης, αρνούνται εδώ και τριάντα χρόνια να ασκήσουν πολεοδομική αρμοδιότητα γιατί έχει πολιτικό κόστος;
Δεν είναι, λοιπόν, τόσο εύκολη συζήτηση οι αρμοδιότητες. Και το ερώτημα, το κεντρικό, για τις αρμοδιότητες είναι το εξής: Έχουν συνολική φέρουσα ικανότητα οι ΟΤΑ σήμερα, αν δεν υπάρξουν σοβαρές δομικές, διαρθρωτικές αλλαγές στον α’ και στο β’ βαθμό; Η απάντηση είναι δυστυχώς όχι.
Πέμπτο σημείο που έβαλε ο κ. Σαμαράς, με τη διαπίστωση του οποίου συμφωνώ. Αναρωτήθηκε αν είναι οργανωτικό το πρόβλημα της χώρας, στη διοίκηση και την αυτοδιοίκηση. Προφανώς όχι. Οι δομές από μόνες τους δεν παράγουν τίποτα. Απέφυγε, όμως, να πει ποιο είναι το πρόβλημα, ποια είναι η αποστολή του α’ και β’ βαθμού και του κεντρικού κράτους. Θα το θέσω λοιπόν με κάποια ερωτήματα.
Αντέχει άλλο η Αθήνα στο να είναι στο ναδίρ της ανταγωνιστικότητας έναντι άλλων μεγαλουπόλεων αντιστοίχου μεγέθους; Η απάντηση είναι, όχι. Κι αυτό έχει εθνικό κόστος.
Εμείς προτείνουμε μητροπολιτική αυτοδιοίκηση β’ βαθμού. Η Νέα Δημοκρατία τι προτείνει; Εκείνο το θολό συνονθύλευμα μητροπολιτικών λειτουργιών;
Δεύτερο ερώτημα. Αντέχει άλλο η περιφέρεια να βλέπει να μεγαλώνει η απόστασή της από την Αθήνα; Θα επαναλάβω για πολλοστή φορά, στη λιγοστή κοινοβουλευτική μου θητεία, ότι ο μέσος κάτοικος της χώρας κατέχει μισό Α.Ε.Π. σε σχέση με το μέσο κάτοικο της Αττικής. Πώς θα κάνουμε περιφερειακή ανάπτυξη χωρίς ισχυρά υποκείμενα;
Αντέχει άλλο η χώρα χωρίς κράτος επιτελείο σε μια εποχή που το 80% των αποφάσεων, που αφορούν τη ζωή μας και τους πολίτες, λαμβάνονται έξω από τη χώρα; Ή θα έχουμε ένα συγκεντρωτικό κράτος το οποίο θα μπερδεύεται συνέχεια στα πόδια μας, όταν αλλιώς λειτουργεί το πρότυπο του σύγχρονου κράτους;
Έθεσε ακόμα ο κ. Σαμαράς θέμα για τα κριτήρια συνενώσεων και έβαλε ζήτημα κομματισμού.
Μετά λόγου γνώσης και με τη ευθύτητα, που γνωρίζουν πολλοί εδώ μέσα απ’ όλους τους πολιτικούς χώρους, πως με χαρακτηρίζει, θέλω να πω ότι είναι παντελώς ανυπόστατο. Μάλλον περί του αντιθέτου υπάρχουν επιχειρήματα.
Δεν είναι δυνατόν να έρχεται εδώ ως επιχείρημα κομματισμού το ότι ο Δήμος της Νεάπολης και ο Δήμος Συκεών γίνονται ένας δήμος, όταν έχουν δύο δημάρχους του ΠΑ.ΣΟ.Κ. εφ’ όρου ζωής. Και βέβαια δεν είναι αυτό το πρόβλημα της Θεσσαλονίκης, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Το ερώτημα για τη Θεσσαλονίκη είναι, ποια είναι η άποψη μας για το γεγονός ότι δεν έχουμε και εδώ ολοκληρωμένο μητροπολιτικό θεσμό; Δεν υπάρχει ζήτημα ανταγωνιστικότητας και για τη Θεσσαλονίκη; Αυτό περίμενα ειλικρινά να ακούσω από τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Κλείνω με το τελευταίο ερώτημα που έθεσαν τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και το ΛΑΟΣ. «Τώρα θα βάλουμε αυτά τα ζητήματα μπροστά που έχουμε κρίση;». Μα, η κρίση έχει απάντηση με το σύγχρονο κράτος και με τον «Καλλικράτη» ανοίγει αυτός ο δρόμος. Γι΄ αυτό λοιπόν, τώρα πρέπει να ανοίξει ο δρόμος και όχι αύριο».