Ο «άγιος» Γκινφόρ (παράξενες δοξασίες του Μεσαίωνα… κι όχι μόνο)
Γράφτηκε από τον ΡΟΓΗΡΟΣΌπως μας λέει ο θρύλος, ο Γκινφόρ ήταν το λαγωνικό ενός καστελλάνου της περιοχής των Ντομπ, όχι πολύ μακριά από τη Λυών (πιθανώς του καστελλάνου του Βιγιάρ-λε-Ντομπ).
Μια μέρα, ο καστελλάνος φεύγει από τον πύργο του, αφήνοντας το μωρό του μαζί με τον Γκινφόρ. Επιστρέφοντας το απόγευμα βλέπει έντρομος την κούνια του μωρού άδεια κι αναποδογυρισμένη και τον σκύλο μέσα στα αίματα. Πιστεύοντας ότι ο σκύλος κατασπάραξε το βρέφος, βγάζει το ξίφος του και σκοτώνει τον δύστυχο Γκινφόρ στη στιγμή. Τότε ακούει το κλάμα του μωρού του, ανακαλύπτει δίπλα ένα νεκρό φίδι και συνειδητοποιεί ότι το σκυλί όχι μόνο δεν είχε επιχειρήσει να κάνει κακό στο μωράκι, αλλά το προστάτεψε από θανάσιμο κίνδυνο. Συντετριμμένος, ο καστελλάνος αντιλαμβάνεται το μέγεθος του σφάλματός του. Παίρνει το άψυχο σώμα του ηρωϊκού Γκινφόρ και το θάβει στο κοντινό δάσος. Έπειτα φυτεύει ένα δεντράκι πάνω απ’ το σημείο του τάφου, ώστε όλοι να θυμούνται πού ακριβώς αναπαύεται το γενναίο σκυλί. Η φήμη του Γκινφόρ εξαπλώνεται και γεννιέται ένας πραγματικός θρύλος. Οι χωρικοί των γύρω περιοχών πιστεύουν ότι έχει θαυματουργές ιδιότητες: το νεκρό σκυλί μετατρέπεται σε άγιο προστάτη των άρρωστων κι ανάπηρων βρεφών.
Ο Στέφανος του Μπουρμπών γεννήθηκε μεταξύ του 1180 και του 1190 στην Μπελλβίλ, πάντα στην περιοχή της Λυών. Το 1217, στο Παρίσι, εισέρχεται στο τάγμα των Δομινικανών. Το 1223 ονομάζεται γενικός ιεροκήρυκας κι αρχίζει να διατρέχει ολόκληρη την ανατολική Γαλλία, από τη Λυών ως τη Λωρραίνη, κι από τη Βουργουνδία μέχρι το Ρουσσιγιόν, κηρύττοντας τον Λόγο του Θεού κι αναζητώντας αιρέσεις και παρεκκλίνουσες δοξασίες. Μεταξύ άλλων, ο Στέφανος γίνεται ένας από τους πρώτους ιεροεξεταστές, σχεδόν αμέσως μετά τη συγκρότηση του σώματος (1231). Προς το τέλος της σταδιοδρομίας του, συγγράφει μια εκτεταμένη συλλογή από παραβολές και άλλες ιστορίες ηθικοπλαστικού περιεχομένου, χρήσιμες για το κήρυγμα ενός ιερωμένου. Πρόκειται για το «Tractatus de diversis materiis predicabilibus» (περ. 1250). Στο βιβλίο του, περιγράφει και την παράδοξη (και εντελώς αιρετική για εκείνον) λατρεία του «αγίου» Γκινφόρ.
«Πολλές γυναίκες που είχαν άρρωστα ή ανάπηρα παιδιά τα έφερναν σε εκείνο το μέρος. Σ’ ένα κάστρο καλούσαν μια μάγισσα, η οποία δίδασκε στις γυναίκες την τελετή, τις πληροφορούσε τι θα έπρεπε να προσφέρουν και τις μάθαινε τα λόγια της επίκλησης προς τους δαίμονες. Έπειτα τις οδηγούσε στο σημείο του τάφου. Όταν έφταναν εκεί έριχναν αλάτι κι έκαναν κι άλλες προσφορές στους δαίμονες. Κρεμούσαν τα ρουχαλάκια του μωρού στα κλαδιά του δέντρου που ήταν δίπλα τους και κάρφωναν από ένα καρφί στον κορμό καθενός από τα άλλα δέντρα. Ύστερα, η μάνα και η μάγισσα περνούσαν το γυμνό βρέφος μέσα από το άνοιγμα που σχηματιζόταν ανάμεσα σε δυο κορμούς δέντρων και το έδιναν η μία στην άλλη ενιά φορές. Προέβαιναν στη δαιμονική επίκληση κι ικέτευαν τα ξωτικά να δεχτούν το άρρωστο κι ασθενικό μωρό και να τους δώσουν το δικό τους, γερό, στρουμπουλό και υγιές. Έπαιρναν, τέλος, το μωρό και, κάτω από ένα δέντρο, το απέθεταν γυμνό πάνω στο στρώμα που σχημάτιζαν τα ρούχα του. Πλάι στο κεφάλι του τοποθετούσαν δύο κηροπήγια, τα οποία τα στερέωναν στον κορμό του δέντρου που βρισκόταν από πάνω τους.»
Καθώς η λατρεία του σκυλιού εξαπλώνεται, ο Στέφανος του Μπουρμπών φτάνει στη Ντομπ, πιθανώς το 1235. Διατάσσει την εκταφή του Γκινφόρ και καίει τα οστά του, όπως και το δεντράκι που είχε φυτρώσει πάνω από τον τάφο. Πιστεύει ότι μετά από αυτό, θα πάψει κι η λατρεία του «αγίου» Γκινφόρ. Πλανάται. Οι χωρικοί θα συνεχίσουν να ζητούν τη βοήθεια του σκυλιού για να θεραπευτούν τα άρρωστα παιδιά τους. Η παράδοση θα μείνει ζωντανή μέχρι τη δεκαετία του 1930.
- Η παράξενη αυτή ιστορία θα εμπνεύσει τη Γαλλίδα σκηνοθέτρια Συζάν Σιφφμάν (1929-2001), επί σειρά ετών συνεργάτιδα του Φρανσουά Τρυφφώ, η οποία θα την επιλέξει ως θέμα της πρώτης κινηματογραφικής ταινίας της. Στον «Μοναχό και τη Μάγισσα» (« Le Moine et la Sorcière », αγγλικός τίτλος «The Sorceress»), που προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες το 1987, ο Στέφανος του Μπουρμπών (Τσεκύ Καρυό) φτάνει σ’ ένα χωριό της Ντομπ αποφασισμένος να ξεριζώσει κάθε δοξασία ή συμπεριφορά που δεν είναι σύμφωνη με το δόγμα της Εκκλησίας. Έχοντας την εντύπωση ότι ξεμπέρδεψε με τη βδελυρή λατρεία του σκυλιού, ανακαλύπτει τον ιδανικό ένοχο στο πρόσωπο της Έλντας (Κριστίν Μπουασσόν), μιας νεαρής γυναίκας που ζει στο δάσος και θεραπεύει τους χωρικούς με βότανα. Στην προσπάθειά του να καταδικάσει την Έλντα ως μάγισσα, ο Στέφανος έρχεται σε σύγκρουση με ολόκληρη την κοινωνία του χωριού, περιλαμβανομένου και του ιερέα του (Ζαν Καρμέ). Στην ουσία, πρόκειται για τη μάχη ανάμεσα στο «λόγιο» επίσημο ιδεολογικό πρότυπο που θέλει να επιβάλει η εξουσία και στις λαϊκές παραδόσεις και δοξασίες.
(- ορισμένοι υποστηρίζουν ότι τον μύθο του αγίου Γκινφόρ απηχεί και μια σκηνή από τη γνωστή παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων «Η Λαίδη και ο Αλήτης». Στην ταινία του Γουώλτ Ντίσνευ, ο Αλήτης σώζει το μωράκι των κυρίων της Λαίδης από έναν αρουραίο. Εκεί, φυσικά, το τέλος είναι ευτυχές)
Πηγές: – Jean-Claude SCHMITT « Le saint lévrier. Guinefort, guérisseur d’enfants depuis le XIIIe siècle », Flammarion, Παρίσι 1979, τελευταία έκδοση 2004.
- Laure VERDON « Le Moyen Âge : 10 siècles d’idées reçues », Le Cavalier Bleu, Παρίσι 2013, σελ. 95, 108.
[με ειδική αφιέρωση στον Δύτη και στον Γρηγόρη Στ. και τους Κυνοκέφαλούς του]
ΡΟΓΗΡΟΣ
Ρογήρος Β΄ της Σικελίας
Γεννημένος στη Μίλητο της Καλαβρίας, κατά πάσα πιθανότητα στις 22 Δεκεμβρίου 1095 (1093 σύμφωνα με άλλους). Γιος του Νορμανδού κόμη Σικελίας και Καλαβρίας και της Αδελαΐδας της Μομφερρατικής. Άξιος συνεχιστής της υπέροχα τυχοδιωκτικής νορμανδικής παράδοσης, αλλά μεγαλωμένος κάτω από τον ήλιο της Μεσογείου, μεταξύ Καλαβρίας, Μεσσήνης και Παλέρμου, και μεθυσμένος από τα αρώματα του Νότου και της Ανατολής. Μορφωμένος από τον Έλληνα παιδαγωγό του, τον Χριστόδουλο του Ροσσάνο που οι αραβόφωνες πηγές της εποχής αποδίδουν ως Αμπν Αρ Ραχμάν αν Νασρανί.
Κατορθώνει να ενώσει όλες τις νορμανδικές κτήσεις Σικελίας και Κάτω Ιταλίας σε ενιαίο κράτος. Εκμεταλλευόμενος και τις έριδες μεταξύ (πάπα) Ιννοκέντιου Β΄ και (αντιπάπα) Ανακλήτου Β΄ παίρνει τον τίτλο του βασιλιά. Επεκτείνει το κράτος του, κατακτώντας τη Μάλτα και τμήμα της Βορείου Αφρικής, ενώ εξαπολύει συνεχείς επιδρομές στα εδάφη του Βυζαντίου. Το νορμανδικό βασίλειο του ιταλικού νότου γίνεται ένα από τα ισχυρότερα και αρτιότερα οργανωμένα κράτη της εποχής. Οι Ασσίζες του Αριάνο (1140) αποτελούν ίσως την πληρέστερη κωδικοποίηση νομικών διατάξεων του Μεσαίωνα ενώ η dohana de secretis είναι ο πιο εξελιγμένος δημοσιονομικός μηχανισμός της εποχής.
Κι όλα αυτά στο πλαίσιο μιας γνήσια διαπολιτισμικής κοινωνίας, στην οποία συνυπάρχουν Νορμανδοί και λοιποί Λατίνοι, Έλληνες ορθόδοξοι, μουσουλμάνοι και Εβραίοι (η ανακτορική γραμματεία εκδίδει έγγραφα σε 5 τουλάχιστον γλώσσες, λατινικά, ελληνικά, γαλλικά, αραβικά κι εβραϊκά). Κι ο Ρογήρος Β΄ συνδέει τη βασιλεία του με μια άνευ προηγουμένου πολιτιστική άνθιση, την οποία μαρτυρούν τα Ανάκτορα των Νορμανδών με το υπέροχο παρεκκλήσιο κι η Μαρτοράνα (Santa Maria dell’Ammiraglio, έργο του «πρωθυπουργού» του Ρογήρου, του εμίρη των εμίρηδων Γεωργίου του Αντιοχέα) στο Παλέρμο ή ο καθεδρικός ναός της Τσεφαλού (Κεφαλοίδιον). Στην αυλή του Ρογήρου συχνάζουν Έλληνες κι Άραβες σοφοί. Προστατευόμενός του υπήρξε κι ο σπουδαίος Ανδαλουσιανός γεωγράφος Αλ Ιντρισί, ο οποίος ολοκληρώνει το 1154 το περίφημο «Kitâb Nuzhat al-muchtâq fî ikhtirâq al-âfâq«, γνωστότερο ως ”al-kitâb al-Rudjari”, δηλ. το βιβλίο του Ρογήρου.
rogerioscommentaires.wordpress.com/