«Ελλάς, η χώρα των ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι, αλλά και στα τραγούδια των συνοδοιπόρων της Γιάννη Βασιλόπουλου και Σπύρου Παρασκευάκου, την «Τρίτη έξοδο», ένα δίσκο που μιλά για τη συναισθηματική ενηλικίωση. Τώρα η 21 ετών ερμηνεύτρια και τριτοετής φοιτήτρια της Ιατρικής είναι έτοιμη για μία ακόμη πρόκληση. Τραγουδά τη «Μυθολογία» (από τους σημαντικότερους κύκλους τραγουδιών των Μάνου Χατζιδάκι και Νίκου Γκάτσου), σε προσαρμογή για εννέα όργανα του Λευτέρη Μιχαλόπουλου, στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ.
Εργο ιδιαίτερα απαιτητικό, καθώς «κάθε τραγούδι αντιστοιχεί σε έναν μύθο. Ετερόκλητοι ρόλοι που κλήθηκα να ανακαλύψω και να ερμηνεύσω. Αυτή ήταν η μεγάλη μου δυσκολία. Στις πρόβες οι παρατηρήσεις του Γιώργου Χατζιδάκι (σ.σ.: έχει την καλλιτεχνική επιμέλεια του προγράμματος) και οι ιστορίες για το πώς γράφτηκαν αυτά τα τραγούδια ξεκλείδωναν δρόμους», λέει στην «Κ». «Μου μιλούσε για τις γεωμετρίες που επικοινωνούν, για πράγματα που δεν ήταν αυτονόητο ότι κατέχω». Θεωρεί πως κάθε γενιά μπορεί να δει με νέα ματιά τα τραγούδια αυτά, αλλά εκείνη έχει μια βιωματική σχέση μαζί τους. «Στο σπίτι που μεγάλωσα στη Φλώρινα ακούγαμε πάντα το “Δεύτερο”, κι όταν επιλέγαμε να ακούσουμε ένα δίσκο, οι γονείς μας έβαζαν πάντα τα έργα του Μ. Χατζιδάκι».
Η «Μυθολογία», που γράφτηκε το 1966, ανήκει σε μια ελληνική μυθολογία μιας άλλης εποχής. Τη ρωτάω εάν σήμερα δημιουργείται μια καινούργια, στην οποία θα αναφερόμαστε αργότερα. «Κάθε εποχή θρέφει τους μύθους της με τον δικό της τρόπο, είτε αυτός θα βρίσκεται στην τέχνη είτε στην επιστήμη. Συμβαίνουν πράγματα, όμως στο χάος της πληροφορίας είναι δύσκολο να τα εντοπίσουμε».
Η Δήμητρα ξεκίνησε στα οκτώ της χρόνια μαθήματα πιάνου και θεωρητικών. Της άρεσε το τραγούδι, αλλά ήταν πολύ ντροπαλό παιδί για να το εκδηλώσει. «Ωσπου στην εφηβεία μου με την παρότρυνση της Δόμνας Ευνουχίδου, εξαιρετική πιανίστρια, διευθύντρια του Ωδείου και πρώην δασκάλα μου, ξεκίνησα το τραγούδι. Επειτα, στα 16 μου μπήκε η “Μικρή Αρκτος” στη ζωή μου, αλλάζοντας τα πάντα. Μέχρι τότε δεν ήταν πολύ εύκολα τα πράγματα όσον αφορά τα καλλιτεχνικά της πόλης. Εκτός από το Ωδείο, σπανιότατα ερχόμασταν σε επαφή με καλλιτέχνες. Ετσι οι γονείς μάς συνόδευαν στη Θεσσαλονίκη για να παρακολουθήσουμε συναυλίες και παραστάσεις».
Επειτα από τέτοιες βραδιές κρατούσε σημειώσεις με ό,τι την εντυπωσίαζε. «Η στέρηση πολιτιστικών γεγονότων ήταν αισθητή, ακόμη και σε μικρή ηλικία». Λέει πως σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου δεν είχαν πολλά να δουν και να ακούσουν, «ήταν εύκολο να παρεκκλίνεις στην ποιότητα των ακουσμάτων». Αλλά εκείνη ήταν «προστατευμένη στο περιβάλλον της οικογένειας». Στο σπίτι ακούγονταν έντεχνο τραγούδι, κλασική μουσική, γιατί ο μεγαλύτερος αδερφός της είναι πιανίστας, εναλλακτικά ξένα γκρουπ αλλά και παραδοσιακή μουσική, γιατί ο μπαμπάς της λατρεύει τη λύρα και το ποντιακό τραγούδι.
για την συνέχεια του ρεπορταζ κλικ εδω
πηγη:ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ |ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ