της πόλης από το 1700 έως σήμερα.
Πρόκειται για πρωτοβουλία της Ελληνικής Εταιρίας Περιβάλλοντος και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, σε συνεργασία με τη "European Historic Houses Association", στο πλαίσιο της Εβδομάδας Ανοικτών Κτιρίων Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ου πραγματοποιείται σε όλη την Ευρώπη. Στις εκδηλώσεις της εβδομάδας, όπως δήλωσε ο αρμόδιος αντιδήμαρχος Καστοριάς, Λεωνίδας Παπαδημητρίου, «η πόλη συμμετέχει από τις 25 έως τις 27 Μαΐου με τα σημαντικότερα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς που διαθέτει».
Το ενδιαφέρον στοιχείο στην πρωτοβουλία του δήμου είναι ότι στο πρόγραμμα «επισκέψιμα αρχοντικά» οι πολίτες θα έχουν την δυνατότητα να θαυμάσουν για πρώτη φορά, αρχοντικά που ανήκουν σε ιδιώτες, οι οποίοι ανοίγουν για πρώτη φορά στο κοινό τις πόρτες των κτιρίων που έχουν συντηρηθεί. Μεταξύ αυτών, το «αρχοντικό Μπατρίνου», από τα παλαιότερα της πόλης, που κτίστηκε 1770 και κατοικείται ανελλιπώς από τους κληρονόμους της οικογένειας έως σήμερα.
Επίσης το «αρχοντικό Ωρολογόπουλου» των αρχών του 20ου αιώνα και το «αρχοντικό Βέργουλα» του 19ου αιώνα, που μετά την ανακαίνισή τους λειτουργούν σήμερα ως ξενοδοχεία υψηλών προδιαγραφών, θα ανοίξουν τους χώρους τους για τους επισκέπτες και το κοινό της πόλης.
Ανοικτό για το κοινό θα είναι και το «Αρχοντικό Νεράντζη Αϊβαζή» που κατασκευάστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα και στεγάζει από το 1975 το Λαογραφικό Μουσείο Καστοριάς.
Το «Αρχοντικό των αδελφών Εμμανουήλ» από το 18ο αιώνα ανήκε στην οικογένεια Εμμανουήλ. Το κληρονόμησαν τα αδέλφια Παναγιώτης και Ιωάννης Εμμανουήλ, οι οποίοι ήταν στενοί συνεργάτες του Ρήγα Φεραίου στη Βιέννη. Ο εικοσιτετράχρονος τότε Ιωάννης, φοιτητής Ιατρικής, και ο έμπορος αδελφός του Παναγιώτης, 22 ετών, συνελήφθησαν από την Αυστριακή αστυνομία και στραγγαλίστηκαν από τους Οθωμανούς μαζί με τον Ρήγα στις 24 Ιουνίου του 1798 στο κάστρο Νεμπόϊσα στο Βελιγράδι. Σήμερα στο σπουδαίο αυτό κτίσμα στεγάζεται το Ενδυματολογικό Μουσείο Καστοριάς.
Το «Αρχοντικό Πηχεών» που ανήκε στον εκπαιδευτικό Αναστάσιο Πηχεών, που έλαβε μέρος στην εξέγερση του 1878, με διασωσμένη την αρχική αρχιτεκτονική του μορφή, σήμερα στεγάζει το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα της Καστοριάς.
Επίσης, τις πόρτες τους θα ανοίξουν το «Αρχοντικό Μπασάρα» του 19ου αιώνα και το «Αρχοντικό Τσιατσιαπά» του 1754 που επισκευάστηκε και ανακαινίστηκε με εκτενείς εργασίες υπό την ευθύνη του Υπουργείου Πολιτισμού και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καστοριάς.
Όπως ανέφερε, μιλώντας στο ΑΠΕ ΜΠΕ, ο αντιδήμαρχος Λεωνίδας Παπαδημητρίου, αρμόδιος για θέματα της παλιάς πόλης, το μεγαλύτερο πρόβλημα στη διάσωση των αρχοντικών της Καστοριάς είναι ότι «πολλά κτίσματα ανήκουν σε πολλούς κληρονόμους, που σήμερα πολλοί εξ αυτών βρίσκονται διάσπαρτοι στις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Νότιο Αφρική, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να προχωρήσουμε σε αναστηλωτικές εργασίες διάσωσης τους».
Στην αρμόδια υπηρεσία του δήμου Καστοριάς έχουν καταγραφεί 350 κτίσματα που έχουν χαρακτηριστεί ως διατηρητέα μνημεία και μπορεί να ανήκουν ακόμη και σε κληρονόμους πέμπτης γενιάς που οι ίδιοι μπορεί να μην το γνωρίζουν ότι διαθέτουν δικαίωμα σε ακίνητο της πόλης. Σύμφωνα με τον κ Παπαδημητρίου «καταφέραμε με την βοήθεια σχετικής νομοθετικής διάταξης τα τελευταία χρόνια να αποκαταστήσουμε και να συντηρήσουμε την εξωτερική τοιχοποιία και διάκοσμο σε τέσσερα αρχοντικά της πόλης, χωρίς ωστόσο να έχουμε δικαίωμα να επέμβουμε στο εσωτερικό τους».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ