στο νησάκι της Αγίας Ελένης και η συζήτηση σχετικά με την ιστορική του εικόνα έχει ανάψει στη Γαλλια.
Το ερώτημα -σύμφωνα με την Le Monde-είναι: «Ήταν ο Ναπολέων επαναστάτης που εξασφάλισε τις αξίες του Διαφωτισμού και της Αστικής επανάστασης και ολοκλήρωσε τον εκσυγχρονισμό του κράτους - ή ήταν ενας μισογύνης αυταρχικός και θερμόαιμος άνδρας;»
Ηταν ο Ναπολέων «δεξιός ή αριστερός διερωτάται η γαλλική εφημερίδα σήμερα, χωρίς να μπορεί να δώσει μια σαφή απάντηση.Το σίγουρο είναι οτι ο Ναπολέων ήταν φιλέλληνας και ηθελε να βοηθήσει τον ξεσηκωμό των Ελλήνων κατά των Οθωμανών. Σύμφωνα μάλιστα με κάποιες ιστορικές πηγές , ο Ναπολέων είχε και ελληνικές ρίζες .
Στο βιβλίο του δημοσιογράφου Μιχάλη Ψύλου , «Δεσποινίς Στεφανόπολι» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Λιβάνη γίνεται εκτενής αναφορά για τη σχέση του Ναπολέντα με την Ελλάδα. Ακολουθεί ενα απόσπασμα από το βιβλίο «Δεσποινίς Στεφανόπολι»:
Ο Ναπολέων Καλόμερος – Μπουοναπάρτε
«Τι μας λέτε, ο Βοναπάρτης, Έλληνας; Υπάρχουν ιστορικά στοιχεία; Μην μας πείτε ότι γνώριζε και τους Στεφανόπουλους;» ακούστηκε μια φωνή με μάλλον περιπαικτική διάθεση
Η Ιωάννα χαμογέλασε.
«Λοιπόν, ανοίξτε τα αυτιά σας για να ακούσετε τον δεσμό των Στεφανοπουλαίων με τον Μεγάλο Ναπολέοντα».
Το 1797 ο Ναπολέων ανέθεσε σε δύο «Σπαρτιάτες» όπως έλεγε, τον βοτανολόγο Δήμο Στεφανόπολι και τον ανιψιό του Νικολό, να πάνε κρυφά στη Μάνη –υπό το πρόσχημα ταξιδιού για βοτανολογικές έρευνες– για να συζητήσουν την επίτευξη συμμαχίας ανάμεσα στον Βοναπάρτη και στον μπέη της περιοχής.
Ο Ναπολέων έδωσε μάλιστα στους δύο Στεφανόπολι μια επιστολή προς τον μπέη στην οποία έγραφε:
Πολίτη,
Έλαβα από την Τεργέστη ένα γράμμα στο οποίο εκφράζατε την επιθυμία να γίνετε χρήσιμος στη Γαλλική Δημοκρατία, υποδεχόμενος τα σκάφη της στα λιμάνια σας. Θέλω να πιστεύω ότι θα κρατήσετε τον λόγο σας με εκείνη την πίστη που ταιριάζει σε έναν απόγονο των Σπαρτιατών. Η Γαλλική Δημοκρατία δεν θα φανεί αχάριστη έναντι του έθνους σας. Όσο για εμένα: Θα δεχθώ ευχαρίστως όποιον θα έρθει να με βρει εκ μέρους σας και δεν εύχομαι τίποτα τόσο πολύ, όσο να δω να βασιλεύει η αρμονία ανάμεσα στα δύο έθνη που αγαπούν εξίσου την ελευθερία.
Σας συνιστώ τους επιφέροντες αυτή την επιστολή, που είναι επίσης απόγονοι των Σπαρτιατών. Αν δεν έκαναν ως τώρα μεγάλα έργα, είναι γιατί δεν βρέθηκαν σε έναν μεγάλο στίβο.
Χαιρετισμούς και αδελφοσύνη
Υπογραφή: Βοναπάρτης
Φθάνοντας μετά από ένα μεγάλο ταξίδι στη Μάνη, ο Δήμος και ο Νικολό επισκέφθηκαν τον μπέη και του παρέδωσαν την επιστολή και την μετέφρασαν από τα γαλλικά στα ελληνικά.
«Ποιος είναι», φώναξε ο νεότερος γιος του μπέη που ήταν παρών, «αυτός ο Βοναπάρτης, που γεμίζει ολόκληρη τη γη με τον αχό της φήμης του; Είναι Έλληνας;»
«Όχι», απαντά ο Δήμος Στεφανόπολι, «είναι ένας Κορσικανός που γεννήθηκε στην ίδια πόλη με εμάς. Είναι, ωστόσο, Αθηναίος στην πολιτική, Σπαρτιάτης στο ήθος και Θηβαίος στη στρατιωτική αξία».
«Είναι αλήθεια ότι η νίκη δεν τον εγκατέλειψε ποτέ;»
«Ναι, επειδή διοικούσε Γάλλους».
Όλος ο κόσμος τότε ομόφωνα κάλεσε τον Δήμο να δώσει λεπτομέρειες για τις πρόσφατες νίκες ενός τόσο ένδοξου λαού.
«Τίποτα πιο ευχάριστο για εμένα από το να παρουσιάσω σε ελεύθερους ανθρώπους τον αθάνατο πίνακα των νέων θριάμβων της ελευθερίας».
Ο Δήμος σηκώθηκε και είπε απευθυνόμενος στους Μανιάτες:
«Σας φέρνω νέα παρηγορητικά. Μάθετε τι έγινε στην καινούρια Αθήνα. Ο γαλλικός λαός αφάνισε τους τυράννους του και όρισε νόμους. Αυτοί οι νόμοι διαδίδονται σε όλους τους λαούς. Ο άνθρωπος, λένε αυτοί οι νόμοι, και γεννιέται ελεύθερος και πρέπει να ζει ελεύθερος. Όλοι είμαστε ίσοι και πρέπει να σχηματίσουμε μια αδελφικήν οικογένεια. Μόνον ο νόμος πρέπει να βρίσκεται πάνω από τα κεφάλια και αυτός ο νόμος δεν είναι άλλο πράγμα παρά η έκφραση του συγκεντρωμένου λαού. Η Γαλλία δεν σε ξέχασε, Μάνη. Θα στείλει σε λίγο στις περιοχές σου μια ισχυρή στρατιά κάτω από τις διαταγές του νικητή της Ιταλίας. Ο Βοναπάρτης θα έλθει να φυτέψει το δένδρον της ελευθερίας ως την Κωνσταντινούπολιν, περιμένοντας ωστόσο, ω Έλληνες, να είστε ενωμένοι, να αγαπιόσαστε. Και παντού όπου βρίσκεστε δύο μαζί, ο χαιρετισμός σας ας είναι: Ελευθερία ή θάνατος».
Επιστρέφοντας στο Παρίσι, ο Δήμος και ο Νικολό παρουσιάστηκαν στον Βοναπάρτη. Ο στρατηγός ένιωσε μεγάλη συγκίνηση. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του ο Δήμος είχε χάσει την όρασή του από καταρράκτη και έβλεπε πάρα πολύ θαμπά τα αντικείμενα. Αλλά με την καρδιά γεμάτη από μεγάλες αναμνήσεις προσφώνησε τον Βοναπάρτη με τούτα τα λόγια:
«Πολίτη στρατηγέ, η Ελλάδα είναι άξια για την λευτεριά και την περιμένει από εσάς. Η φήμη από τις εκπληκτικές σας νίκες, και περισσότερο ακόμη η φήμη για τις αρετές σας, έβγαλε αυτούς τους λαούς από τον ληθαργικό ύπνο της σκλαβιάς που ήταν βυθισμένοι για πολλούς αιώνες. Ξύπνησαν μέσα τους τα αισθήματα των προγόνων τους. Είναι έτοιμοι να κάνουν κάθε θυσία για να αποτινάξουν τον ζυγό. Αλλά χωρίς την παρουσία σας, χωρίς την υποστήριξη μερικών στρατευμάτων σας, χωρίς ένα σημείο στήριξης φοβούνται μην εκθέσουν ολόκληρο το έθνος σε γενική σφαγή, όπως απειλούνται από τους Τούρκους.
»Σε εσάς μονάχα, μεγαλόψυχε ήρωα, σε εσάς μονάχα επιφυλάσσεται η δόξα να αναγεννήσετε το πιο ωραίο έθνος της αρχαιότητας, να εκδικηθείτε για λογαριασμό της ανθρωπότητας για τα όσα δεινά υπέφερε από την πλευρά του μεγάλου τυράννου και να καθαρίσετε τη γη από ένα τέρας που, έχοντας γίνει κυρίαρχος της ζωής, της τιμής, των αγαθών των υπηκόων του, καταχράται τόσο φρικτά την εξουσία του. Η παρουσία σας μόνο χρειάζεται για να επεκταθούν τα όρια της γαλλοελληνικής ελευθερίας στον Βόσπορο και τον Εύξεινο Πόντο. Εκτελέστε την μεγάλη αποστολή σας. Θα σας ευλογούν και οι ίδιοι οι Τούρκοι. Οι Έλληνες έχουν ένα αναμμένο καντήλι μπροστά στην εικόνα σας, σαν σημάδι λατρείας, όπως στο θεό της ελευθερίας...»
Ο Δήμος Στεφανόπολι παρέδωσε στη συνέχεια στον Βοναπάρτη ενημερωτικά σημειώματα για την Αλβανία, τη Ρούμελη, τον Μοριά και την Μάνη αλλά και τα ελληνικά νησιά.
Παίρνοντας τα υπομνήματα ο Βοναπάρτης είπε στον Δήμο:
«Θα τα διαβάσω με το ίδιο ενδιαφέρον όπως και τα άλλα που μου δώσατε».
Την ώρα που αποσυρόταν ο Δήμος, ο Βοναπάρτης του είπε: «Σε τέσσερις ημέρες θα σε χρειαστώ...»
Φαίνεται όμως, δυστυχώς, ότι η εκστρατεία στην Αίγυπτο αποφασίστηκε κατά το διάστημα αυτών των τεσσάρων ημερών.
Από εκείνη τη στιγμή ο Βοναπάρτης χάθηκε για τον Δήμο... αλλά και για την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Το εκπληκτικό όμως είναι ότι η Ελλάδα, η Κρήτη για την ακρίβεια, έσωσε τότε τον στόλο του Βοναπάρτη. Κατευθυνόμενος με τον στόλο του ο Ναπολέων στην Αίγυπτο μετά την κατάληψη της Μάλτας, ενημερώθηκε ότι πολύ κοντά κινείται ο αγγλικός στόλος. Τότε έδωσε σήμα να αλλάξουν πορεία και να κατευθυνθούν τα σκάφη προς την Κρήτη. Το βράδυ, όλα τα πλοία είχαν καταπλεύσει στην Κρήτη. Εάν ο Βοναπάρτης δεν είχε αλλάξει πορεία και είχε βρεθεί μπροστά στον βρετανικό στόλο, ίσως να μην είχε φτάσει ποτέ στην Αίγυπτο...
Ο θησαυρός του Ναπολέοντα
«Μιας και μιλάτε για χρήματα, η Ιωάννα δε σας έχει πει το καλύτερο... Ότι τρεις Μανιάτες προσέφεραν έναν ολόκληρο θησαυρό στον Ναπολέοντα...»
Τώρα ήταν που έγινε πανικός. Και τα δάνεια ξεχάστηκαν και οι αντιπαραθέσεις. Ο θησαυρός του Ναπολέοντα τους ένωσε όλους.
Τι να κάνει η Ιωάννα, είχε δεν είχε όρεξη πήρε και πάλι τον λόγο. Ήταν άλλη μια ιστορία που της την είχε πει μεν ο πατέρα της, αλλά το είχε ψάξει και η ίδια στα γαλλικά αρχεία όταν ήταν στο Παρίσι και έψαχνε στοιχεία για τα Νησιά του Αιγαίου και τα προνόμιά τους. Η Ιωάννα ανακάλυψε τότε ένα έγγραφο της γαλλικής Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη προς το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών, από τις αρχές του 18ου αιώνα.
Το έγγραφο είχε παραλήπτη «την Αυτού Μεγαλειότητα, τον Αυτοκράτορα της Γαλλίας, Βοναπάρτη».
«Ακούστε τι έγραφε λοιπόν ο αποστολέας, ο επιτετραμμένος της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη, κόμης Ντε λα Τουρ – Μομπούργκ:
»Ήρθαν στο γραφείο μου τρεις Έλληνες από τη Μάνη, δίχως όμως να μου αποκαλύψουν από ποιο ακριβώς μέρος. Μου είπαν ότι ανακάλυψαν έναν τεράστιο θησαυρό, τον οποίο δεν μπορούν όμως να μεταφέρουν γιατί η περιοχή είναι τουρκοκρατούμενη. Αν μάλιστα το μάθει η οθωμανική κυβέρνηση είναι προφανές ότι θα πάρει τον θησαυρό για λογαριασμό της».
Εκείνη τη στιγμή η Ιωάννα σταμάτησε και έψαξε ένα έγγραφο στη βιβλιοθήκη. Όλοι κοιτάχτηκαν. Ήταν το πολύτιμο έγγραφο για τον θησαυρό.
«Τι γράφει λοιπόν; Αναφέρει πού ήταν ο θησαυρός;» ρωτούσαν όλοι με απίστευτη ανυπομονησία.
Η Ιωάννα άρχισε να διαβάζει: «Αξιότιμε αυτοκράτορα Βοναπάρτη, πιστεύουμε ότι η Μεγαλειότητά σας μπορεί να τελειώσει αυτή την υπόθεση χωρίς να συμβιβαστεί με την τουρκική κυβέρνηση. Ελπίζουμε ότι θα είστε αυτός που θα πάρετε τον θησαυρό για το καλό της αυτοκρατορίας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι η Γαλλία θα το κάνει αυτό για το καλό και του ελληνικού κόσμου. Αν δεν το κάνει, θα έχει να χάσει πολλά».
Το κείμενο κατέληγε με την εξής φράση:
«Δεν υπογράφουμε αυτό το έγγραφο γιατί είμαστε απλοί χωρικοί και γιατί τα ονόματά μας δεν ενδιαφέρουν κανέναν».
Όλοι οι παριστάμενοι άρχισαν να ρωτούν την Ιωάννα σηκώνοντας τα χέρια τους λες και ήταν σε μαθητική τάξη:
«Και τελικά τι έγινε; Ενδιαφέρθηκε ο Ναπολέων;»
«Αν κρίνω από τη σημείωση από τους υπευθύνους των Αρχείων στο τέλος, μάλλον δεν έφτασε ποτέ η επιστολή αυτή στα χέρια του Ναπολέοντα, καθώς δεν γνωρίζουμε αν τελικά ο Γάλλος Πρόξενος την έστειλε ή την κράτησε για να ψάξει ο ίδιος τον θησαυρό».
Όσο για τον Ναπολέοντα; Αυτός εξόριστος το 1816, στην Αγία Ελένη, έλεγε στον γραμματέα του κόμη Εμμανουέλ Λα Κας, που τον συνόδευσε στην εξορία του: «Η Ελλάδα περιμένει έναν απελευθερωτή. Αυτό θα αποτελούσε ωραίο στεφάνι δόξας. Θα γραφόταν το όνομά του στον αιώνα των αιώνων ανάμεσα στα ονόματα του Ομήρου, του Πλάτωνα και του Επαμεινώνδα. Δεν ήταν μακριά η πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου. Όταν έφθασα στις ακτές της Αδριατικής έγραψα στη γαλλική κυβέρνηση ότι είχα μπροστά στα μάτια μου το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου».