Το Θαύμα είναι μια αστραπή που χάθηκε κάτω από τα σκούρα σκεπάσματα της δυστυχίας, μια οπτασία που κρύφτηκε πίσω από τα ξύλινα σκοροφαγωμένα παντζούρια της ρουτίνας, ένα χαμόγελο που έλιωσε κάτω από τα τριμμένα πατώματα της αναμονής. Το Θαύμα ή το νιώθεις κάθε πρωί στο δέρμα σου, ή το ανασαίνεις κάθε απόγευμα στον κήπο της ζωής μέσα από την αγάπη και την επιθυμία ή αλλιώς πρέπει να το πάρεις απόφαση, για σένα, το Θαύμα δεν υπάρχει.
Ο σκηνοθέτης, σεναριογράφος και μοντέρ της ταινίας «Το Θαύμα» Μπόγκνταν Τζορτζ Απέτρι (Unidentified) ζει τα τελευταία 20 χρόνια στη Νέα Υόρκη. Διδάσκει κινηματογράφο στο πανεπιστήμιο Columbia και αποτελεί μια υπέροχη ελπίδα για τη συνέχεια του ρουμάνικου κινηματογράφου. Την ταινία του, ο σκηνοθέτης, τη γύρισε στη γενέτειρά του την Piatra Neamţ, η οποία είναι πόλη της βορειοανατολικής Ρουμανίας στη γεωγραφική περιοχή της Μολδαβίας σχετικά κοντά στο Ιάσιο.
Το φωτεινό πρόσωπο της Κριστίνα τυλιγμένο στα μαύρα ρούχα της καλόγριας, τα οποία αναδεικνύουν αυτή τη λαμπρότητα, είναι από μόνο του ένα αναπότρεπτο θαύμα. Η 19χρονη Κριστίνα πάσχει από πονοκεφάλους και φεύγει από το μοναστήρι με ένα ταξί, για να επισκεφθεί το νοσοκομείο της περιοχής, όμως δεν επισκέπτεται κάποιον παθολόγο, αλλά το γυναικολογικό τμήμα του ιδρύματος. Στην προσπάθεια της να τακτοποιήσει το προσωπικό της ζήτημα η νεαρή μοναχή περιπλανιέται στην πόλη. Η αναζήτηση δεν έχει αποτέλεσμα και καθώς παίρνει το δρόμο της επιστροφής για τη μονή, όλα ανατρέπονται στη ζωή της αγγελικής Κριστίνα. Μαζί με τα θαύματα όμως, συμβαίνουν και παράξενα πράγματα, τα οποία θα κληθεί να διερευνήσει ο αστυνομικός Μάριους κι έτσι σιγά σιγά στήνεται ένα δυνατό αστυνομικό θρίλερ με ενδιαφέρουσες θρησκευτικές διαδρομές. Ο αστυνομικός επιθεωρητής ακολουθεί τα βήματα και τις κινήσεις της μοναχής στην πόλη προσπαθώντας να φωτίσει όλα αυτά που συνέβησαν. Όλα αυτά τα κάνει με εντυπωσιακή επιμέλεια, με υπομονετική σχολαστικότητα και αδιάλειπτη φροντίδα και για αυτό ανταμείβεται με εντυπωσιακά, σχεδόν θαυμαστά πράγματα. Ανταμείβεται όμως και ο δεξιοτέχνης Μπόγκνταν Τζορτζ Απέτρι με την αγωνία και την απόλαυση του θεατή, γιατί όπως έλεγε και ο Ηλίας Καζάν «Κάθε ταινία που έχει επιτυχία, έχει ένα μικρό θαύμα μέσα της». Είναι απορίας άξιον πώς κατάφερε το ανθρώπινο είδος μέσα σε ένα υπέροχο κόσμο θαυμάτων που λάμπουν γύρω του, επί γης, στο νερό, στον ουρανό ακόμα και μέσα του, να εισπνέει καθημερινά τόσους τόνους βαρεμάρας και να καταπίνει τόσους αιώνες πνιγηρής πλήξης.
Η έρευνα του Μάριους, του αστυνομικού επιθεωρητή, για να επιστρέψουμε στην όμορφη ταινία μας, αναπτύσσεται γύρω από τις δραστηριότητες της Κριστίνα, αλλά κάποια στιγμή ξεστρατίζει ή μήπως όχι; «Ξεστρατίζοντας» λοιπόν πέφτει πάνω στον κοινωνικό περίγυρο της νεαρής κοπέλας, πλησιάσει διακριτικά, διερευνά σχολαστικά και ελέγχει πλήρως στις πληγές, τις αδυναμίες και τα τραύματα της μετακομμουνιστής Ρουμανίας αλλά και του αχανούς τοπίου της ανθρώπινης ψυχής που συνδέεται με το Θείο, τον συνάνθρωπο κι όλη την υπαρξιακή του αγωνία.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία που μπορεί να χάνει λίγο στο τέλος τον προσανατολισμό της αλλά μας αφήνει πολλές υποσχέσεις για τις επόμενες ταινίες του Ρουμάνου σκηνοθέτη. Ο Μπόγκνταν Τζορτζ Απέτρι δημιουργεί ένα πυκνό παζλ, ένα δράμα γεμάτο σασπένς με τελικό σκοπό όμως να μιλήσει για τα μεγάλα ζητήματα που τον απασχολούν. Τοποθετώντας κάθε κομμάτι του παζλ ο αστυνομικός διευθυντής στη σωστή θέση της τελικής εικόνας, μας αποκαλύπτονται λεπτομέρειες για την Κριστίνα και τις διαδρομές της, αλλά κυρίως φωτίζονται τα εναγώνια υπαρξιακά ερωτήματα του δημιουργού, που αφορούν καθολικά ζητήματα της ζωής, όπως το νόημα της, ο θάνατος, η μοναξιά, η ελευθερία και οι σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους καθώς και η αγωνία για τον σύγχρονο κόσμο, την αλληλεγγύη, τη σχέση των ανθρώπων με τη θρησκεία, την πίστη στους θεσμούς, την αθωότητα, την αλήθεια και τον κυνισμό.
Αλλά με τόσα που είπαμε για το Θαύμα και τα Υπαρξιακά ερωτήματα αντιλαμβάνομαι και συμπάσχω με τον Altan, τον φοβερό Ιταλό σκιτσογράφο, ο οποίος έλεγε «Μπροστά στα θαύματα του σύμπαντος αισθάνομαι ένα τίποτα. Καλύτερα να γυρίσω στο γραφείο».