με λιγότερους τριγμούς και μια πρωινή βόλτα στις φλέβες της χαράς και ξεχνά ότι έρωτας δεν είναι μόνο αυτά, αλλά και ένα θεϊκό δώρο για να μάθει τί πραγματικά είναι η αυταπάρνηση, τι σημαίνει να διαλύει κάποιος το εγώ του που τόσο καιρό έχτιζε με επιμέλεια και φροντίδα και να το ξαναδημιουργεί για να γίνει το σκαρί να ταξιδέψει κάποιος άλλος στις θάλασσες της ευτυχίας. Ξεχνάει ότι ο μεγάλος έρωτας που νιώθει για κάποιον είναι μια βαθιά επιθυμία, μια αιχμηρή λαχτάρα ένας ακόρεστος πόθος να αγαπηθεί ο ίδιος. Πολλά ξεχνά ένας ερωτευμένος και κυρίως ότι στα αδιέξοδά του παραμονεύει η θλίψη, η παραίτηση και η ανεπούλωτη ήττα. Αλλά ποιος νοιάζεται γι αυτά όταν πετά πάνω από τα μικρά, τα ευτελή και τα ασήμαντα με τα φτερά του έρωτα.
Ο Σιμόν, Πιερ Νινέ (“Yves Saint Laurent”) και η Λίσα, Στέισι Μάρτιν (“Nymphomaniac”) ζουν έναν έρωτα που έχουν καλλιεργήσει στους ήσυχους λόφους της εφηβείας τους. Με την ασφάλεια που τους παρέχει η σχέση τους, ζουν τον έρωτά τους στην πόλη του φωτός, κάποιες φορές λίγο πριν τα όρια, κάποιες άλλες παράλληλα με τη γραμμή που σημειώνει τα άκρα των ανθρώπινων αντοχών. Το σύγχρονο Παρίσι είναι το φόντο του δυνατού έρωτα τους μέχρι που κάποιο βράδυ όλα αυτά ανατρέπονται. Ο Σιμόν για λόγους που δεν μπορεί να ελέγξει, θα πρέπει να φύγει από την πόλη, την χώρα και να εξαφανιστεί από τη ζωή της Λίζα, η οποία μένει πίσω και περιμένει στωικά μάταια κάποιο μήνυμά του. Με ένα νοητό μακρόσυρτο fade out σβήνει η προηγούμενη ζωή του ζευγαριού, αλλά μετά από τρία χρόνια σε ένα νησί του Ινδικού θα ξανά ανταμώσουν μόνο που τίποτα πια δεν είναι όπως τότε. Η Λίσα είναι παντρεμένη με τον Λεό, έναν μεγαλύτερό της πετυχημένο επιχειρηματία, και έχει βυθιστεί στον πλούτο, τα χρήματα, τα ταξίδια και την πολυτέλεια. Η ταινία αποτελείται από τρεις ενότητες που αναπτύσσονται η πρώτη στο Παρίσι, η δεύτερη στον Ινδικό ωκεανό και η Τρίτη στη Γενεύη. Σιγά σιγά η ταινία από ερωτικό ρομάντζο θα γλιστρήσει στα ύδατα του φιλμ νουάρ και του ερωτικού θρίλερ.
Η σκηνοθέτις των «Εραστών» Νικόλ Γκαρσιά, λέει για τους ήρωες του φιλμ «Η σύγκρουση ανάμεσα στους τρεις τους δεν έχει να κάνει μόνο με την επιθυμία, τον έρωτα... Είναι μια σύγκρουση κοινωνική. Το ερωτικό τρίγωνο προκαλεί εκρήξεις ζήλειας, βγάζει το χειρότερο εαυτό όσων συμμετέχουν σε αυτό, θέτει από την αρχή τις σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στους εραστές. Η επιθυμία του να έχεις αυτό που έχει ο άλλος, η προσπάθεια να το κλέψεις... Το ερωτικό τρίγωνο με ενδιέφερε για όλα αυτά, αλλά περισσότερο γιατί αυτοί οι τρεις ήρωες αυτό που αναζητούν τελικά είναι να μην είναι μόνοι. Να βρουν ένα τρόπο να αποδράσουν από τη μοναξιά τους». Η ταινία ήταν επίσημη συμμετοχή στο 77ο Φεστιβάλ Βενετίας.
Η Νικόλ Γκαρσιά έχοντας στα χέρια της ένα ραγισμένο ερωτικό τρίγωνο τεντώνει τις αμφιβολίες των εραστών σαν χορδές, απλώνει σε ένταση και εύρος τις ριψοκίνδυνες αποφάσεις τους, παίζει με τους πειρασμούς και το ελλοχεύον πάθος των ηρώων μέχρι τα άκρα και επιστρέφει στο τόπο του εγκλήματος και του ερωτικού πάθους στον οποίον συρρέουν τα αναγκαία ψέματα, η άκρατη πολυτέλεια και τα χρήματα, πολλά χρήματα τα οποία θα λειτουργήσουν σαν τέταρτος πρωταγωνιστής και παράγων της όλης ιστορίας. Οι τρεις πρωταγωνιστές Στέισι Μάρτι, Πιερ Νινέ και ο Μπενουά Μαζιμέλ ποτέ δεν θα καταφέρουν να εναρμονιστούν με τους στόχους και τις επιδιώξεις της ταινίας, η οποία ενώ το πρώτο μέρος κινείται σε σωστούς ρυθμούς, σε καλή ατμόσφαιρα και αρμονική ανάπτυξη στο δεύτερο μέρος γλιστρά ανάμεσα στην μετριότητα, τη βραδύτητα ρυθμού και τη χαλαρότητα των μη αναγκαίων αναλύσεων. Έτσι χάνεται μια καλή ευκαιρία να έχουμε ένα σπουδαίο νέο νουάρ φιλμ το οποίο θα «πληκτρολογούσε» πάνω μας όλη την ορμή, την οδύνη και την τρέλα ενός ερωτικού τριγώνου, καταδικασμένου από τις κοινωνικές συμβάσεις, τις ανθρώπινες αντοχές, τις αθέατες ερωτικές επιδιώξεις και τις αιχμηρές κοινωνικές αντιθέσεις. Αλλά ο έρωτας είναι ένα ταξίδι στα πέρατα της ανθρώπινης ύπαρξης και όπως έγραφε ο Όσκαρ Ουάιλντ «Μόνο οι άστατοι γνωρίζουν τις χαρές του έρωτα. Οι σταθεροί γεύονται την τραγωδία του».