-Παρακαλώ εγερθείτε, εισέρχεται η Σύγκλητος του πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και περιχώρων, μας είπαν μια φορά κι ένα καιρό στα πνευματικά μας και οιονεί πανεπιστημιακά τοπία και λοφία.
- Εγέρθητος... Είναι ο γνήσιος και καθοριστικός, πολιτικός λόγος που τον φέραν -που το φέραμε δηλαδή- στο προσκήνιο του πολιτικού μας αφρού και του τέλματος το οποίο απειλεί να μας ρουφήξει.
Το κυρίως θέμα
Αλλά εμείς θα μιλήσουμε απόψε για τον άλλο λόγο, για την υψηλή λογοτεχνία αλλά με χαμηλότονους εκπροσώπους της, όπως είναι η κ. Καρυστιάνη Ιωάννα σύζυγος Παντελή Βούλγαρη και τανάπαλιν, φυσικά.
Χαμηλόφωνους εκ πεποιθήσεως κι όχι από αδυναμία προκλήσεως θορύβου γύρω από τον τρόπο τους, κι αυτό να περιχύνει από μόνο του μιαν αύρα άδολης εκτιμήσεως σε πρόσωπο και έργο.
Η εν λόγω κυρία δεν ήταν υποψηφία (και δεν θα μπορούσε να ήταν) στις εκλογές που μας πέρασαν ούτε σε κάποιες προηγούμενες, απ' ό,τι θυμάμαι - χωρίς να είμαι περί αυτού και βέβαιος-. Ομως αυτό είναι ένας τρόπος της που διαδηλώνει την πολιτική και ποιητική της (εν γένει) ηθική κι όπως αυτή τη σχηματοποίησαν φιλόσοφοι και φιλόλογοι ως γλώσσα της γραφής και ως πράξη της ζωής.
Συνήθως βέβαια συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Τα έργα που κρατούν στο χρόνο και σε συγκρατούν στον προσωπικό σου, που τον διαθέτεις μετά προσηκούσης φειδούς στους άλλους, οι συγγραφείς τους έχουν μια δυσανάλογη, με τη θέλησή τους οι περισσότεροι, δημοσιότητα της αξίας τους στην κρίσιμη αγορά. Πλεονάζει το εύκολο στο διάβασμα και το πιο ευπαθές, όπως στα προϊόντα γης εκτός ψυγείου που απαιτούν γρήγορα ανάλωση.
Το αποψινό πνευματικό γεγονός λαμβάνει χώρα με αφορμή την παρουσία της σ' αυτόν τον χαρισάμενο, ακόμα, τόπο (να δούμε μέχρι πότε), ο οποίος εδώ και λίγα χρόνια περιήλθε σε μια διοικητική δίνη πραγμάτων. Για μας που την παρακολουθούμε από λίγο μακρύτερα, από την εκείθεν της λίμνης, περιοχής, μας είναι κάπως μακρινή στην κατανόησή της. Εύκολα μπορεί να παίρνουμε θέση και εκ του ασφαλούς ή και εκ του αφελούς. Ομως, όταν μια κοινωνία υφίσταται μια βίαιη αποκόλληση από τον πολυχρόνιο και κάπως ιδιαίτερο αυτοδιοικητικό κι όχι μόνον της βιότροπο, στον οποίο είχε μάθει αλλά και ξεχωρίσει, τότε με το δίκιο της αυτή η πολιτεία και κοινωνία ανθρώπων στις παρυφές των Πιερίδων αισθήσεων και παραισθήσεων, σηκώνεται στα πισινά της πόδια και νιώθει ν' ασφυκτιά στο στενό κορσέ που της έραψε η θλιβερή, πολιτική αναγκαιότητα, που έφερε με τον ένα ή άλλον τρόπο τον τόπο μας γενικά στον πάτο της ιστορίας του.
Το λοιπόν:
Δηλώνω ευθέως πως η κυρία Κ.Ι είναι από τους εντελώς λίγους πεζογράφους της νεοελληνικής σήμερον λογοτεχνίας, που μου κλέβει και το απολαμβάνω, ό,τι πολυτιμότερο διαθέτουμε ως έλλογα όντα, το χρόνο θέλω να πω, και μάλιστα κατά τρόπον συνεχή κι αναγνωστικά άτμητο.
Η μεγάλη κυρία της νεοελληνικής πεζογραφίας, μας έχει μέχρι τώρα εκδόσει 9 βιβλία τα οποία ψηφίστηκαν από το κοινό των απλών αλλά κι εξειδικευμένων ψηφοφόρων της ανάγνωσης, έδειξαν και δείχνουν ευρύτερη αποδοχή και αντοχή χρόνου. Η κ. Ιωάννα Καρυστιάνη προφανώς και δεν μονάζει, όμως ούτε και πλεονάζει στους κύκλος της δημόσιας απαισιότητας, παφλάζει μόνον σε ένα διαρκές αίσθημα ωραιότητας που σε βυθίζει, ακόμα και στις γκρίζες λυπητερές ή βίαιες και σοκαριστικές εκδοχές του, σε μια ονειρική μελαγχολία δημιουργίας.
- Μεταξύ μας θυμάμαι και τα σκίτσα της από τα οποία και τη γνώρισα μη πω και από τον απόηχο του αντιδικτατορικού της σημαίνοντος -χρόνια αμνημόνευτα πριν-, όπως και την πριν 2 χρόνια γνωριμία μας, στην απόπειρα ανακατάληψης του Γράμου που έγινε από τους απογόνους όσων τον προσπάθησαν το 1948 και κατέληξαν στην Πολωνία...
Είχα αρχίσει να γράφω τα παραπάνω και όσα ακολουθούν χωρίς να έχω διαβάσει το πρόσφατο βιβλίο της "Καιρός σκεπτικός" τίτλος εμβληματικός στην τωρινή πραγματικότητα. Από τις γενικές αίσθησες και τις λίγες αναγνωστικές μνήμες αλλά και το εν γένει χρώμα των βιβλίων της - το λαμπερά τεφρό και της ατμόσφαιρας που μας βυθίζει σ' ένα αγαλαξιδιακό νεφέλωμα λύπης.
Οταν το έπιασα, έτσι για μια πρώτη αίσθηση προσώρας μ' απάλλαξε από την οθόνη του υπολογιστή και της εξ αυτού, καθημερινής κι ακατάπαυστης θητείας στη ματαιότητα της πληθωριστικής πληροφορίας και γραπτής αδολεσχίας: Τα μηνύματα, τα facebook, τα μπλογκς, οι φαντασιώσεις, οι λοιπές ρηχές αναμονές κι αδημονίες με τις οποίες βραχυκυκλώνεις το είναι και τον όποιο χρόνο σου μένει για τον εαυτό σου για την όποια δημιουργία αγαπάς και σε θέλει κατά κάποιον τρόπο.
Οι τυπωμένες σε χαρτί λέξεις είναι ο αειθαλής μας βιότοπος αυτές είναι το φανερό ή κρυφό καταφύγιο. Οι οθόνες μας γυαλίζουν τα μάτια από ατελέσφορες επιθυμίες. Δεν αγγίζουμε τίποτε ενώ με το χαρτί τουλάχιστον πιάνουμε τον νοητό απόηχο της ύλης όσων διατρέχουμε.
Ο "Καιρός σκεπτικός" λοιπόν από τις εκδ. Καστανιώτη, 9 διηγήματα τα οποία εκτάκτως πήρα να διαβάζω την ύστερη βδομάδα των εκλογών, χωρίς περίσκεψιν για το τι θα ψηφίσω ή μάλλον τι θα α-ψηφίσω και χωρίς αιδώ για ό,τι θα επακολουθούσε αυτής της διαλογής μου. Κι ούτε που μ' ένοιαζε δηλαδή για να κυριολεκτούμε, αφού όλα αυτά τα εφήμερα και διαρκώς επαναλαμβανόμενα είτε διλήμματα είτε προοδευτικές διέξοδες είτε δεν ξέρω τι άλλο σε μια προτεραιότητα ναυτίας με έχωναν αύτανδρο. Και μου ήρθε αυτή η πρόκληση -είχα καιρό να διεξέλθω λογοτεχνικό βιβλίο άχρι τέλους- όπως και η πρόσκληση από τον λίαν αγαπητό κι έκπαλαι φίλο Γιώργο Τσ. για να συνυπάρξουμε αισθαντικά τοιουτοτρόπως ή μια φυγή από τα τοπία πνευματικής ακινησίας και πολιτικής ακατανοησίας.
Τα ονόματα των μοναχικών ανθρώπων ηρώων, οι οποίοι εκ των πραγμάτων χάνονται στο ασήμαντο είναι τους αλλά το διασχίζουν ή το ξεπερνούν εν τέλει, είναι αυτοί οι μάρτυρες μιας ακολουθίας των ανθρωπίνων μικρών πραγμάτων που γίνονται, ευκαιρίας δοθείσης, αθύρματα των καιρών είτε σκεπτικών είτε απερίσκεπτων. Στη μοναχικότητα του ρόλου τους αγωνιστές και πρωταγωνιστές νικητές ή ηττημένοι -το συνήθως συμβαίνον- με τη λογοτεχνική ένδυση γίνονται επώνυμοι άρχοντες του καθημερινού.
Τα πρόσωπα από την απύθμενη κοιλάδα των καταφρονεμένων αλιευμένα, αλλά όχι και των λούμπεν, παρά την ασημαντότητα του είδους τους, έχουν μια ιδιαίτερη όψη βαμμένα στην προσωπικότητα τους με εκείνο το βάμμα του ηλιοτροπίου, που μεταμορφώνει τους ελάχιστους στη ζωή σε ύψιστους στη λογοτεχνία όπως και στην τέχνη γενικά.
Πρόσωπα που ξεχειλίζουν από το αδιέξοδο του λόγου και από την αδυναμία εξωτερίκευσης των απωθημένων τους.
Τα διηγήματα συνιστούν μικρές ελεγείες χωρίς ιδιαίτερες φορτίσεις της καθημερινότητας, η οποία όμως σε βάζει σε ένα λούκι συγκίνησης και συγκατάβασης.
Ο χρόνος διεξαγωγής τους είναι ο μήνας Δεκέμβριος και που πέρα από το εορταστικό κλίμα που σε αφήνει μια ρίγα νοσταλγίας είναι κι ο τελικός χρόνος μιας ενιαύσιας πορείας πραγμάτων. Μήπως και της ζωής;
Οι τόποι που διαδραματίζονται τα διηγήματα είναι από το νέο πανελλήνιό μας θέατρο. Οι ηλικίες κοντά στα 60 τους. Αυτή η ηλικιακή παράμετρος που τη συναντάς στο μυθιστόρημα "Δουβλινιάδα" του Σαμουέλ Ρίβα όπου ένας σεβαστός εκδότης λογοτεχνίας που έχει βγει πλέον σε σύνταξη στοχάζεται κι αναστοχάζεται για τον βίο του αυτού και των ένας βιβλίων σε φέρνει με τη συγκυρία της και τη δική σου σε μια αθυμία ύπαρξης.
Τακτικά γίνεται αναφορά στον Αλεξ. Ππδ. κι επειδή η περίοδος που ξεδιπλώνονται τα διηγήματα είναι των Χριστουγέννων, θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τη συλλογή, σημερινή εκδοχή από Χριστουγεννιάτικες ιστορίες του σήμερα. Η ιστορία τους είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Δεν αφηγούνται σημαντικές, περίπλοκες κι ενδιαφέρουσες καταστάσεις.
Κατατρίβομαι (μήπως και καταθλίβομαι και γιατί άραγε δεν χαίρομαι;) και μετεκλογικά με το αποψινό μας θέμα, με μια δυσκολία και δυσθυμία. Μια αίσθηση πως είμαστε πάνω στον αφρό ενός κύματος που ώρα την ώρα λες και θα ξεφουσκώσει και θα βρεθούμε καταγής. Λόγια άδεια και λόγια γεμάτα κι άλλα λόγια μας ταξιδεύουν και μας ποντίζουν σε μια ιλύ σκέψεων, προτάσεων, σε μια ίλη ανθρώπων αδηφάγων της διάκρισης και της επίδειξης με τους οποίους συνυπάρχουμε μακάριοι θαρρείς.
Ο πολιτικός καιρός μας είναι ιδιαίτερα σκεπτικός.
Ο τόπος αυτός, το Βελβεντό κι οι άνθρωποί του ζουν ένα τέλος εποχής κι έχει σημασία αυτό αφού ήταν ένας τόπος πρότυπο. Μια αβέβαια έως ζαλισμένη προσπάθεια νέου προσδιορισμού του συλλογικού του είναι αλλά και των ατομικών εξάρσεων. Η εκκίνηση του ενός ίσως και να δείχνει ένα τέλος αλλά και μια προσδοκία. Εναν αγώνα άγονο παρόμοιο με εκείνον της σαιξπηρικής άγονης αγάπης.
Η λογοτεχνία και τι θέλει να μας πει στους σημερινούς καιρούς που φοβισμένοι με μισή καρδιά και διάθεση προσερχόμαστε στην παραμυθία της σαν σε μια συνθήκη λύτρωσης.
Bαθειά ψυχή να έχουμε να δούμε, να νιώσουμε, να ζήσουμε τις ανατροπές, τις διαλύσεις, τις ανασυντάξεις σ' αυτήν που μας παραμυθιάζει αλλά και στη ζωή που μας προσγειώνει.
Προφανώς και δεν είναι ο πρώτος λόγος απόψε να μιλήσουμε για το βιβλίο, τα βιβλία της και τα πιο πρόσφατα διηγήματα. Η μέθοδος αυτή από ρουτίνα πλέον, έχει γίνει κι ενόχληση και βαρετή κυρίως στους φίλους που έρχονται και μάλιστα όχι από συγγενική ή φιλική υποχρέωση σε παρόμοιες συγκεντρώσεις. Μας ενδιαφέρει κυρίως ο εκ του σύνεγγυς λόγος των δημιουργών. Οι συναντήσεις με τους συγγραφείς γίνονται, πρέπει να γίνονται, για ν' ακούγονται αυτοί. Αλλως δεν έχει νόημα ο κάθε βαρεμένος (κι εγώ μέσα σ' αυτούς) να αφήνεται και ν' αναλύεται σε φιλολογικούς λυγμούς ή δημοσιογραφικούς αναστεναγμούς.
Μας ενδιαφέρει καθ' αυτό το πρόσωπο της πραγματικότητας που κρύβεται πίσω από τις σελίδες και τις λέξεις τις οποίες βάζει σε μια σειρά λογικής αλληλουχίας και ταυτόχρονα δημιουργεί κι ένα άλλο κόσμο μαγικό, όχι απαραίτητα ωραίο, στον οποίο υπάρχουμε πάντα με μια διάθεση αγαπητική.
Διαβάζω μόνον πολύ λίγες σκέψεις κάποιων που έγραψαν για τη συλλογή αυτή τσιμπημένες από το διαδίκτυο.
Οι υποθέσεις των διηγημάτων της Καρυστιάνη δεν έχουν αυτές καθαυτές αξία. Πιο πολύ ενδιαφέρει το κλίμα το οποίο, αν και είναι γιορτινό, δείχνει απίστευτη μοναξιά. Οι ήρωές-της είναι συνήθως ηλικιωμένοι και προσπαθούν να διατηρήσουν άσβεστη τη φωτιά της ζωής και της ψυχής-τους. Ενώ οι άλλοι ζουν μέσα στο ανθρώπινο περιβάλλον-τους, αυτοί τριγυρίζουν τη νύχτα μονάχοι, προσπαθούν να βρουν κάποιον άλλον στον οποίο θα διοχετεύσουν την αγάπη-τους, μαζεύονται δυο δυο για να μην ...κρυώνουν, αναζητούν την επαφή και τη θαλπωρή ενός λόγου ή μιας χειρονομίας. Η στάση-τους δεν αποπνέει θλίψη αλλά μια αξιοπρέπεια, έστω κι αν οι πράξεις-τους είναι αλλόκοσμες ή μάταιες, σπασμωδικές ή απέλπιδες. Τα γηρατειά δεν χαράζονται μόνο από τις ρυτίδες αλλά κι από την περιθωριοποίηση που κάνει τη ζωή εξορία και γι' αυτό ο ανθρωπισμός με τον οποίο αλατίζουν οι ήρωες τον βίο-τους γίνεται το όπλο για να πάρουν οι γιορτές λίγο από το χαμένο-τους νόημα.
Επιμύθιον
Ας μην αφήνουμε σε ησυχία τους συγγραφείς! Οπου τους βρίσκουμε και τους συναντούμε, ας παίρνουμε από τη σιωπή τους το απόσταγμα, και από το λόγο τους ακόμα και το ελάχιστο απόσπασμα. Περιέχουν ακόμα και τα ψίχουλά τους, την υποβολή του αντίδωρου.
Είναι ξεχωριστά σημεία αναφοράς στην ανθρώπινη περιπέτεια (δράμα η κωμωδία) την οποία παίρνουν στην ατόφια, αυθεντική μορφή και με την μυθοπλασία και τις λέξεις πρωτίστως μεταπλάθουν με μια ατέλειωτη σειρά πειθαρχημένους στρατιώτες, σε ιαματικό κατάπλασμα και μας το κατακαθίζουν στον πάτο της ευάλωτης κι εύθραυστης συνείδησής μας. Επισκέπτες είναι που δεν θέλουμε να τους φύγουμε οι οποίοι εκπορθούν το κάστρο της μοναχικότητάς μας και σκορπούν εντός μας αλαλάζοντας τους αλλοπαρμένους κι αλαφροϊσκιωτους δαίμονες της τρυφερότητας, της ονειροπόλησης, της νοσταλγίας, της φυγής, της ωραιότητας εν γένει και εν είδει, καταστάσεις από τις ουσιώδεις εν ανεπαρκεία στους καιρούς και τους τρόπους μας, καθώς θηριοδαμάζουν το χρόνο που χαράζει, παρ' όλα, αυτά στα μέτωπα τις αυλακιές της αναπόφευκτης απώλειας.
Τα βιβλία και οι συγγραφείς τους στη άμεση επαφή τους με τον κόσμο της αναγνωστικής εμπειρίας μας βοηθούν όχι να διασχίζουμε την όποια κρίση μας δέρνει επί του προσωπικού ή του συλλογικού, αλλά τουλάχιστον μας επιτρέπουν να βυζαίνουμε το πικρό γάλα τους με λιγότερη αποστροφή. Είναι οι άδηλοι φίλοι του Θεού της ψυχής και του σώματός μας τελικά. Οι ένυλοι άγγελοι ο καθένας με τα όπλα του μαρτυρίου του.
Ας αφήσουμε λοιπόν την εκλεκτή καλεσμένη και σε πολλούς αγαπημένη άχρι λατρείας, ν' ανοίξει εδώ το κιβώτιο της ιστορίας της που κουβαλά σαν όστρακο χελώνας, ήγουν εφ' όρου ζωής και δεν είναι προφανώς άδειο, για να μας πει ό,τι θέλει στην κυριολεξία, παραμύθιον ακόμα κι επιμύθιον λόγο.
Αυτήν άλλωστε ήρθαμε ν' ακούσουμε κι όχι ν' ανέχεσθε την δική μου φλυαρία που σχεδόν συνορεύει με τις τόσες άλλες, καθώς και με τα τόσα υποπροϊόντα της σκέψης και πράξης τα οποία αυτές τις μέρες, γύρω μας, χωμένα στις θημωνιές των αχύρων λόγων, όσο κι αν καίγονται, αλίμονο, ακόμα αντέχουν.
Η κυρία Ιωάννα Καρυστιάνη έζησε και ζει πυρκαγιές και παραναλώματα, εν λόγω, έργω ή φαντασία, τα περισσότερα της σκέψης- μπορεί και να σωπάσει επί ημίωρον τουλάχιστον. Εμείς, όσοι τέλος πάντων, θα την ακούσουμε εν τούτοις.
Ας μιλήσει για ό,τι θέλει ακόμα κι ας πέσει σε φιλολογικό παραλήρημα. Θα ναι καλύτερο από το κώμα που μας συντρέχει το οποίο και μας βυθίζει μέρα τη μέρα ο πολτώδης κομματικός λόγος. Μια εφήμερη αποτοξίνωση, μια μεθαδόνη έστω για τους εξαρτημένους της ωραιότητας του συγγραφικού της λόγου.
Αυτά, το λοιπόν, ήθελα να πω ή κάπως έτσι να τα γυρίσω. Τώρα γυρίζω κι εγώ στη σιωπή μου -όχι βέβαια σε εκείνη η οποία είχε λόγο εκκωφαντικό, του Γ. Σεφέρη το 1969- είμαστε τόσον πενιχρές υποσημειώσεις στην εγγράμματη ιστορία- αλλά στην εντελώς ανθρώπινη και φιλική παρέα των ακροατών που ήρθαν σήμερα με γενναιοδωρία διάθεσης και ψυχής , ωραίοι, ανιδιοτελείς, ν' ακούσουν το λόγο παρηγορίας του κόσμου της λογοτεχνίας και της αποικίας των συγγραφέων και αύριο της τέχνης σ' αυτό το αισθαντικό διήμερο που διοργάνωσε ο Μορφωτικός Ομιλος του Δήμου Βελβεντού και των αποικιών αυτού Παλαιογράτσανου, αγίας Κυριακής, Σκουλιάρεως δηλαδή, Σκεπασμένου, Μετοχίου κ.λπ.) του οποίου τον πρόεδρο θέλω να ευχαριστήσω -δεν ξέρω και τ' όνομά του- για την πρόσκληση χάριν της οποίας παρακάθομαι δίπλα σε ωραία ονόματα συγγραφέων κι ενώπιον ενός έξοχου κοινού.
Ας λαϊκίσω κι εγώ λίγο:
- Ζήτω, λοιπόν, ο αυτόνομος Δήμος Βελβεντού. Ο αγώνας σας συνεχίζεται αλλά χωρίς εμάς...
- Αμήν.