Και αυτούς που θα τη δώσουν και αυτούς που θα την ακούσουν.
Λίγο πριν ολοκληρωθεί και αυτήν η προεκλογική περίοδος, ένα ερώτημα κυριαρχεί στην πολιτική κουβέντα. Με μνημόνιο ή χωρίς;
Ερώτημα που προσπαθεί να εκμαιεύσει απάντηση για ένα αποτέλεσμα αλλά όχι και για την αιτία που, μπορεί να, οδήγησε σ΄ αυτό.
Πριν απαντηθεί όμως αυτό θα έπρεπε να απαντηθεί ένα άλλο ερώτημα. Το μνημόνιο οδήγησε στην κρίση την ελληνική κοινωνία, ή η κρίση, ελληνική αλλά και παγκόσμια, ήταν αυτή που οδήγησε στο μνημόνιο;
Φυσικά η απάντηση στο ερώτημα αυτό εκτός από δύσκολη είναι και σύνθετη. Αποτελείται από πολλές πτυχές, όσες ορίζουν την έννοια «ελληνική κρίση».
Αν δεν τις ξεδιπλώσεις όλες και δεν τις αναλύσεις μεθοδικά και με ψυχραιμία, δεν κινδυνεύεις να χάσεις μέρος της εικόνας, αλλά ολόκληρη την εικόνα.
Η μεθοδικότητα όμως δεν υπήρξε ποτέ, δυστυχώς, βασικό χαρακτηριστικό της φυλής μας και η ψυχραιμία είναι είδος προς εξαφάνιση στις μέρες μας.
Δεν είναι φυσικά παράλογο το ότι όλη η κουβέντα εστιάζεται σ΄ αυτή καθ΄ αυτή την οικονομική κρίση, καθώς τα αποτελέσματα της είναι ακόμα και τραγικά για ορισμένους συνανθρώπους μας. Δεν προκλήθηκαν όμως απ΄ τη μια μέρα στην άλλη. Η ταχύτητα όμως με την οποία εξελίχθηκαν και διογκώθηκαν απέδειξε τα σαθρά θεμέλια πάνω στα οποία είχε οικοδομηθεί η κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια.
Πολύ απλά, στην εποχή της ευμάρειας μας επενδύσαμε στην ευτέλεια και οι δομές και οι υποδομές που δημιουργήσαμε αποδείχτηκαν ανίσχυρες στην καταιγίδα. Και όταν ξεσπάει η καταιγίδα τους πρώτους που θα συμπαρασύρει στο διάβα της είναι οι πιο εκτεθειμένοι και οι πιο αδύναμοι.
Σ΄ ένα απ΄ τα πολλά και σημαντικά άρθρα που μας έχει προσφέρει τα τελευταία χρόνια ο Έλληνας σύγχρονος φιλόσοφος Στέλιος Ράμφος, με τα οποία προσπαθεί να εξηγήσει τι είναι αυτό που μας συνέβη, αναφέρεται στην έννοια του χώρου και του χρόνου.
Τονίζει ότι τα τελευταία χρόνια επενδύσαμε κυρίως στο χώρο, στην ακίνητη και την κινητή περιουσία μας, όχι όμως και στο χρόνο, που σημαίνει στην ίδια μας τη ζωή. Δηλαδή, εστιάσαμε το σύνολο, σχεδόν, των προσπαθειών μας σ΄ αυτό που μπορούμε να κατέχουμε και όχι σ΄ αυτό που μπορούμε να ζήσουμε, ή να μας εξασφαλίζει μια πραγματικά καλύτερη και ποιοτικότερη ζωή.
Το σπίτι, το αυτοκίνητο, η κατανάλωση γενικώς, έγιναν οι βασικές μας αξίες και τα σημεία αναφοράς μας.
Είναι λοιπόν φυσικό και επόμενο όταν αυτά μειώνονται, δυσκολεύει η διατήρηση τους, ή εκλείπουν παντελώς, να υφιστάμεθα ένα μεγάλο σοκ.
Ένα σοκ που δεν μας επιτρέπει να δούμε πως όλο αυτό το σύνολο των ατομικών οραμάτων δεν μας εξασφάλιζε ένα στέρεο και ισχυρό συλλογικό όραμα, στο οποίο θα μπορούσαμε τις μέρες της κρίσης να προσφύγουμε και να βρούμε καταφύγιο.
Για το θέμα αυτό δεν μιλάνε όμως ούτε οι πολιτικές μας δυνάμεις, οι περισσότερες τουλάχιστον, οι οποίες τις μέρες αυτές διαγκωνίζονται στο ποιος προσφέρει την καλύτερη λύση της άμεσης εξόδου απ΄ το μνημόνιο και άρα την κρίση. Μια έξοδος που θα μας επαναφέρει, ως δια μαγείας άραγε;- στην προτεραία κατάσταση και όλα θα συνεχιστούν όπως πριν.
Γιατί να μιλήσουν; Ούτε εύκολο είναι, ούτε δημοφιλές. Μια τέτοια συζήτηση προϋποθέτει ειλικρίνεια και, κυρίως, αναφορά στις ευθύνες όλων. Όχι μόνο στις ευθύνες των άλλων.
Το ερώτημα για τις ευθύνες όλων είναι το δύσκολο ερώτημα. Το ερώτημα για τις ευθύνες των άλλων είναι το εύκολο. Απλώς είναι το λάθος ερώτημα, αλλά, δυστυχώς, πόσοι από μας θέλουμε να το ακούσουμε και πάνω απ΄ όλα να το απαντήσουμε;