όμως, σου λένε οπισθοβούλως, κάνε σταυρό κι ας είναι εκ περισσού μετράει σίγουρα στο ισοζύγιο αμαρτιών ότι "Από των πολλών μου αμαρτιών ασθενεί το σώμα, ασθενεί μου και η ψυχή" όπως μόλις προείπαν οι των αναλογίων. Ηδη οι ψάλτες φρυάζουν, φτιαγμένοι θαρρείς από τη μελωδία και το θυμίαμα με τα Μεγαλυνάρια σε ήχο πλάγιο β΄ ψαλλόμενα κατά το 'Την τιμιωτέραν". Και δώστου οι μετάνοιες πανταχόθεν.
Για ν' ακολουθήσει αμέσως το "Αλαλα τα χείλη των ασεβών των μη προσκυνούντων την εικόνα σου την σεπτήν, την ιστορηθείσαν υπό του Αποστόλου, Λουκά ιερωτάτου, την Οδηγήτρια". Μία των εσπερινών ο δεξιός άρχων αυτό το παίρνει στο κάπως αργά (τι κάπως, πολύ) έως εκνευριστικά για τα κοσμικά ώτα, τα οποία είναι ήδη στο γοργό γλυκόλαλο -όλο το εκκλησίασμα μετέχει του ψάλματος- ρυθμό. Δε γνωρίζουμε το λόγο διακοπής της θριαμβευτικής ροής των μεγαλυναρίων, σαν να κάνει σημειωτόν, ίνα κάμουμε κι ημείς εδώ το μουσικολογικόν μας, κριτικό "κομμάτι".
Αλλ' ίσως κατά μία συνήθεια άπαξ του Παρακλητικού δεκαπενθημέρου, να απευθύνεται δ' αυτού του αργού τρόπου, τιμής ένεκεν, εις τον έναντί του (διαγωνίως) εζωγραφισμένο Απόστολο (από τους ελάσσονες) Λουκά, (δεν ανήκε στην αρχική των Αποστόλων τη δωδεκάδα, αλλά δια κοπτάτσιας, όπως κάμνουν στα επαναστατικά κόμματα και τις ιδεοληπτικές σέχτες, εντάχτηκε στο λόχο των 70μήκοντα). Οπως στο τέλος κάθε λειτουργίας τραβούν ένα ευχαριστήριο για "τον ευλογούντα και αγιάζοντα..." ιερέα που διεξήλθε την ακολουθία, έτσι ίσως και τον ζωγραφίσαντα την τιμώμενη εικόνα, Απόστολον, ευχαριστούν. Ηδη αυτός κοιτά τον πρώτο δεξιόν εταστικά ως προς τις φωνητικές του συν-χορδές όστις συνοδεύεται από μικρές ορδές υπερηλίκων μειρακίων που περιβομβίζουν στο αναλόγιο -μη ξεχάσουμε και τον Αλ. Ππδ.- που κοιτούν αυτόν με άπειρον θαυμασμό κι αυτός αυτούς με έμπειρον ουδετερότητα.
Στον τοπικό καθεδρικό ο Ευαγγελιστής ολιγογένης, σπανογένης κατά την παράδοσιν, έχοντας παρά πόδας του ως μασκότ κερασφόρον γίδα κι όχι το ηγιασμένο του -γιατί άργαε;- Βόδι (οι άλλοι τρεις έχουν προς τούτο Λέοντα, Αγγελον και Αετό) - έκανε μήπως γελαδάρης στον πρότερο βίο κι εμείς θεωρούμε εντελώς υποδεέστερο αυτό το επάγγελμα - συνήθως εικονίζεται συγγράφοντας και σε χαρτί να γράφει: "Επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν ανατάξασθαι". Αυτός ούτος κι εδώ, έχει μπροστά του τελάρο ζωγραφικής και δύο υπηρέτες του άγγελοι, κρατούν σε κουτιά τα χρώματα καθώς ζωγραφίζει την Οδηγήτριαν. Μία από τις πολλές -πάντα κατά την παράδοσιν, άρα και κάτι το αβέβαιον περί της πραγματικότητος εμφιλοχωρεί περί αυτού- μία εκ των οποίων και αυτή της γείτονος Σουμελάς του Βερμίου όρους, κέντρο των Πανποντίων ανθρώπων και ενθυμημάτων. Καμιά μνεία λόγου ή κειμένου. Η ζωγραφική, κατά τον λαϊκό ζωγράφο, υπερέχει του Ευαγγελίου, ή μήπως αυτός αν και Ευαγγελιστής -συγγραφέας, ήθελε την τέχνη του (και τα φαρμάκια της) να εξυψώσει, αφού και ο Μ. Βασίλειος επαινεί αγιογράφους και συγγραφείς της Εκκλησίας λέγων "οι μεν τω λόγω κοσμούσιν, οι δε, τοις πίναξιν εγχαράττουσιν" ο δε άγιος Γρηγόριος Νύσσης ονομάζει τις εικόνες "γλωττοφόρον βιβλίον".
Η εικόνα ολοκληρωμένη και ευδιάκριτη, σαν να ίπταται, είναι μια ωραιότατη απεικόνιση της Παναγίας και του Θείου βρέφους. Αντί κορνίζας έχει οδοντωτόν περίγυρον όπως τα σημερινά γραμματόσημα. Ισως αυτή να είναι προάγγελος των ελληνικών ταχυδρομικών τελών και των άλλοτε κινητών επίσημων του δημοσίου λογιστικού. Μοναδική και συλλεκτική η εικόνα, θα έπρεπε τα ΕΛΤΑ να την τυπώσουν σε μια σειρά φιλοτελικού λόγου, που θα τους αποδειχτεί πάνυ ωφέλιμος.
Ηδη η Παράκληση προχωρεί με βήμα ταχύ και το εκκλησίασμα "ανεβαίνει" Στο χορό των έντεχνων, υμνητικών λόγων, εισέρχεται από το χώρο του ιερού ο πρωθιερέας του καθεδρικού καλικέλαδος Παπαδμτρς Χ. Σε αρκετές αποστροφές παρεμβαίνει ψαλμωδών και δίνει άλλο χρώμα και ως δεινός γνώστης και πρωτίστως εύφωνος του πράγματος, νοτίζει ευεργετικά με τις συνοδείες, διφωνίες, τα σεγόντα (ας τα πούμε με κοσμικούς, χωριαδιακούς όρους) τα ψαλτηροαναλόγια και τους εξ αυτών εκπορευόμενους κυματισμούς αίνων και αναβαθμών.
Μάλιστα στην τελική έξοδο με την τετράδα των Εξαποστελαρίων ("Απόστολοι εκ περάτων...) έρχεται η φωνή του ένδον του ιερού και της ψυχής του, τόσον μελωδικά χρωματισμένη που θέλγει δικαίους και αδίκους μουσικούς ή άμουσους. Μια ημιτελής ωραιότητα λαμβάνει χώρα εδώ και τώρα. Μπορεί να θυμίζει δυτική μουσική ορισμένως (κι ευτυχώς), όμως αναβαθμίζει το ψαλτικό μέλος και δημιουργεί ατμόσφαιρα γλυκιάς μυσταγωγίας και μιαν ψυχικήν παλιρροϊκήν, ας πούμε, άνωσιν φέρει. Συνοδεύει κυρίως τον αριστερό όστις του δίδει καιρόν και πάσα και ένα στιγμιαίον προβάδισμα αναγνωρίζων προφανώς το ψαλτικό πρωτείον του, και αυτό να αποτελεί αναντίρρητα μια γοητευτική νότα των Παρακλήσεων.
Καθ΄ όλη την ακολουθία ευλαβή γύναια με το χαρτάκι όπου έχουν γραμμένα τα ονόματα ("Υπέρ υγείας...) οικείων τους προσώπων προσεγγίζουν την πύλη εξόδου όπου και φύλακας σκοπός ο αρχάγγελος Γαβριήλ, να του το παραδώσουν προς μνημόνευσιν. Εκεί μαζί με τον άυλο σπαθοφόρο ένας πολίτης υπεράνω πάσης ιδιοτέλειας, εκτελών το διακόνημα του οιονεί γραμματοκομιστού παραλαμβάνει το χαρτίον ("και συ Υιέ και Θεέ μου παράλαβέ μου το πνεύμα" ...ενώ εσύ το ικετήριον σκονάκι) και το προωθεί στα ενδότερα δια τα περαιτέρω.
Σκηνή σχεδόν χαριτωμένη στην οποία πρωταγωνιστεί ο λίαν ευλαβής (λευκόθριξ όχι εκ της ηλικίας αλλά εκ των βαρυτάτων γνώσεων που φέρει η κεφαλή του, με αλογοουράν παρακαλώ) επιστήμων του επιχωρίου ΤΕΙ, ο οποίος με ακίνδυνο κι αθόρυβο φανατισμό διαδηλώνει την πίστη του, γνήσια φιλακόλουθος τηρώντας όλο το ορθόδοξο τυπικό των σταυροκοπημάτων και γονυκλισιών αλλ΄ όχι και εδαφιαίων.
- Δι' ευχών και την αύριον, το λοιπόν ώσπου:+
...τα δέντρα
τα ευσκιόφυλλα στη λιτάνευση, καθώς το Σώμα
περνάει της Βασίλισσας, ριγούντα και φρίττοντα,
θα συγκλίνουν για προσκύνηση σκορπώντας
τη δροσιά τους με το ανέμισμα, ριπίδια της λατρείας
αναστυλώνοντας όσους μαραίνονται κι ασθμαίνουν
στις τροπικές λαύρες του καλοκαιριού μας...
(από το "Ρεμβασμό Δεκαπενταγούστου" του Τ. Παπατσώνη)