Εκείνα τα γεγονότα οδήγησαν σε μονομέρεια, απομονωτισμό, συμμετοχή σε πόλεμο, νίκη αλλά και εκμάθηση. Τι είναι άραγε εκμάθηση; Η ανάπτυξη και συνέχεια ενός πολιτισμού είναι κάτι απομονωμένο από την εκμάθηση; Ο L. Vygotsky υποστήριζε πως η μακροχρόνια διαδικασία της ανάπτυξης εξαρτάται από την κοινωνική αλληλεπίδραση και πως η κοινωνική εκμάθηση οδηγεί πραγματικά στη γνωστική ανάπτυξη. Ο ίδιος ο Obama βέβαια το διατυπώνει διαφορετικά «Δεν πρέπει να αφήνεις τις αποτυχίες σου να σου καθορίζουν τη ζωή. Πρέπει να αφήνεις τις αποτυχίες σου να σε διδάσκουν. Πρέπει να τις αφήνεις να σου δείχνουν τι πρέπει να κάνεις διαφορετικά την επόμενη φορά», γράφει στο βιβλίο του.
Το προ του κραχ του 1929 θεσμικό πλαίσιο στις ΗΠΑ μεταξύ άλλων επέτρεπε τους τραπεζίτες να μοχλεύουν απεριόριστα κεφάλαια τα οποία στη συνέχεια προσέφεραν σε μια αγορά με αντίκρισμα ασύλληπτα μικρότερης αξίας από αυτό που επέβαλε ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Εκείνο το θεσμικό πλαίσιο χαρακτηριζόταν από το αδιαχώριστο της επενδυτικής και κερδοσκοπικής δραστηριότητας των τραπεζών. Το ολοένα και λιγότερης απεριόριστης ευθύνης τραπεζικό καθεστώς εκμεταλλευόταν τη δυνατότητα τιτλοποίησης περιουσιακών στοιχείων, κυρίως ακινήτων, όπου στη συνέχεια τα έκανε χαρτιά, τα μοίραζε στην αγορά και έτσι χρηματοδοτούνταν ολοένα και περισσότερο μέσω του χρηματιστηρίου για να συνεχίζει αενάως τον κύκλο αυτό. Δεν ήταν όμως κυκλική αυτή η πορεία. Ήταν μια κίνηση σπιράλ με καθοδική πορεία. Μια πορεία που κατέληγε στην καταστροφή του καπιταλισμού. Η εκτεταμένη αυτή μόχλευση, με τη βοήθεια του καταλύτη μιας αναμενόμενης μικρής ύφεσης λόγω της μη αποπληρωμής χρημάτων που οφειλόταν στις ΗΠΑ από τις Ευρωπαϊκές οικονομίες που έβγαιναν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο οδήγησε στο κραχ. Στα Σταφύλια της Οργής του Στάινμπεκ. Στη Μεγάλη Ύφεση. Σε έναν ακόμη πιο καταστροφικό παγκόσμιο πόλεμο.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι νομοθετικές παρεμβάσεις Δημοκρατικών βουλευτών, όπως του Glass και Steagall (Banking Act 1933), έκαναν πραγματικότητα τα λεγόμενα του Keynes πως η αγορά είναι σαν τη φωτιά. Όταν την έχεις σε ένα πλαίσιο κάνει θαύματα. Οι δύο βουλευτές, υπό την σκέπη του F. D. Roosevelt έθεσαν το πλαίσιο. Διαχώρισαν μεταξύ άλλων την σπεκουλαδόρικη από την επενδυτική δραστηριότητα των τραπεζών. Όμως αυτή η ασφαλιστική δικλείδα των μεγάλων οικονομικών καταστροφών έπαψε να υφίσταται στα τέλη της δεκαετίας του 1990 όταν Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές νομοθέτησαν την άρση της (Gramm, Leach και Bliley Act 1999). Η μετέπειτα ιστορία γνωστή. Εκτεταμένη μόχλευση και κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τι είναι (εκτεταμένη) μόχλευση; Η μόχλευση δεν είναι κάτι κακό... όταν γίνεται με μέτρο. Άλλωστε είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος χρηματοδότησης τις περισσότερες φορές. Μόχλευση είναι όταν δανείζεσαι πέρα από τη ρευστότητά σου για να επενδύσεις, και από τα προσδοκώμενα κέρδη να μπορείς να αποπληρώσεις τα δανεικά. Για παράδειγμα έχει κανείς 1000 εκατομμύρια δολάρια. Επενδύει σε 100 τίτλους των 10 εκατ. δολ. οι οποίοι κοστίζουν σύνολο 1000 εκ. δολ. Άρα η μόχλευσή του είναι 1. Εφόσον ανεβεί η τιμή των τίτλων (στεγαστικών) π.χ. 10% και κατορθώσει να πουλήσει, κερδίζει 100 εκατ. Κάπως έτσι λοιπόν οι επενδυτικές τράπεζες, όπως η Lehmann Brothers, έπειθαν τους πετρελαιάδες (και όσους άλλους είχαν χρήματα, μεταξύ αυτών και οι ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες) να αγοράζουν χαρτιά για εκείνους με μια (διόλου) μικρή προμήθεια. Για παράδειγμα βάσει των προσδοκώμενων κερδών, εξέδιδαν (τοξικά) χαρτιά τα οποία στη συνέχεια αγόραζαν χαρούμενοι οι σπεκουλαδόροι μέσω των golden boys (διότι η επένδυση έχει άλλη έννοια στη θεωρία της οικονομίας). Έτσι μάζευαν π.χ. άλλα 1000 εκατ. δολ. και εφόσον έβγαζαν 100 οι επενδυτικές, έδιναν τα μισά στους σπεκουλαδόρους (μεταξύ αυτών και οι εμπορικές τράπεζες των ευρωπαϊκών κρατών, όπως και τα κάθε λογής ταμεία- ασφαλιστικά- στη χώρα μας). Το σύστημα δούλευε. Ήταν νομιμότατο, και όλοι έπλεαν σε πελάγη ευτυχίας εύκολου πλουτισμού. Κάτι που ούτε ο ίδιος ο καπιταλισμός δεν πρεσβεύει. Η διαδικασία αυτή που λέγεται μόχλευση γιγαντωνόταν. Π.χ. βάσει των παραπάνω, η επενδυτική τράπεζα ενώ είχε εξ αρχής μόνο 1000 εκατ. δολ. να επενδύσει, με το κόλπο αυτό (που λειτουργούσε βάση της τιτλοποίησης των στεγαστικών δανείων των εμπορικών τραπεζών και των κυβερνητικών οργανισμών που υποβοηθούσαν την κατάσταση αυτή όπως η Fannie Mae και ο Freddy Mac) τώρα είχε 2000 στη διάθεσή της. Άρα μόχλευση 2. Εφόσον όμως, αντί για 10% αναμενόμενη άνοδο της τιμής των τίτλων, έχουμε 10% πτώση, οι σπεκουλαδόροι θα πάρουν μεν τα 1000 που έδωσαν συν τα 50 που τους υποσχέθηκε η επενδυτική τράπεζα, αλλά η τράπεζα θα έχει τώρα 750 από 1000 που είχε αρχικά (εφόσον πλήρωσε διπλά τα σπασμένα). Ξέρετε πόση ήταν η μόχλευση το 2008, όταν κατέρρευσε η Lehmann Brothers; 30,7. Αυτό έδειξε στον ισολογισμό της. Μια μηδαμινή ύφεση στην αγορά ακινήτων ήταν ικανή να τινάξει το χρηματοπιστωτικό σύστημα στον αέρα. Γιατί; Πολύ απλά δεν υπήρχε το πλαίσιο που υφίστατο από το 1933.
Τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Ειρήνης προτού αναλάβει καθήκοντα Προέδρου. Γιατί άραγε; Γιατί με τις νομοθετικές παρεμβάσεις που εξήγγειλε δεν θα διολίσθαιναν οι ΗΠΑ σε μια νέα Μεγάλη Ύφεση. Και με τις υπόλοιπες οικονομίες του πλανήτη που ήταν εθισμένες στα τοξικά χαρτιά; Εκεί δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο από το να υποδεικνύει πολιτικές που πρέπει να ακολουθηθούν. Τόνωσε την Αμερικανική οικονομία με αναπτυξιακά πακέτα. Στην αρχή μείωσε το ρυθμό αύξησης της ανεργίας μέχρι του σημείου να αντιστρέψει πλήρως το κλίμα και να μειώνει την ανεργία. Άφησε τους άπληστους να καταρρεύσουν, ενώ έθεσε υπό επιτροπεία τη Fannie και το Freddie, και τόλμησε να παρέμβει (ανεπίσημα) στις επιβαλλόμενες συγχωνεύσεις (Bear Sterns). Άφησε όμως και την συνταγματική κατοχύρωση της ελευθερίας του λόγου η οποία λειτούργησε ως εμπόδιο και εχθρός για τη διάσωση της οικονομίας. Τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης. Διότι πίστεψε στη δυναμική της αμερικανικής οικονομίας για να σείσει το έδαφος τελικά κάτω από τα πόδια των οίκων αυτών και δίχως παρεκκλίσεις από την ίδια την αρχή της ελεύθερης αγοράς, να ξανακερδίσει την αξιοπιστία. Βέβαια, άλλα μεγέθη εκεί, άλλο αντίκρισμα η αξιοπιστία. Άλλωστε η Κίνα, παρόλη τη γνώση της κατάστασης, επέλεξε να επενδύσει στον ηγεμόνα του συστήματος. Κάτι που δεν έκανε στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, αφού κανένας ηγέτης ή χώρα δεν εμπνέει αξιοπιστία, λόγω εθνικιστικών προκαταλήψεων και συντηρηρισμού.
Στην πρόσφατη εκλογική του εκστρατεία είπε πως «Η Μισέλ κι εγώ δεν προερχόμαστε από εύπορες οικογένειες. Δεν είχαμε διάσημες οικογένειες. Αλλά δεν ήταν μόνο το ότι εργαστήκαμε σκληρά. Ήταν το ότι κάποιος είχε επενδύσει σε εμάς. Αυτή ήταν η Αμερική». Στις πέντε πρώτες προτεραιότητές του για την επόμενη διακυβέρνηση οικονομικής δικαιοσύνης που διακηρύττει είναι η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό και πρωτίστως στη νέα γενιά. Θεωρεί ύψιστο δικαίωμα των νέων να σπουδάσουν. Στα δικαιώματα που προασπίζεται, ένα εθνικό σύστημα υγείας για όλους που κατόρθωσε να δημιουργήσει σε πείσμα των Ρεπουμπλικάνων που επισημαίνουν πως θα το καταργήσουν με μια ενδεχόμενη νίκη τους. Επίσης το απόλυτο δικαίωμα της γυναίκας να καθορίζει το ζήτημα του να φέρει ή όχι στον κόσμο μια ζωή. Σε πείσμα και πάλι Ρεπουμπλικανών βουλευτών που χαρακτηριστικά είπαν πως ακόμη κι αν μια ζωή ξεκινήσει από βιασμό, αυτό είναι θέλημα θεού.
Στο ζήτημα της αναμόρφωσης της παγκόσμιας οικονομίας οι αμερικανικές πολιτικές είναι κατά της πολιτικής της λιτότητας που η παλαιοσυντηρητική δίχως προοπτική Ευρώπη συνεχίζει να υποστηρίζει. Είναι υπέρ ενός New Deal προσαρμοσμένο στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Αρκεί να δει κανείς την ήδη υπάρχουσα δουλειά που έγινε στις ΗΠΑ σχετικά με το Ενεργειακό και το Τεχνολογικό Deal και θα αντιληφθεί τα μεγέθη τις διαφοράς. Πώς όμως να αναπηδήσουν νέες ιδέες στον ευρωπαϊκό χώρο αφού χαρακτηρίζεται από συντηρητισμό πρωτίστως σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Η συντριπτική πλειοψηφία των διανοουμένων χαρακτηρίζεται από πνευματική σηψαιμία. Από κάθε είδους συντηρητισμό! Στον πολιτικό κόσμο κάτι τέτοιο είναι μέχρις ενός βαθμού αναμενόμενο, αλλά και στις κοιτίδες της επιστήμης!!! Επίσης ο πολιτικός συντηρητισμός προέρχεται είτε από τα αριστερά είτε από τα δεξιά. Ενώ κάποτε ήταν προνόμιο των δεξιών πολιτικών τώρα έχει γίνει ο ενθουσιασμός της αριστεράς. Μιας αγκυλωμένης αριστεράς που το μόνο που έχει να καυχηθεί είναι το παρελθόν της! Καμία νέα ιδέα, καμιά γνώση. Μόνο θεωρίες και απόλυτες μεσσιανικές λύσεις και «αλήθειες».
Για να μη μακρηγορώ άλλο, αυτός δεν είναι σε καμία περίπτωση Ευρωπαϊκός Αιώνας έτσι όπως τον οραματίστηκαν στις αρχές οι πνευματικοί πατέρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτός είναι αδιαμφισβήτητα ένας Αμερικανικός Αιώνας. Δεν είναι τυχαίο. Είναι η ιδιότητα της εκμάθησης που έχει από τα βιώματά του ένας πολιτισμός. Ο Αμερικανικός πολιτισμός έχει επίγνωση της εκμάθησης. Η αμερικανική κοινωνία δεν ενδιαφέρεται μόνο για χαμηλής αισθητικής μουσική, κινηματογράφο και κακής ποιότητας διατροφή. Είναι βαθύτατα πολιτική. Κάτι που λείπει πλήρως από όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Όπως είπε και ο ίδιος, «μια φωνή μπορεί να αλλάξει ένα δωμάτιο, και αν μπορεί να αλλάξει ένα δωμάτιο, μπορεί να αλλάξει μια πόλη, και αν μπορεί να αλλάξει μια πόλη, μπορεί να αλλάξει ένα κράτος, και αν μπορεί να αλλάξει ένα κράτος, μπορεί να αλλάξει τον κόσμο όλο. Τίποτε δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο μπροστά στη δύναμη εκατομμυρίων φωνών που ζητούν αλλαγή». Στην προηγούμενη προεκλογική του εκστρατεία έτρεχε συντροφιά με τις μελωδίες του City of Blinding lights των ιρλανδών U2. Σε απάντηση των στίχων λοιπόν «σε είδα να περπατάς αυθόρμητα, σε είδα στα ρούχα που εσύ έφτιαξες, μπορείς να δεις την ομορφιά μέσα μου; τι απέγινε η ομορφιά που είχα μέσα μου;», εκείνος απαντά σ' αυτή την εκστρατεία «Η αλλαγή δεν θα έρθει εάν την περιμένουμε από κάποιο άλλο άτομο ή κάποια άλλη στιγμή. Εμείς είμαστε αυτό που περιμέναμε. Εμείς είμαστε η αλλαγή που περιμένουμε».
*ο Γιάννης Τζιουράς, είναι Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμων, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ