Επικοινωνία

Μπορείτε να στείλετε το κείμενο σας στο info@vetonews.gr & veto910@otenet.gr. Τηλ. 6947323650 ΓΕΜΗ 165070036000 On Line Media 14499

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Πέμπτη, 23 Ιανουαρίου 2014 08:31

Κιλίκιο κι ανάθεμα ΙΙ: Η προοπτική απομείωσης του δημοσίου χρέους | του Γιάννη Τζιιουρά*

Nα επισημάνω πως το χρέος δεν είναι απαραίτητο να μηδενιστεί αλλά αυτό που επιδιώκεται είναι να γίνει βιώσιμο, δηλαδή να μπορεί εξυπηρετείται μακροπρόθεσμα.

Για να γίνει κάτι τέτοιο πρέπει σε πρώτη φάση να ανακοπεί η γενεσιουργός διαδικασία δημιουργίας νέου χρέους, ενώ σε δεύτερη φάση πρέπει να διαρθρωθεί με τέτοιο τρόπο η οικονομία μας έτσι ώστε να μπορεί να εξυπηρετείται το χρέος μακροπρόθεσμα (σε κυκλική πορεία). Βάσει του νέου δημοσιονομικού συμφώνου στα πλαίσια του Euro+ απαιτούνται πλέον τουλάχιστον ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί ενώ το χρέος της γενικής κυβέρνησης εφόσον ξεπερνά το 60% θα πρέπει να μειώνεται κατά 0,5% (μονάδες βάσης) ετησίως αναγκαστικά! Αλλιώς ακολουθείται η διαδικασία στην οποία περιήλθε η χώρα μας από το 2009, η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος με όλα τα συνεπακόλουθα. Δεν μας βγάζει καμία διάταξη εκτός ενιαίου νομίσματος αλλά αν φτάσει κανείς στο Άρθρο 126, παρ. 11 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε., τότε φεύγει κανείς μόνος του από το Ευρώ όσο γρηγορότερα μπορεί (όταν παύει η ρευστότητα στις Τράπεζες και ξεκινούν τα πρόστιμα). Εμείς.. είμαστε ένα σκαλοπάτι (αν και το πατήσαμε) από την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου.

Σε κάθε περίπτωση, και επειδή όλοι σχεδόν γνωρίζουμε το στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε (εννοώ δημοσιονομικά), εδώ θα αναφερθώ για αρχικά για τους τρόπους διαχείρισης του χρέους ενώ στη συνέχεια θα εξηγήσω τους τρόπους απομείωσής του. Σε γενικές γραμμές υπάρχουν δύο διαδικασίες απομείωσης του χρέους. Οι νόμιμες και οι παράνομες. Θα ξεκινήσω από τις τελευταίες. Παράνομος τρόπος απομείωσης του χρέους είναι η μονομερής μη αναγνώρισή του (ή μέρους του) και η μερική ή ολική παύση πληρωμών κυριολεκτικά. Τι συνεπάγεται αυτό; Όχι φυσικά την πλήρη καταστροφή.. αλλά η ιστορία διδάσκει τι γίνεται στην περίπτωση αυτή: Πρώτον σήμερα, αν δεν γίνει κάτι τέτοιο αιφνιδίως έτσι ώστε να μετριαστούν οι συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης εκ μέρους μιας κυβέρνησης, και μόνη η διαρροή τέτοιου είδους πληροφοριών από μια κυβέρνηση οδηγεί τις αγορές να συμπεριφερθούν με το λεγόμενο animal spirit που σημαίνει πως.. ξεκινούν διαδικασίες μαζικής ρευστοποίησης και διακοπής οιασδήποτε χρηματοδότησης και συναλλαγής, πράγμα που δημιουργεί σε μερικές ώρες συναλλαγματική κρίση και κρίση ρευστότητας. Σε εσωτερικό επίπεδο ξεκινά μια μαζική ανάληψη καταθέσεων, έστω από εκείνους που δεν εμπιστεύονται το όποιο «ευεργετικό» οικονομικό πρόγραμμα μιας κυβέρνησης. Κατά συνέπεια, οι τράπεζες εξαναγκάζονται στο προσωρινό κλείσιμο των ταμείων, τόσο προσωρινό όπου στην Αργεντινή ακόμη, η πλειονότητα των καταθετών δεν έχει πάρει τα χρήματά της πίσω. Αλλά.. αυτό αφορά όσους έχουν χρήματα στην τράπεζα.. δηλαδή φυσικά και νομικά πρόσωπα (εταιρίες κτλ). Στη συνέχεια μια τέτοια πράξη επισύρει, εφόσον δεν δικαιολογείται διεθνώς από το δίκαιο της ευθύνης των κρατών και τις περιστάσεις που αίρουν τη διεθνή ευθύνη (ανωτέρα βία, κατάσταση κινδύνου, κατάσταση ανάγκης) την ευθύνη του κράτους για διεθνή αδικοπραξία. Οι νομικές συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης είναι μεταξύ άλλων η υποχρέωση για επανόρθωση, όπως είναι η αποκατάσταση, η αποζημίωση και η ικανοποίηση ανάλογα με την περίπτωση. Κάτι τέτοιο λοιπόν επισύρει υποχρεώσεις προς επανόρθωση αλλά σίγουρα δεν φτάνει μέχρι το σημείο της ενεργοποίησης του Κεφαλαίου 7 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Αν το κράτος δεν επιθυμεί να επανορθώσει, τότε απλά απομονώνεται διπλωματικά και προσπαθεί να επιβιώσει με όσους συμμάχους είναι πρόθυμοι να το στηρίξουν. Εδώ δεν θα επεκταθώ περαιτέρω για ποιο λόγο συνίσταται αδικοπραξία (ή η σχέση με το Δίκαιο των Συνθηκών) αλλά ούτε με περιγραφές κινηματογραφικού τύπου όπως το ότι θα πάψουν να μας πωλούν πετρέλαιο ή φάρμακα κτλ. Μιλώ αντικειμενικά τι επισύρει μια τέτοια πράξη. Ακόμη και μερική να είναι η μη εξυπηρέτηση του χρέους, αυτό επισύρει τις ανάλογες νομικές συνέπειες. Παράλληλα, όπως θυμόμαστε, η αξιοπιστία του δημοσίου περνά στην κατηγορία ή της επιλεκτικής ή της πλήρους χρεοκοπίας και επισήμως οι αγορές παύουν να ασχολούνται μαζί μας έως ότου βρεθεί τρόπος επανάκτησης της πιστοληπτικής ικανότητας.

Τώρα.. οι νόμιμοι τρόποι. Δεν είναι πολλοί δυστυχώς, και εξειδικεύοντας για την Ελλάδα, η οποία συμμετέχει στην Ευρωζώνη και είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι τρόποι είναι αυτοί που υποδεικνύονται από τα ανωτέρω ειδικά όργανα και προβλέπονται από το δίκαιό τους. Σύντομα θα πω πως, είναι άλλο πράγμα η μέθοδος που καθιστά το χρέος μας βιώσιμο και άλλο τα μέσα για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Στη δική μας περίπτωση υποδείχθηκαν και συναποφασίστηκαν τα μέσα, και ευθύνη γι αυτό έχουν από την αρχή όλες οι κυβερνήσεις. Για να δώσω ένα παράδειγμα, στις πολιτικές αιρεσιμότητας ο βαθμός λιτότητας είναι εν μέρει στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης. Όταν για παράδειγμα απαιτούνται μέτρα για 300 εκατομμύρια ευρώ, και τα οποία μέτρα μια κυβέρνηση βάζει στις πλάτες των φορολογουμένων ή των συνταξιούχων ή των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα είναι θέμα επιλογής. Όπως θέμα επιλογής είναι αν βρει τα χρήματα αυτά από μια μερίδα κλεπτοκρατών του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου (και κάθε άλλης τράπεζας με κόκκινα δάνεια σε κομματικούς παράγοντες). Κατά συνέπεια οι όποιοι δανειστές απαιτούν, κακώς, μόνο την διασφάλιση των δανείων και δεν υποδεικνύουν έναν τρόπο οικονομικής δικαιοσύνης για την εξυπηρέτηση των τελευταίων. Συνεπώς είναι άλλο πράγμα οι κλεπτοκράτες και άλλο το δεσποτικό καθεστώς. Και γιατί το λέω αυτό...

Η άποψη που υποστηρίζει πως μεγάλο μέρος του χρέους μας είναι απεχθές και ως συνέπεια πρέπει να αναγνωριστεί ως τέτοιο και να πάψει να εξυπηρετείται, είναι έωλη. Κι αυτό διότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει η θεωρία του απεχθούς χρέους για τον χαρακτηρισμό του ως τέτοιο. Πριν εξετάσουμε για το αν πληρούνται ή όχι οι προϋποθέσεις να πω σύντομα το εξής: Για να ισχύσει ένας κανόνας διεθνώς, πρέπει να αναζητηθεί η πηγή προέλευσής του. Οι πηγές που αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο είναι όσες απαριθμούνται στο Άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου των ΗΕ. Αυτές είναι οι Διεθνείς Συμβάσεις, η το διεθνές έθιμο, οι γενικές αρχές και επικουρικά η νομολογία ή τα διδάγματα «διαπρεπών» διεθνολόγων (και αυτό με τις ανάλογες επιφυλάξεις). Που βρίσκεται λοιπόν ο κανόνας για την κήρυξη ενός χρέους ως απεχθούς; Στις συμβάσεις;; Στο έθιμο;;; Ή τη νομολογία;;; Σε καμία από αυτές τις πηγές. Η θεωρία του απεχθούς χρέους είναι συγκεκριμένη θεωρία και η εφαρμογή της είχε ιστορικό προηγούμενο το οποίο αναφέρω παρακάτω. Θεμελιωτής της ήταν ο Alexander Nahun Sack, ο Ρώσος εκείνος Διεθνολόγος, όταν στο βιβλίο του "The Effects of State Transformations on their Public Debts and Other Financial Obligations" το 1927, ανέφερε πως ένα χρέος είναι απεχθές και μπορεί να πάψει να εξυπηρετείται, όταν συντρέχουν σωρευτικά και οι τρείς από τις παρακάτω προϋποθέσεις με τη στενή έννοια του όρου: α) τα δάνεια να έχουν συναφθεί από ένα δεσποτικό καθεστώς, β) το οποίο σύναψε τα δάνεια προσωπικά για το ίδιο και όχι για το λαό του και γ) το γεγονός αυτό να ήταν γνωστό στους πιστωτές. Εξειδικεύοντας στην πορεία των χρόνων τα λεγόμενα του Sack, ο O' Connell μίλησε 40 χρόνια αργότερα για καθεσωτικά δάνεια ενώ πρόσφατα ο Ashfaq Khalfan το 2003 έγραψε για τα δάνεια της διεθνούς αναπτυξιακής συνεργασίας που παρέχονταν στα μη δημοκρατικά καθεστώτα των αναπτυσσόμενων κρατών. Πολλοί, πέρα από τις παραπάνω αυθεντίες ανέλυσαν το ζήτημα του απεχθούς χρέους, όπως οι Jeff King, ο Patrick Bolton, ο David Skeel, ο Mitu Gulati και άλλοι. Σε κάθε περίπτωση όμως, όπως και να το δει κανείς, κανείς τους δεν αναφέρει πως δάνεια που σύναψε ένα δημοκρατικό καθεστώς εν γνώσει του λαού του και προς όφελος αυτού, μπορεί να χαρακτηριστεί ως απεχθές. Κατά συνέπεια δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί το χρέος μας ως απεχθές, και μάλιστα για να δικαιολογεί νόμιμο λόγο άρσης της διεθνούς ευθύνης ενός κράτους στην περίπτωση που πάψει να το εξυπηρετεί.

Τα προηγούμενα που υπήρχαν είχαν να κάνουν με την περίπτωση της Κούβας, κατά την προσάρτησή της από τις ΗΠΑ το 1898 έπειτα από τον Ισπανοαμερικανικό πόλεμο, όπου οι τελευταίες δεν αναγνώρισαν το χρέος που είχε αφήσει πίσω του το αποικιοκρατικό καθεστώς, με την περίπτωση του Μεξικού και την πτώση του δικτάτορα Μαξιμιλιανού, όταν οι δημοκρατικός στρατός αρνήθηκε να αναγνωρίσει το ύψος του χρέους που είχε συναφθεί με ληστρικά επιτόκια, και πρόσφατα με την περίπτωση του Ιράκ και τα δάνεια που είχε συνάψει το καθεστώς του Σ. Χουσεΐν. Σε κάθε περίπτωση ακόμη και μετά την αλλαγή καθεστώτος στον Ισημερινό το 2008 από τον R. Correa και την ανακήρυξη του χρέους ως απεχθούς και παράνομου, διότι είχε συναφθεί από δικτατορικά καθεστώτα, το μόνο που επιτεύχθηκε έπειτα από αλλεπάλληλες δικαστικές διαμάχες ήταν απλά μια μείωση στα επιτόκια αποπληρωμής.

Κατά συνέπεια, και βάσει των όσων ειπώθηκαν παραπάνω, τα δάνεια προς τη χώρα μας, συνάφθηκαν από δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Μάλιστα εκείνα τα δάνεια τα οποία εκτροχίασαν το δημόσιο χρέος στα δυσθεώρητα αυτά ύψη συνήφθησαν μετά την ένταξή μας στην Ευρωζώνη και συγκεκριμένα όταν αποκτήσαμε λόγω σκληρού νομίσματος την εύνοια των αγορών για φθηνό δανεισμό. Αν τα δάνεια αυτά έγιναν αντικείμενο διασπάθισης από το πελατειακό κράτος ή μίζες για μια σειρά κλεπτοκρατών ή τέλος ψηφοθηρική πολιτική του κάθε πολιτικάντη σε όλο το φάσμα της δημόσιας διοίκησης, αυτό δεν αφορά κανέναν πιστωτή. Αφορά το λαό που δημοκρατικά εξέλεγε και αποθέωνε τις κυβερνήσεις και τους πολιτικούς της. Σε κάθε περίπτωση όμως, ακόμη και να τίθεται θέμα εξαπάτησης του λαού, αυτό είναι εσωτερικό ζήτημα δικαιοσύνης που δεν έχει σχέση με τη διεθνή ευθύνη του κράτους απέναντι σε πράξεις ανακήρυξης του χρέους ως απεχθούς. Τέλος, οι αγορές εκ των πραγμάτων δεν ενδιαφέρονται για το τι θα κάνεις τα χρήματα που σου δανείζουν φθηνά. Συμβουλεύονται τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, που όντως μαφιόζικα ορίζουν ποιος πρέπει να δανειοδοτηθεί και ποιος όχι, αλλά η άποψή τους δεν έχει καμία δεσμευτική συνέπεια, αλλά και καταδικάζονται όταν διασπείρουν ψευδείς πληροφορίες- ειδήσεις.

Σε κάθε περίπτωση, το χρέος μας μπορεί να γίνει βιώσιμο μόνο με τις ακόλουθες ενέργειες. Πρώτον πρέπει άμεσα να αναδιαρθρώσουμε την δομή της οικονομίας μας με έναν τρόπο αποδοτικότητας (efficiency) έτσι ώστε να κατανέμονται οι δεδομένοι πόροι όσο το δυνατόν πιο άριστα. Το αν θα επιλέξουμε μια κοινωνία οικονομική και κοινωνικής δικαιοσύνης ή ένα καταναλωτικό σπάταλο μοντέλο πλασματικής οικονομίας, αυτό είναι επιλογή μας. Δεύτερον, πρέπει να γίνει η δημόσια διοίκηση άκρως αποτελεσματική και διάφανη προκειμένου να συμβάλλει με τη σειρά της στην ανάκτηση της αξιοπιστίας εκ μέρους της κοινωνίας αλλά και απέναντι στους πιστωτές. Όταν για παράδειγμα ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός και οι λειτουργία της δικαιοσύνης είναι τέτοια έτσι ώστε να μην πληρώνουν αυτοί που πρέπει, τότε οι όποιοι πιστωτές ή οι εκπρόσωποί τους εύλογα ζητούν μέτρα χειροπιαστά και τα οποία επιβαρύνονται άδικα όσοι δεν έφταιγαν για την κατάντια στην οποία έχουμε περιέλθει. Τρίτον, πλέον, περνούμε σε πρωτογενές πλεόνασμα, πράγμα που σημαίνει πως πρέπει να κάνουμε άμεση χρήση, εκμεταλλευόμενοι και την ανάληψη της Ευρωπαϊκής Προεδρίας, της ρήτρας της απόφασης του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου του 2012, που λέει πως στην περίπτωση επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος οι δανειστές πρέπει να εξετάσουν τρόπους ελάφρυνσης του χρέους μας. Αυτό σημαίνει στην χειρότερη επιμήκυνση και περαιτέρω μείωση των επιτοκίων αποπληρωμής, ενώ στην καλύτερη κούρεμα. Και εδώ κλείνω το σκεπτικό, λέγοντας πως περαιτέρω κούρεμα, του επίσημου τομέα αυτή τη φορά (OSI) δεν είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή διότι αυτό λειτουργεί εις βάρος της ανάκτησης της πιστοληπτικής μας ικανότητας. Μπορεί να γίνεται βιώσιμο το χρέος αλλά δεν είναι καλύτερη επιλογή για την σύντομη έξοδό μας στις αγορές, στις οποίες πασχίζουμε να βγούμε. Παρόλα αυτά δεν είναι επιζήμιο για τη χώρα, κάθε άλλο μάλιστα. Αλλά η καλύτερη έκβαση θα ήταν μια κατά περίπτωση μείωση του χρέους από πλευράς δανειστών με παράλληλη επιμήκυνση και μείωση των επιτοκίων. Αυτό θα ήταν η μία από τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη βιωσιμότητα του χρέους και επιτέλους την έξοδό μας στις αγορές ομολόγων. Οι άλλες προϋποθέσεις μακροπρόθεσμης εξυπηρέτησης είναι όπως είπα και στα δύο άρθρα, η αλλαγή της οικονομίας μας. Πρέπει να θέσουμε τις βάσεις για μια οικονομία αποδοτικότητας όχι όμως σε έκπτωση του κοινωνικού κράτους.

Αν χαθεί το κρίσιμο σημείο για τη χώρα, ακόμη μια φορά, τότε θα ταλανιζόμαστε από Μνημόνιο σε Μνημόνιο ώσπου να φύγουμε εντελώς από το Ευρώ, με τις όποιες συνέπειες θα έχει μια τέτοια ενέργεια.

* ο Γιάννης Τζιουράς, είναι Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμων, Υπ. Δρ. Διεθνούς Δικαίου, Νομική ΑΠΘ

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου 2014 08:37