Επικοινωνία

Μπορείτε να στείλετε το κείμενο σας στο info@vetonews.gr & veto910@otenet.gr. Τηλ. 6947323650 ΓΕΜΗ 165070036000 On Line Media 14499

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Δευτέρα, 03 Μαρτίου 2014 18:38

Ζητούνται... αλχημιστές; | του Γιάννη Τζιουρά

Το να ενσπείρεις έριδες μεταξύ των διοικουμένων, έγραφε ο Μακιαβέλι, αποδίδει όταν όλα πάνε καλά. Όταν όμως υπάρχει ανάγκη συσπείρωσης όλων, αυτή η τακτική μπορεί να αποδειχθεί πολύ επιζήμια.

Η ενότητα μεταξύ των πολιτών, κατά τον Πλάτωνα, εκτός από κορυφαία αρχή είναι και ένας από τους βασικούς σκοπούς της ενάσκησης της ηγεσίας από έναν πολιτικό. Μάλιστα δείκτης ευημερίας μιας κοινωνίας είναι ο βαθμός αρμονικής συμβίωσης των μελών της και ουσιαστικά η ενότητά τους. Ο Μακιαβέλι, έγραφε και πάλι, πως το πιο διαδεδομένο ελάττωμα των ανθρώπων είναι ότι στην καλοκαιρία δε λογαριάζουν την καταιγίδα. Χρόνια αργότερα ο M. Twain, εκείνος ο κορυφαίος αμερικανός συγγραφέας είπε πως ο τραπεζίτης είναι ένας φίλος, ο οποίος σου δανείζει την ομπρέλα του όταν έχει καλοκαιρία και σου την ζητά αμέσως μόλις ξεσπάσει η καταιγίδα.

Η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια, βίωσε εμπειρίες που όμοιές της δεν είχε ξαναβιώσει στο κοντινό παρελθόν, ιδιαίτερα μετά τη μεταπολίτευση. Γνώρισε την είσοδο της χώρας στο κλαμπ των ανεπτυγμένων οικονομιών, απόλαυσε μια σειρά δικαιωμάτων, όχι βέβαια δίκαια, αύξησε το βιοτικό και καταναλωτικό της επίπεδο και ανελίχθηκε στην κοινωνική ιεραρχία δίχως τους περιορισμούς του παρελθόντος. Παρόλα αυτά, δεν απόλαυσαν όλοι οι Έλληνες το ίδιο εύρος δικαιωμάτων. Ίσως επειδή πολλοί ξεκίνησαν από διαφορετική «αφετηρία» στον τότε νέο δρόμο της απόλαυσης των δικαιωμάτων. Η μεταπολίτευση μπορεί να διασφάλιζε σταδιακά ένα κράτος δικαίου, αλλά εξακολουθούσε να συντηρεί ένα άδικο κράτος που υπονόμευε την μετάβαση σε μια κοινωνία δικαιοσύνης. Η ολοένα και πιο σφιχτή συμμετοχή μας στους θεσμούς των ανεπτυγμένων απαιτούσε ταυτόχρονα επαγρύπνηση για τους κανόνες του παιχνιδιού με ταυτόχρονη συμμόρφωση σ' αυτούς, αλλά και διεκδίκηση, στο μέτρο του εφικτού, προσαρμογής των κανόνων στις δικές μας απαιτήσεις. Κάποια στιγμή, το διαδεδομένο ελάττωμα του Μακιαβέλι σε συνδυασμό με την εμπιστοσύνη της φιλίας των τραπεζιτών δημιούργησε ένα εκρηκτικό μίγμα, το οποίο όταν άναψε από τις φωτιές μιας κρίσης που μας υπερέβαινε ως προς το ξέσπασμά της, μας υπενθύμισε τον εθισμό σε εκείνη τη διαδικασία δημιουργίας του εκρηκτικού μίγματος. Όταν εκείνο εξερράγη, άρχισαν να αναδεικνύονται από τις στάχτες τα κομμάτια του πραγματικού υποβάθρου της κοινωνίας ενώ παράλληλα κατακερματίστηκε και η ίδια, μια κατάσταση που διαρκεί ακόμη.

Σήμερα το ένα κομμάτι της κοινωνίας είναι στο ένα άκρο, καταπονημένο, αδιαφορώντας αν θα πληρώσει ενοίκιο, φως, νερό, τηλέφωνο, γιατρούς, σπουδές, φόρους, σε ευρώ ή δραχμές, μιας και αδυνατεί. Άλλωστε δεν έχει τίποτα πια να χάσει. Το άλλο κομμάτι, στο άλλο άκρο, παραμένει ευκατάστατο και μαθημένο να αδιαφορεί για την τύχη της χώρας, αρκεί το ίδιο να μη διακινδυνεύσει τα κεκτημένα του. Μένει όμως ακόμη ένα κομμάτι στη μέση, το πιο δυναμικό, ανήσυχο κι ελπιδοφόρο. Κι αυτό είναι που πρέπει να καταλάβει γιατί έγιναν όλα αυτά, τι θα είχε συμβεί εάν δεν γινόταν όλα αυτά καθώς και τι μέλλει γενέσθαι στη χώρα.

Ο E. Laclau έγραφε πως ο λαϊκισμός είναι η κολακεία των πολιτών εκ μέρους των πολιτικών με στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Καλά, εντάξει ως μέσο, αλλά μετά την κατάληψη της εξουσίας τι; Τι; Σήμερα ζούμε την παρακμή μας. Παλεύουμε να μην φύγουμε από το κλαμπ των ανεπτυγμένων, και είναι εντελώς διαφορετική η μάχη αυτή. Γι' αυτό και χρειαζόμαστε την υπέρβαση για να βγούμε από την κρίση. Όταν τα πράγματα μεταβάλλονται αιφνιδίως, συνήθως η σκέψη μας αρνείται να προσαρμοστεί. Η ανάλυση της κατάστασης γίνεται με τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίο αναλύουμε τα πράγματα και οι θέσεις μας βασίζονται μοιραία σε λάθος παραδοχές. Τώρα είναι λοιπόν που χρειάζεται να θέσουμε νέους στόχους και να αναζητήσουμε νέες προσδοκίες, που δεν αποκτώνται χωρίς αυτογνωσία ή γνώση της πραγματικότητας που βιώνουμε.

Η οικονομική ζωή έχει γίνει υπερβολικά πολύπλοκη. Η κρίση που βιώνουμε είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο φαινόμενο, το οποίο προσφέρεται για εύπεπτα επιχειρήματα από κάθε λογής δημαγωγό-πολιτικάντη που λαχταρά εξουσία, σωτηρία ή προβολή. Όσοι αγνοούν, επιμένουν να νομίζουν πως τα πράγματα είναι απλά, και μάλιστα επιμένουν να υποστηρίζουν πως οι λύσεις είναι ακόμη απλούστερες. Αυτό όμως οδηγεί μοιραία σε μια συλλογική παρακμή. Και εδώ είναι που ανακύπτει ο προβληματισμός της «αναγνώρισης» του γιατρού του θεατρικού του ΄Ιψεν. Ποιος είναι ο πραγματικός «εχθρός του λαού»; Ποια είναι τα επιχειρήματα; Ποια η σκοπιμότητα; Ποιες οι αρχές;

Η «κατεστημένη» άποψη, η «κρατούσα», η «κυρίαρχη» είναι εκείνη που εκφέρεται με πολλές δόσεις σκοπιμότητας από εκείνο το επίπεδο σκέψης που δημιούργησε το πρόβλημα. Ταυτοχρόνως όμως, η «εναλλακτική», ριζοσπαστική, επαναστατική άποψη είναι εκείνη που με τον μανδύα κάποιων αρχών υπόσχεται να επιλύσει το πρόβλημα. Αυτό όμως θολώνει την κρίση της κοινωνίας η οποία βιώνει ήδη μια από τις σημαντικότερες συνέπειες που αναδείχθηκαν από τη στάχτη: την απώλεια της εμπιστοσύνης απέναντι στους θεσμούς, η οποία ευθύνεται για την εμφάνιση των άκρων στην κοινωνία. Κι εδώ είναι που έρχεται η δεύτερη από τις βασικές αρχές του Πλάτωνα για την υπακοή στους νόμους, την οποία μάλιστα εξιδανικεύει ο Αριστοτέλης γράφοντας πως, όπως το σώμα, όταν στερηθεί της ψυχής πεθαίνει, έτσι και η πόλη όταν δεν υπάρχουν νόμοι, καταλύεται.

Πρωτίστως όμως, ένας πολιτικός δεν οφείλει απλά να πειθαρχεί στους νόμους, αλλά και να διασφαλίζει την τήρησή τους. Και η αδυναμία διασφάλισης, ή η σκόπιμη μη τήρησή τους ήταν που οδήγησε στην απώλεια της εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και θεσμών και τη συνακόλουθη εμφάνιση των άκρων στην κοινωνία. Τα άκρα αυτά δεν αντιμετωπίζονται ποινικά, με χιούμορ, ή με άγνοια. Τα άκρα αυτά ενόσω βρίσκουν πρόσφορο έδαφος τρέφονται, αυξάνουν και εντείνουν περαιτέρω τη συλλογική παρακμιακή πορεία μας.

Όχι, λοιπόν. Δεν ζητούνται αλχημιστές. Όπως έλεγε ο Αϊνστάιν, ένα πρόβλημα δεν μπορεί να επιλυθεί από το επίπεδο σκέψης το οποίο το δημιούργησε. Από το επίπεδο, όχι τους ανθρώπους που με ειλικρίνεια, παλιοί και νέοι (όχι απαραίτητα ηλικιακά) μοχθούν να αντιμετωπίσουν την πρόκληση της γενιάς μας προασπίζοντας αρχές και όχι σκοπιμότητες. Εάν πιστεύουμε πως θα σώσουμε τη χώρα μας, τον τόπο μας, το σπιτικό μας κάνοντας την επανάσταση, ας το επιχειρήσουμε. Το θέμα είναι, ποια επανάσταση θα κάνουμε και με ποιους. Ας δούμε γύρω μας, glocally, όπως εννοεί ο όρος παγκόσμια και τοπικά συνάμα, ποιοι δικαιούνται να επαναστατήσουν και ας αναλογιστούμε τι θα καταφέρουμε με το λαϊκισμό, τους εγωισμούς, τις σκοπιμότητες, και την υπεραπλούστευση.

ο Γιάννης Τζιουράς, Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμων, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ