ή ειδικών δημόσιων οργανισμών να διαχειρίζονται τις υποθέσεις τους, χωρίς ουσιαστική ανάμειξη του κράτους.
Είναι προφανές ότι στην ελληνική πραγματικότητα της πολυεπίπεδης κρίσης-ανθρωπιστικής, αξιών, οικονομικής, πολιτικής, πολιτιστικής, κοινωνικής- και ο όρος Αυτοδιοίκηση έχει κακοποιηθεί, συκοφαντηθεί και εν τέλει αλλοιωθεί σε μέγιστο βαθμό αναφορικά με την ουσία της έννοιάς του, όπως άλλωστε συνέβη και με τους όρους Δημοκρατία, Συνεταιρισμός, Συνδικαλισμός, Σοσιαλισμός κ. ά.
Στα περιορισμένα όρια του κειμένου αυτού, επιγραμματικά θα αναζητήσουμε το πραγματικό νόημα του όρου, θα δούμε τα αποτελέσματα του εναγκαλισμού του με την κεντρική εξουσία και θα προτείνουμε ένα δρόμο αναστροφής και ανατροπής αυτής της κατάστασης.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, παρά τον πολιτικό και οικονομικό ευνουχισμό που έχει υποστεί από διάφορες "αρχιτεκτονικές της αυτοδιοίκησης" τύπου Καποδίστρια και Καλλικράτη, με την πληθώρα αρμοδιοτήτων, χωρίς πόρους και με συνεχείς μειώσεις, παραμένει ο κοντινότερος πολιτικός-αιρετός φορέας των πολιτών. Είναι φανερό ότι η Κεντρική Διοίκηση επιλέγει τον απόλυτο έλεγχο των Ο.Τ.Α. περιορίζοντάς τους σε διαχειριστικό και μόνο ρόλο. Είναι επίσης γεγονός ότι η πολιτική αυτή επιλογή της κεντρικής εξουσίας έχει πετύχει τον εκφυλισμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, την οποία έχει μετατρέψει σε διεκπεραιωτή κεντρικών αποφάσεων και συμπλήρωμα των κρατικών εκτελεστικών οργάνων, αποτελώντας σταθερό εμπόδιο για την όποια επίκληση οράματος από μέρους της τοπικής κοινωνίας των πολιτών.
Ως απάντηση, στην παραπάνω κριτική από μέρους της κεντρικής εξουσίας, προβάλλεται η ανωριμότητα και η ανικανότητα των Ο.Τ.Α. να διαχειριστούν μόνοι τους τα του οίκου τους, αφού καταγράφονται συνεχώς κρούσματα κακοδιαχείρισης, διαπλοκής και διαφθοράς εκ μέρους κάποιων τοπικών αρχόντων.
Η κατάσταση όμως διαιωνίζεται πάντα σε βάρος των πολιτών και έτσι αναδεικνύεται ως άλλοθι η απραξία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που με μόνιμη και σταθερή αιτίαση την έλλειψη πόρων ως κυρίαρχο εμπόδιο δικαιολογείται για τη μη υλοποίηση του όποιου υπεσχημένου φιλόδοξου προγράμματος.
Ο φαύλος αυτός κύκλος πρέπει κάποτε να σταματήσει. Με πρώτη την Κεντρική Διοίκηση, θα πρέπει να αναδομηθούν σταδιακά σχέσεις ειλικρινούς εμπιστοσύνης μεταξύ Πολιτείας και Τοπικής Αυτοδιοίκησης αφενός, όσο και μεταξύ Κράτους και πολιτών αφετέρου, ώστε να μη θεωρεί ο ένας τον άλλο εκ προοιμίου κακόπιστο και με ανάλογη αντιμετώπιση.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να αποκτήσει μαζί με τις αρμοδιότητες και δικούς της πόρους που εκτός από τα δημοτικά τέλη θα πρέπει να είναι και οι φόροι που της αναλογούν από την απευθείας κατανομή της Κεντρική Διοίκησης, προκειμένου να αποκτήσει πλήρη ελευθερία κινήσεων, να προγραμματίσει το μέλλον της περιοχής ευθύνης της και να υλοποιήσει τα οράματά της. Αυτό άλλωστε το μοντέλο δοκιμάστηκε με επιτυχία σε όλη την Ευρώπη, εν αντιθέσει με το εφαρμοζόμενο στην Ελλάδα του σήμερα, που αποτυπώνει μια θλιβερή κατάσταση.
Για να πετύχουμε τα παραπάνω χρειάζεται αγώνας. Δεν χαρίζεται τίποτα. Η αντίληψη για μια άλλη, διαφορετική Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν είναι αφηρημένη ούτε γενική έννοια. Αυτοδιοίκηση δεν είναι τα κτήρια, οι δρόμοι, οι κήποι και τα πάρκα. Αυτοδιοίκηση είναι ο ίδιος ο πολίτης και η ενεργοποίησή του, με δυνατότητες συναπόφασης και συμμετοχής σε όργανα διαμόρφωσης της τοπικής πολιτικής. Είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε κινήσεις πολιτών, θεσμικές ή μη, να φέρουν το δημότη στο προσκήνιο με κινηματικές και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες.
Η λογική της κινηματικής δημοκρατίας έγκειται στο να βρεθούν εκφραστές της λαϊκής δυσαρέσκειας μέσα από την ίδια την κοινωνία. Και η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να είναι ένας τέτοιος εκφραστής, παρά το γεγονός ότι μένει θεσμικά ανελεύθερη και περιορισμένη. Μπορεί, ωστόσο, να αφυπνίσει συνειδήσεις και να ενισχύσει κινηματικές πρωτοβουλίες πολιτών αυθόρμητες, ώστε να αναδειχθούν τοπικά προβλήματα προς κινητοποίηση της κοινής γνώμης. Το αυτοδιοικητικό κίνημα μπορεί να προβάλλει ζητήματα, που εκθέτουν την Κεντρική Διοίκηση, ενισχύουν τις τοπικές αρμοδιότητες με όραμα τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας, αλλά ταυτόχρονα αποτελούν και τροχοπέδη στην απαξίωση των αιρετών στο όνομα της κομματικής υποταγής.
Η αυτόνομη Δημοτική Κίνηση «Κοζάνη-Τόπος να Ζεις» προσφέρει, με την παρουσία και τη δράση της τα τέσσερα τελευταία χρόνια και με αξιώσεις διοίκησης του Δήμου για πρώτη φορά με τόση ένταση, μια συλλογική αντίληψη προς την κατεύθυνση χειραφέτησης των πολιτών, στην οποία πρέπει να δώσουν περιεχόμενο συμμετοχικά όλοι οι πολίτες. Γιατί τελικά, η πραγματική τοπική αυτοδιοίκηση εξαρτάται αποκλειστικά από την επιθυμία ενεργοποίησης των πολιτών, που προέρχονται από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες και την αποφασιστική τους είσοδο στο προσκήνιο, μειώνοντας τις αποστάσεις που τους χωρίζουν.
Στην κατεύθυνση αυτή, βασικούς πυλώνες της πολιτικής παρέμβασης της Κίνησης αποτελούν η αμεσοδημοκρατία, η διαφάνεια, η προστασία των ανέργων, η αλληλεγγύη, η υπεράσπιση της διαφορετικότητας, η καινοτομία στην επιχειρηματικότητα, η κοινωνική οικονομία, η ανασύσταση του κοινωνικού ιστού, η αναβίωση της γειτονιάς των πολιτών, ο συμμετοχικός προϋπολογισμός και διακυβέρνηση, η περιορισμένη θητεία στα κοινά και η ανακλητότητα των αιρετών. Τα κινήματα και οι ενεργοί πολίτες δε γνωρίζουν χαρισματικούς ηγέτες-σωτήρες, καθώς η σωτηρία και η προστασία των κεκτημένων προκύπτουν μόνο μέσα από συλλογικότητες.
*O Δεσποτίδης Κων/νος είναι Αρχιτέκτονας Μηχανικός
Υποψήφιος Δημοτικός σύμβουλος
για το Δήμο Κοζάνης
με τον συνδυασμό «Κοζάνη-Τόπος να ζεις»
και υποψήφιο Δήμαρχο
τον Λευτέρη Ιωαννίδη