"....Υπήρξα και εγώ ένδοξος αγωνιστής κατά τον παρόντα Ελληνοτουρκικόν πόλεμον. Εδοκίμασα τας κακουχίας και τας συγκινήσεις του εμπόλεμου στρατιωτικού βίου ως Τούρκος στρατιώτης.....
Κατά την 23η Σεπτεμβρίου ήρχισεν η επιστράτευσις εις την Μακεδονία και την Ήπειρον των μουσουλμάνων και μη μουσουλμάνων στρατευσίμων ........την ημέραν της δημοσιεύσεως της διαταγής της επιστρατεύσεως -ημέραν Τετάρτην- αστυνομικός κλητήρ της Κοζάνης έφερεν εις την οικίαν μου κλήσιν διά της οποίας εκαλούμην υπό τα όπλα....κατά την παράδοσιν της κλήσεως εγώ απουσίαζα από την οικίαν μου την παρέλαβαν όμως οι γονείς μου....επέστρεψα εις Κοζάνην ημέραν Παρασκευήν ημέραν αργίας δια τους μουσουλμάνους.....μετέβην εις την οικίαν μου, οι γονείς μου μόλις με είδαν ερίφθησαν επάνω μου, η συγκίνησις των ήτο μεγάλη και δεν ημπορούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυα των . Η μητέρα μου έκλαιε πλέον θρηνητικώτατα.- Αχ παιδάκι μου τι σου έμελλε...τι σου ήτανε γραφτό ,εσύ με το Τουρκικό το ασκέρι και έκλαιε περισσότερον, την παρηγόρησα όσον ηδυνάμην και εξήλθον.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας Παρασκευής παρουσιάσθην εις το στρατολογικόν γραφείον, ήσαν εκεί και άλλοι στρατεύσιμοι Κοζανίται και εκ των περιχώρων Μουσουλμάνοι και μη, και εις όλων τα πρόσωπα διεφαίνετο η απροθυμία μετά της οποίας προσήρχοντο εις τας τάξεις του στρατού. Ημπορώ μάλιστα να ειπώ ,ότι οι Μωαμεθανοί ήσαν μάλλον απρόθυμοι και πλέον μελαγχολικοί από τους Χριστιανούς. Παρουσιάσθην ενώπιον των αρμοδίων αξιωματικών και επέδειξα την κλήσιν μου.
Με εκοίταξαν καλά και με ύφος αυστηρόν με ερώτησαν διατί εβράδυνα να υπακούσω εις την φωνήν της πατρίδος; Εύρον μια ψευδοδικαιολογίαν της βραδύτητος μου την οποίαν επίστευσαν οι Τούρκοι , εθεωρήθη η κλήσις μου και κατόπιν έλαβα την διαταγήν να προσέλθω λίαν πρωί εις τον στρατώνα . Ήμην πλέον Τούρκος στρατιώτης αν και δεν είχα φορέσει ακόμη την στολήν όπως και όλοι οι άλλοι στρατολογηθεντες.
Την πρωίαν της επομένης όλοι οι καταταχθέντες στον στρατό παρετάχθημεν εις σειράν προ του Διοικητηρίου παρισταμένων των στρατιωτικών και πολιτικών αρχών,
επικεφαλής των οποίων ήτο ο Σεβ. Μητροπολίτης Κοζάνης κ Φώτιος. Η στρατιωτική μουσική επαιάνιζε διάφορα θούρια τεμάχια, τα μονότονα εκείνα ανατολικά θούρια που κατά την στιγμήν αυτήν μου εφαίνοντο ως επικήδεια εμβατήρια.
Ο Μουφτής με την κλαυθμηρίζουσα φωνήν του ανέγνωσε μετ ολίγον τας σχετικάς ευχάς και ο Διοικητής Κοζάνης εξεφώνησε σύντομο λόγον. Κατόπιν ο Σεβ. Μητροπολίτης μας απέτεινεν πατριωτικήν προσλαλιάν και ευχάς να τιμήσωμεν τα όπλα που μας ενεπιστεύετο η πατρίς. Ηύχετο ο θρησκευτικός αρχηγός μας, υπείκων εις την αδυσώπητον ανάγκην, νίκας και τρόπαια εις Τούρκους και Χριστιανούς στρατιώτας οι οποίοι εμέλλομεν να πολεμήσωμεν εναντίον των αδερφών μας Ελλήνων.
Ω της τραγικότητος, εξεσχίζετο η καρδιά του Μητροπολίτη μας από το άλγος ,εξεσχίζετο και όλων των εκεί Χριστιανών στρατιωτών και μη, αλλ έπρεπε να επιδεικνύομεν χαράν διότι θα εμαχόμεθα υπέρ του κλέους και της ακεραιότητος της Οθωμανικής πατρίδος. Οι Τούρκοι οι οποίοι βεβαίως θα εμάντευον τας σκέψεις μας και τους πόθους μας παρηκολούθουν σοβαροί την παιζομένην τραγικήν κωμωδίαν.
ΕΙΣ ΤΑ ΣΕΡΒΙΑ
Μετά το πέρας της τελετής οι εις γραμμήν παρατεταγμένοι εξεκινήσαμεν με τους αξιωματικούς μας επικεφαλής δια να μεταβώμεν εις Σέρβια. Η εκκίνησις έγινεν υπό τα δάκρυα τους λυγμούς και τας ευχάς των οικείων μας. Ήτον αληθώς σπαρακτικόν το θέαμα δια τινάς εξ ημών. Εις Σέρβια θα μεταβαίνομεν δια να περιβληθώμεν την στρατιωτικήν στολήν, καθόσον εις τας αποθήκας της Κοζάνης δεν υπήρχον τότε στρατιωτικαί ενδυμασίαι. Μετά πορείαν αρκετά κουραστικήν αλλά άνευ τινός επεισοδίου εφτάσαμεν εις Σέρβια όπου οι κάτοικοι μας περιεργάζοντο με πολλήν περιέργεια. Ολίγον μετά την εκεί άφιξην μας ελύσαμεν τας γραμμάς και αφέθημεν ελεύθεροι. Εφέρθημεν όλοι κατά τας ώρας της αδείας μας ως πραγματικόν ρέμπελον ασκέρι. Περιερχόμεθα καθ όλην την νύχτα την πόλιν φωνάζοντες και τραγωδούντες εις τρόπον ώστε να μην αφήσωμεν κανένα να κοιμηθεί. Οι χριστιανοί εξεσπούσαμε την μανια μας δια την στρατολογίαν με την δημιουργίαν όσον ηδυνάμεθα μεγαλυτέρας ανησυχίας και με αγριωτάτας υπέρ του πολέμου ζητωκραυγάς ,τας οποίας ενδυνάμωναν και οι Τούρκοι. Γιασασίν Μουαρεμπέ (Ζήτω ο Πόλεμος) ηκούετο καθ όλην την νύκτα εις τας οδούς των Σερβίων μέχρι σημείου ώστε να κινήσωμεν πολλών την αγανάκτησιν. Αλλά κανείς δεν ετόλμα να μας ειπεί τίποτα. Ασκέρ είμεθα σε πόλεμον επηγαίναμεν. Όποιος ήθελε ας διεμαρτύρετο αν ετόλμα.
ΖΥΜΑΡΙ ΔΙΑ ΨΩΜΙ
Την επομένην ημέραν Κυριακή πολλοί των συστρατιωτών μου περιεβλήθησαν την στρατιωτικήν στολήν. Οι άλλοι εμείναμεν με τα πολιτικά μας διότι και εις της πόλεως αυτής τας αποθήκας δεν υπήρχαν αρκεταί στολαί. Η επιστράτευση εγίνετο όπως και η Τουρκική επιμελητεια δεν ενοούσε να χαλάσει το ραχάτι της δια να φροντίσει περί της αμφιέσεως των επιστράτων. Ήσαν αυτά τα πρώτα χάλια του Τουρκικού στρατού τα οποία έβλεπα εκ του πλησίον χωρίς να φαντάζομαι ότι αργότερα θα έβλεπα και πολύ μεγαλύτερα. Μετά την στρατιωτικοποίησιν εκείνων δια τους οποίους ευρέθησαν στολαί, ετέθημεν εις πορείαν προς Ελασσώνα όπου ήδρευε το Ταμπούρι (τάγμα) της Κοζάνης. Καθ οδόν συναντήσαμεν στρατόν κατασκηνωμένον εις το στόμιον ,την είσοδον δηλαδή ,των στενών του Σαρανταπόρου. Είδομεν εκεί και πυροβόλα έχοντα απειλητικώς εστραμμένα τα στόμια προς τα δυο βουνά του Σαρανταπόρου τα αποτελούντα τα περίφημα στενά........
Μετά τας πρώτας αυτάς εντυπώσεις εξακολουθήσαμεν την πορεία μας δια να φτάσωμεν εις το Χάνι του Χατζηγώγου όπου θα ευρίσκομεν γνωστούς μας ιατρούς και φαρμακοποιούς του τάγματος της Κοζάνης, είχομεν πληροφορηθεί ότι εκεί εις το Χάνι θα ήτο το Νοσοκομείον. Εγώ προ της εκ Κοζάνης αναχωρήσεως μου είχα επιδιώξει να αποσπασθώ εις το Νοσοκομείον αυτό και προς τούτο είχα εφοδιασθεί με συστατικήν επιστολήν του Δημάρχου Κοζάνης κ. Αρμενούλη προς τον διοικητήν του εν Σαρανταπόρω στρατού Αλή Ριζά Πασά......."
σημ: Ο Γεωργιος Στωικος ηταν γεωπονος και υποψηφιος βουλευτης το 1915 στον νομο Κοζάνης...