είναι αναμφίβολα συνειδητά στρατευμένοι στην διεκπεραίωση συγκεκριμένων επιλογών. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι συζητήσεις που διεξάγονται δεν είναι σοβαρές και καθοριστικές τόσο για το μέλλον της Ελλάδας, όσο και για την προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης.
Κάθε πολιτική θέση διαμορφώνεται κάθε φορά μέσα από τις αλλεπάλληλες ζυμώσεις και συγκρούσεις μεταξύ διαφορετικών απόψεων ή προσεγγίσεων. Αυτό συμβαίνει τόσο μέσα στα ίδια τα πολιτικά κόμματα, όσο και στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, αλλά ακόμη και σε ευρύτερους θεσμούς. Έχουμε μάθει ότι η δημοκρατία οφείλει να λειτουργεί με τους όρους του συλλογικού θέλω, αποδεχόμενη και προστατεύοντας παράλληλα την όποια διαφορετικότητα.
Οι επιμέρους προσεγγίσεις ή θέσεις (είτε αυτές είναι ηπιότερες είτε σκληρότερες), πέρα από την αέναη μάχη τους να επικρατήσουν, οριοθετούν παράλληλα και τα ανεκτά όρια της κύριας θέσης, που σε κάθε ιστορική στιγμή κυριαρχεί.
Αν με βάσει τις παραπάνω κοινά αποδεκτές παραδοχές, εξετάσουμε τις συζητήσεις που διεξάγονται εδώ και μήνες, μεταξύ της Ελλάδας και «θεσμών» για την πολυετή κρίση της χώρα μας, τότε μπορεί να φωτιστεί η φοβική σκοτεινή πλευρά που επικαλούνται κάθε φορά οι διαπραγματευτές.
Ας ξεκινήσουμε με την κυρίαρχη πολιτική επιλογή της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης. Διακηρυγμένη θέση της ως γνωστόν είναι η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη. Συνεπώς η θέση για έξοδο απ' αυτή, μπορεί να θεωρηθεί ως ακραία. Όπως κι ακραία μπορεί να θεωρηθεί και η θέση που αποδέχεται με πάση θυσία την παραμονή στο ευρώ, ανεξάρτητα από το κόστος που επιφέρει αυτή η επιλογή.
Από την άλλη τη μεριά τώρα, η επίσημη και ενιαία θέση των «θεσμών», είναι η αντιμετώπιση της κρίσης στα πλαίσια της Ευρωζώνης. Η μέχρι τώρα στρατηγική τους, στηρίχθηκε στην εσωτερική υποτίμηση και στη δημιουργία υφεσιακού περιβάλλοντος για την οικονομία, ώστε να «υιοθετηθούν» ως αναγκαίες από τις κυβερνήσεις της Ελλάδας οι «μεταρρυθμίσεις» τους. Η επιλογή αυτή επιβλήθηκε χωρίς καμιά συστολή εκ μέρους τους, υπό την απειλή εξόδου της χώρας από το ευρώ. Συνεπώς το GREXIT, όπως αρέσκονται οι «θεσμοί» να την αποκαλούν, είναι μια ακραία θέση. Η πρώτη προσέγγιση είναι προφανές ότι δεν παρήγαγε κανένα θετικό αποτέλεσμα, και ως εκ τούτου επιδείνωσε ακόμη περισσότερο την ήδη άσχημη οικονομική κατάσταση της χώρας.
Συνοπτικά λοιπόν, η κυρίαρχη πολιτική επιλογή των «θεσμών» και των προηγούμενων κυβερνήσεων της Ελλάδας, ενώ συμπλέανε πολιτικά, δεν επέφερε τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Όσο αφορά τον ελληνικό λαό, μέσα από την πρόσφατη ετυμηγορία του, αυτός την απέρριψε. Αντίθετα οι «θεσμοί» εξακολουθούν να φαίνεται προσηλωμένοι στις αρχικές τους επιλογές, για αυτό και επιμένουν να επιβάλλουν τις θέσεις, εντείνοντας ακόμη περισσότερο τις απειλές τους για GREXIT.
Αν λοιπόν κυριαρχήσει και γίνει κύρια επιλογή των «θεσμών» η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, τότε θα πρέπει να αναζητήσουμε τις δυο όμορες μη κυρίαρχες θέσεις. Αναμφίβολα, και για μεγάλο χρονικό διάστημα, ως ηπιότερη θέση θα εμφανίζεται αυτή που υφίσταται σήμερα. Τότε η σκληρότερη ποια θα μπορεί να είναι; Μήπως και η έξοδος από τη Ευρωπαϊκή Ένωση; Μέσα σ' ένα τέτοιο κλίμα οι πολιτικοί συσχετισμοί μέσα στην Ελλάδα πως διαμορφωθούν; Μήπως από ένστικτο αυτοσυντήρησης κυριαρχήσουν φωνές που θα έχουν ως κοινό παρανομαστή εθνικιστικές επιλογές; Μέσα σ' ένα τέτοιο γίγνεσθαι η προοπτική για ενιαία Ευρώπη προς ποια κατεύθυνση θα πορευτεί; Μήπως οι σημερινοί λεγόμενοι ευρωσκεπτικιστές, γίνουν η κυρίαρχη πολιτική τάση; Μήπως οι απόγονοι του πρώτου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ναζιστή Walter Hallstein, αναβιώσουν και πάλι την ιδέα μιας ενιαίας Ευρώπης κάτω από ένα νέο Ράιχ;
Τα παραπάνω ερωτήματα, είναι προφανές ότι απασχολούν πολύ σοβαρά, όλους όσους συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις. Αναμφίβολα τα διακυβεύματα είναι μεγάλα, για να αφεθούν στις ορέξεις των ακραίων. Οι επιλογές έγιναν. Το ζήτημα είναι πως αυτές θα τις επικοινωνήσουν στα επιμέρους ακροατήρια...