ή βιώσιμη κυβέρνηση, προκειμένου να κληθεί το εκλογικό σώμα να δώσει λύση στο πολιτικό αδιέξοδο. Την πρώτη περίπτωση διάλυσης της Βουλής τη βιώσαμε πριν μερικούς μήνες. Τη δεύτερη όμως δεν μπορούμε να τη βιώσουμε μέχρι το Γενάρη του 2016. Γιατί; Γιατί πολύ απλά το Σύνταγμα, Άρθρο 41, παρ. 4. αναφέρει πως «η Βουλή που εκλέχθηκε μετά τη διάλυση της προηγούμενης δεν μπορεί να διαλυθεί πριν περάσει ένα έτος αφότου άρχισε τις εργασίες της, εκτός από τις περιπτώσεις του άρθρου 37 παράγραφος 3 και της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού». Τι λένε οι διατάξεις αυτές βάσει των οποίων επιβάλλεται η συνταγματικά υποχρεωτική διάλυση; Το Άρθρο 37 παρ. 3 αφορά τις διερευνητικές εντολές για το σχηματισμό κυβέρνησης που θα εξασφαλίζει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Όταν λοιπόν αυτές δεν τελεσφορήσουν τότε οδηγούμαστε, εφόσον διατρέξουμε τα προβλεπόμενα της τρίτης παραγράφου, σε εκλογές.
Αντίθετα από τη συνταγματικά υποχρεωτική διάλυση υπάρχουν και άλλες δύο περιπτώσεις διάλυσης. Η διάλυση με προεδρική πρωτοβουλία, κατά την οποία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του Άρθρου 41 να διαλύσει εκείνη τη Βουλή από την οποία έχουν παραιτηθεί ή και καταψηφιστεί δύο Κυβερνήσεις και η σύνθεσή της δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα, καθώς και η διάλυση με κυβερνητική πρωτοβουλία όπου σύμφωνα με τα άρθρα 38 παρ. 1 και 37 παρ. 3 (εδ. γ΄), η κυβέρνηση παραιτείται. Στην τελευταία περίπτωση προϋποτίθεται μονοκομματική κυβέρνηση, εκτός κι αν και οι δύο κομματικοί σχηματισμοί που την συναποτελούν οδηγηθούν συνολικά σε παραίτηση. Να σημειώσουμε εδώ πως οι προϋποθέσεις της πρώτης παραγράφου του Άρθρου 41 είναι τόσο αυστηρές ώστε η σχετική προεδρική αρμοδιότητα να μην έχει ασκηθεί ποτέ ως τώρα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, εάν η σημερινή κυβέρνηση παραιτηθεί είναι σαν να ομολογεί την (όποια) αποτυχία της! Με μόλις 5 μήνες νωπή λαϊκή εντολή, πως μπορεί να οδηγήσει τη χώρα, και μάλιστα δια της παραβίασης του Συντάγματος, σε εκλογές; (διευκρινίζεται πως η παραίτηση είναι η συνολική παραίτηση της κυβέρνησης ως τέτοιας και όχι η ατομική του Πρωθυπουργού, διότι στην τελευταία αυτή περίπτωση προβλέπονται τα όσα αναφέρει το Άρθρο 38 παρ. 2 παρότι το αποτέλεσμα είναι και πάλι η απαλλαγή της κυβέρνησης από τα καθήκοντά της).
Στην περίπτωση καταψήφισης τα πράγματα είναι διαφορετικά. Καταψήφιση σημαίνει τόσο η απόρριψη πρότασης εμπιστοσύνης όσο και η αποδοχή πρότασης δυσπιστίας. Επομένως για να οδηγηθούμε σε εκλογές δια αυτής της οδού, θα πρέπει μετά την καταψήφιση να υπάρχει εμφανή αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης. Θα υπάρξει τέτοιο ενδεχόμενο;
Για να μην υπάρξει, θα πρέπει τις επόμενες μέρες να ψηφιστεί από την παρούσα κυβέρνηση το νέο Μνημόνιο (για να είμαι ακριβής, θα πρέπει να υπογραφεί και να ψηφιστεί - συγχρόνως- το κλείσιμο της τελευταίας αξιολόγησης του υφιστάμενου προγράμματος καθώς και η νέα δανειακή συμφωνία – μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα - για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού, όπως άλλωστε δεσμεύτηκε η χώρα με την Απόφαση της 20ης Φεβρουαρίου). Διότι αν έρθει η όποια Συμφωνία στη Βουλή και δεν ψηφιστεί από τουλάχιστον 151 βουλευτές, τότε όπως καταλαβαίνετε είναι σαν να μην υπάρχει δεδηλωμένη για την παρούσα κυβέρνηση. Δεν μπορεί να υπάρχει εμπιστοσύνη σε μια κυβέρνηση η οποία δεν ψηφίζει τα μέτρα που η ίδια φέρνει στο Κοινοβούλιο. Είναι οξύμωρο. Προκειμένου να αποφύγει λοιπόν η κυβέρνηση την καταψήφισή της θα πρέπει να υπογράψει. Αν δεν το κάνει τότε είτε μπει είτε όχι η Βουλή στη διαδικασία άρσης της εμπιστοσύνης, το αποτέλεσμα θα είναι είτε η κυβέρνηση συνολικά είτε ο Πρωθυπουργός ατομικά να εξαναγκαστούν σε παραίτηση, με πιθανότερο το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας και όχι εκλογών.
Στην περίπτωση αυτή λοιπόν ποιος θα είναι ο νέος Πρωθυπουργός; Ας ελπίσουμε όχι εκείνος που τίναξε τη χώρα στον αέρα και θαυμάζεται ανεξήγητα ακόμη από κάποιους που αγνοούν τις αιτίες λόγω των οποίων οδηγήθηκε η χώρα στο Μνημόνιο. Για την ειρωνεία της τύχης, ο νέος Πρωθυπουργός θα υπογράψει το ίδιο Μνημόνιο (ίσως μακρύτερης διάρκειας και άρα πιο ήπιας προσαρμογής) μ' αυτό που η απερχόμενη κυβέρνηση, η οποία επαναλαμβάνω έχει τη νωπή λαϊκή εντολή, αρνήθηκε να υπογράψει.
Για όσους πιστεύουν πως η κυβέρνηση δεν θα υπερψηφίσει τα νέα μέτρα (και θα συνεχίσει στο μεταξύ να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής), υπενθυμίζω πως στις 20 Ιουλίου οφείλουμε στην ΕΚΤ 3,5 δις ευρώ. Μια αθέτηση πληρωμών στην τελευταία θα σημάνει τη διακοπή παροχής ρευστότητας προς τις τράπεζες μέσω του ήδη ακριβού ELA. Επομένως ποιες εναλλακτικές θα έχει τότε η κυβέρνηση πέρα από την παραίτηση ή την αντιμετώπιση ενός σεναρίου τύπου Κύπρου;
Και κάπως έτσι εδώ καταρρίπτονται όλοι οι μύθοι. Κατά την άποψή μου εκτιμώ πως είναι δύσκολο η κυβέρνηση με την παρούσα σύνθεση να υπερψηφίσει το όποιο (κοινά αποδεκτό με τους δανειστές) Μνημόνιο. Εάν το ψηφίσει θα είναι επειδή η λαχτάρα για διατήρηση της εξουσίας θα ενώσει όλους τους κυβερνητικούς βουλευτές. Από την άλλη αν δεν το ψηφίσει, τότε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα το κάνει. Διότι, για να μην πάμε σε αμφιλεγόμενης νομιμότητας διάλυση της Βουλής, ο άλλος τρόπος προκήρυξης εκλογών είναι η παραίτηση της κυβέρνησης (πράγμα που σημαίνει ομολογία αποτυχίας) και η αδυναμία σχηματισμού άλλης (πράγμα ελάχιστα πιθανό, αφού είναι δυνατός ο σχηματισμός άλλης κυβέρνησης). Στην περίπτωση αυτή ποιο θα είναι το διακύβευμα των εκλογών;