Σε προχθεσινό μου άρθρο, όταν έγραφα για τα πιθανά σενάρια των ημερών που διανύουμε καθώς και τις επιλογές του Πρωθυπουργού ή τις δυνητικές εξελίξεις που αυτές μπορεί να πυροδοτήσουν μίλησα και για εμπλοκή των διαπραγματεύσεων.
Εμπλοκή των διαπραγματεύσεων σημειώθηκε χθες το βράδυ μετά το μεταμεσονύκτιο διάγγελμα του Πρωθυπουργού για τη διενέργεια δημοψηφίσματος «με ερώτημα την αποδοχή ή την απόρριψη της πρότασης των θεσμών», όπως ανέφερε κατά τη δήλωσή του.
Κι εδώ είναι που το παίγνιο της κότας, το οποίο με επιμέλεια η Κυβέρνηση ακολούθησε και προώθησε το τελευταίο 5μηνο, διαμορφώνεται ως εξής:
Αν και ακόμη (την ώρα που γράφω το άρθρο) συνεδριάζει η ολομέλεια της Βουλής προκειμένου να επικυρώσει την πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου για δημοψήφισμα καθώς και να διαμορφώσει το ερώτημα αυτού, υπάρχει μια πραγματική κατάσταση η οποία είναι εν μέρει δυνητικά διαχειρίσιμη από την Κυβέρνηση και εν μέρει όχι.
Θα ξεκινήσω αντίστροφα, από εκείνα τα στοιχεία που δεν είναι διαχειρίσιμα από την Κυβέρνηση. Όπως καταλαβαίνετε η εμπιστοσύνη του κόσμου απέναντί της ή απέναντι στις εμπορικές τράπεζες είναι ένα ζήτημα που δεν μπορεί να το διαχειριστεί πλήρως η Κυβέρνηση. Ειδικά από τη Δευτέρα που ανοίγουν οι αγορές διεθνώς. Η πιθανότητα για έναν τραπεζικό πανικό και εξ' αυτού ενός κλεισίματος των τραπεζών είναι αντιστρόφως ανάλογη της εμπιστοσύνης που έχει ο ελληνικός λαός στην Κυβέρνηση. Δίχως να θέλω να προδικάσω οτιδήποτε, άλλωστε πως θα μπορούσε κανείς να κάνει κάτι τέτοιο, σε συνθήκες κλειστών τραπεζών οι πιθανότητες μια Κυβέρνηση να οδηγήσει τη χώρα σε δημοψήφισμα μειώνονται δραματικά μέρα με τη μέρα ανάλογα δε και το κλίμα που θα διαμορφωθεί (εθνικώς και διεθνώς).
Καλώς εχόντων των πραγμάτων θα οδηγηθούμε σε ένα αμφίβολης συνταγματικότητας δημοψήφισμα (όχι απαραίτητα αντισυνταγματικό) λόγω του ότι κατά το Άρθρο 44 παρ 2. εδ. α΄ μπορεί να προβλέπεται δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα ωστόσο η φύση του δημοψηφίσματος είναι καθαρά δημοσιονομικού χαρακτήρα. Αν και το ζήτημα αυτό δεν ελέγχεται ακριβώς από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, με βάση το Άρθρο 100, παρ 1. περ. β΄ του Συντάγματος καθώς και τα άρθρα 35-38 του Ν. 345/1976, το Άρθρο 20 του εκτελεστικού του συντάγματος νόμου 4023/2011 κάνει μνεία για τον έλεγχο του κύρους του δημοψηφίσματος. Σε κάθε περίπτωση, προκειμένου να τεθεί σε δημοψήφισμα το ζήτημα της αποδοχής ή της απόρριψης της πρότασης των θεσμών, πρέπει οπωσδήποτε να επισυμβούν τα εξής:
Η πρόταση αυτή να ισχύει τη χρονική στιγμή της 5ης Ιουλίου. Δεδομένου πως η ζητηθείσα παράταση βάσει της Απόφασης της 20ης Φεβρουαρίου λήγει στις 30 Ιουνίου, τίθεται το ζήτημα της νομικής βάση της εν λόγω πρότασης των θεσμών. Εάν η Κυβέρνηση δεν λάβει περαιτέρω παράταση τότε θα κληθούμε να διεξάγουμε ένα δημοψήφισμα για ένα ζήτημα που δεν υφίσταται!
Το ίδιο θα συμβεί και στην περίπτωση που το κείμενο για το οποίο μιλά η Κυβέρνηση αποσυρθεί από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων ακόμη κι αν δοθεί η ζητηθείσα περαιτέρω παράταση. Θα το δείξει η εβδομάδα που θα ακολουθήσει. Ακόμη δεν πρέπει να παραβλέπουμε στο σημείο αυτό τη δυνατότητα που έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να διακόψει την πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στη ρευστότητα που τις κρατούσε ζωντανές.
Κι εδώ είναι που οι επιλογές της Κυβέρνησης, εφόσον επιθυμεί τη διενέργεια του δημοψηφίσματος με το ερώτημα που ανέφερε ο Πρωθυπουργός περί της αποδοχής ή μη της πρότασης των θεσμών, είναι δεδομένες. Για να είναι έγκυρο το δημοψήφισμα οφείλει να λάβει περαιτέρω παράταση. Οφείλει επίσης να ζητήσει τη διασφάλιση της πρόσβασης των ελληνικών τραπεζών στο έκτακτο μηχανισμό ρευστότητας (ELA). Οφείλει τέλος να εξηγήσει σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο πως το εν λόγω δημοψήφισμα δεν είναι απλώς δημοψήφισμα συμβουλευτικού χαρακτήρα, διότι τούτο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ιδιότητα του εκλογικού σώματος ως ανώτατου οργάνου προς την εκφρασμένη θέληση του οποίου τα υποδεέστερα όργανα (μεταξύ αυτών και η Κυβέρνηση) οφείλουν να συμμορφώνονται. Άρα πρέπει να εξηγήσει τι θα κάνει ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση σε περίπτωση θετική ή αρνητικές έκβασης του δημοψηφίσματος.
Ως προς το διάστημα το οποίο πρέπει να προηγηθεί της διενέργειας του δημοψηφίσματος, υπάρχει η (επικρατούσα) άποψη στη θεωρία πως τούτο εξομοιώνεται με την προεκλογική περίοδο. Κατά συνέπεια σε μόλις 7 ημέρες είναι αδιανόητο να επεξηγηθεί στο εκλογικό σώμα ο λόγος αλλά και το περιεχόμενο της πρότασης για την οποία καλείται να αποφασίσει καθοριστικά. Άλλωστε αυτό είναι επιταγή του Άρθρου 3, παρ. 3 του Ν. 4023/2011. Και εδώ ρωτώ, οι τοπικοί κυβερνητικοί βουλευτές γνωρίζουν ή μάλλον καλύτερα μπορούν να εξηγήσουν στο εκλογικό σώμα της Π.Ε. Κοζάνης το περιεχόμενο των δύο κειμένων για τα οποία θα κληθεί το τελευταίο να αποφασίσει; Αν ναι, τότε περιμένουμε με χαρά να ακούσουμε την παρουσίαση αυτή επιτέλους άμεσα, και όχι το αν θα ψηφίσουν απλά ΝΑΙ ή ΟΧΙ. Ειδικά θα είχε ενδιαφέρον να εξηγήσουν το κείμενο της ανάλυσης περί βιωσιμότητας του χρέους το οποίο ίσως τεθεί στο ερώτημα του δημοψηφίσματος. Τέλος, οφείλουν να εξηγήσουν τι θα επιφέρει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είτε είναι θετικό είτε αρνητικό τη Δευτέρα στις 6 Ιουλίου.
Διεθνολόγος- Πολιτικός Επιστήμονας,
Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ